Κάθε τέτοια εποχή, στα τέλη κάθε χρονιάς και στο ξεκίνημα της νέας, η παγκόσμια μουσική βιομηχανία συνηθίζει να κάνει τον απολογισμό της. Κοινώς είθισται να κάνει ταμείο, διότι αυτό είναι και το τελικό ζητούμενο κάθε εμπορικής δραστηριότητας. Και το ταμείο για τη χρονιά που πέρασε έδειξε κάτι απολύτως ξεκάθαρο: ότι ξεκίνησε και επίσημα η επίθεση της ‘ενοικιαζόμενης’ μουσικής, έναντι της παραδοσιακά ‘πωλούμενης’ μουσικής. Με δυο λόγια, το streaming αρχίζει να δείχνει πλέον τα δόντια του σε διεθνές επίπεδο, κι αυτό είναι μόνο η αρχή. Όπως τα εστιατόρια εφάρμοζαν κατά περιόδους το γνωστό κόλπο του all you can eat, κάπως έτσι οι streaming υπηρεσίες εφαρμόζουν επιτυχώς κατά τα φαινόμενα (και σε μόνιμη βάση) το all you can hear. Ως εκ τούτου, με ένα μικρό μηνιαίο αντίτιμο επιτρέπουν την πρόσβαση όλων των μέσων ενός χρήστη σε μια τεράστια μουσική βιβλιοθήκη που περιλαμβάνει κυριολεκτικά τα πάντα και μάλιστα άριστα δομημένα και ταξινομημένα, με αλληλεπιδράσεις και social media ‘μουσικό’ υπόβαθρο…
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Nielsen SoundScan, οι πωλήσεις μεμονωμένων κομματιών σημείωσαν μείωση της τάξεως του 5.7% σε σχέση με τις αντίστοιχες επιδόσεις του 2012, φτάνοντας τα 1.34 δισ. τραγούδια όσον αφορά τα singles. Αντίθετα, η μείωση στις πωλήσεις των άλμπουμ ήταν σχεδόν αμελητέα (0.1%) καθώς πωλήθηκαν συνολικά 117.6 εκατομμύρια άλμπουμ ολόκληρο το 2013. Παρόλα αυτά, ακούσθηκε και διακινήθηκε νόμιμα περισσότερη μουσική απ’ ότι πέρυσι και πολλαπλάσια από άλλες χρονιές, οπότε κάπου υπάρχει μια «μαύρη τρύπα».
Σύμφωνα με τα στελέχη των εταιριών, η «μαύρη τρύπα» ακούει στο όνομα «υπηρεσίες streaming μουσικής», με το Spotify και το Pandora να είναι οι δημοφιλέστερες κι αυτές που σέρνουν το χορό του streaming. Ως γνωστόν οι υπηρεσίες αυτές έκαναν το μαζικό τους άνοιγμα τα τελευταία δυο περίπου χρόνια και πλέον κερδίζουν καθημερινά έδαφος στους μουσικόφιλους όλου του κόσμου, οι οποίοι με περίπου 10 δολάρια το μήνα (όσο δηλαδή είναι το κόστος αγοράς ενός και μόνο άλμπουμ) μπορούν να ακούνε απεριόριστη μουσική σε όλες τις συσκευές τους, ενώ παράλληλα όπως είπαμε αποτελούν πλήρεις μουσικές βιβλιοθήκες με προτάσεις, λίστες, αλληλεπιδράσεις, κοινωνική μουσική δικτύωση κλπ.
Ωστόσο, τα καλά νέα για τις δισκογραφικές εταιρίες είναι ότι παρότι ο κύκλος εργασιών τους, αλλά και τα κόστη τους μειώνονται, εντούτοις ο τζίρος τους παρέμεινε αμετάβλητος, καθώς οι απώλειες από τη μείωση των ψηφιακών πωλήσεων καλύφθηκαν από τα σημαντικά αυξημένα δικαιώματα που έλαβαν από τις υπηρεσίες streaming.
Τέλος, όσον αφορά τα φυσικά μέσα, αυτά είναι προφανές ότι απευθύνονται στους ρομαντικούς και τους audiophile, καθώς η πτώση συνεχίστηκε για τα CD (αυτή τη φορά όμως η καμπύλη είχε μικρότερη κλίση) τα οποία μείωσαν τις πωλήσεις τους για μια ακόμα χρονιά κατά 14.5%.
Το τελικό δια ταύτα λοιπόν είναι ότι η μουσική είναι ακόμα πιο ελκυστική, η διακίνηση και η πώλησή της είναι ακόμα πιο φθηνή και πιο νόμιμη από ποτέ άλλοτε (τουλάχιστον τα τελευταία 15-20 ‘ψηφιακά’ χρόνια), οι τζίροι των δισκογραφικών έχουν επανακάμψει (φυσικά δεν έχουν επιστρέψει στα απαράδεκτα χρόνια του μονοπωλίου και της τεράστιας αρπαχτής των φυσικών μέσων) και όλο αυτό έχει αρχίσει επιτέλους να έχει αντίκρυσμα και στα δικαιώματα των μουσικών και όλων των εμπλεκομένων φορέων και προσώπων με τη δισκογραφία. Το μόνο βέβαιο είναι ότι η εποχή του νόμιμου streaming θα συνεχίσει την ανοδικά ιλιγγιώδη πορεία της τα επόμενα χρόνια, οπότε θα έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον το πώς θα διαμορφωθούν τα δεδομένα στο τέλος του 2014.
Εώς τότε που θα ξαναπιάσουμε αυτό το θέμα, Καλή & Δημιουργική Χρονιά σε όλους…