Διαφήμιση
Παρασκευή, 09 Απρίλιος 2010 13:34

Εγχειρίδιο του καλού Μικροφωνιά: Τα Πλήκ(χ)τρα

Πέρα από τις διάφορες...καλλιδραχμικές (δανείζομαι τον όρο από το φίλο Πάνο Σπυράτο, κορυφαίο πιανίστα και μαιτρ της γλωσσοπλαστικής) ανησυχίες, ένα πλήθος από αισθητικοτεχνικές ερινύες καταδιώκουν το συνάδελφο τεχνικό που βιοπορίζεται από την τήρηση της ηχητικής τάξης σε κάποια μουσική σκηνή (πάλκο, πατάρι κ.λ.π.).

Ακόμη και οι παλαιότεροι ημών και οι πλέον "αναίσθητοι" (ανθιστάμενοι και εθελοκωφεύοντες) στα κελεύσματα, παροτρύνσεις και απαιτήσεις μουσικών, τραγουδιστών, εργοδοτών, κοινού ή και της απλής αισθητικής λογικής, φιλοξενούμε σε κάποια γωνιά της σκέψης μας τη μόνιμη ανησυχία για την ορθότητα και πρακτικότητα των τεχνικών λύσεων και την αισθητική αρτιότητα των ρυθμίσεων που έχουμε υιοθετήσει σε κάποια ηχητική εγκατάσταση. Οι πιο έμπειροι (και πολύπαθοι) θα βρουν μια μικρή ανακούφιση σε σοφίσματα του τύπου: "το καλύτερο είναι εχθρός του καλού" ή "το περίσσιο χαλά το ίσιο" και θα συνεχίσουν να "την ψάχνουν" αλλά με μέτρο και σύνεση (χωρίς συνδρομή του στομάχου τους) ενώ οι νεότεροι και πιο άπειροι, ειδικά αν διαθέτουν αυτό το είδος "τυπτικού" φιλοτίμου που οδηγεί στην αυτοβελτίωση (εξαιρετέου του στομάχου), θα συνεχίσουν να παίρνουν τη δουλειά μαζί τους, στο σπίτι, να "ζαλίζουν" τους "παλιούς" με προλόγους του τύπου: "Μάστορααα...να κάνω άλλη μια κουτή ερώτηση...;" ή θα κάνουν, σαν την αλεπού, κρεμαστάρια τις απορίες και τις ανησυχίες τους θεωρώντας την απόκτηση άρτιας γνώσης, κριτηρίου και άποψης, πάνω στο αντικείμενο, ως απρόσιτα αγαθά που μόνο μερικώς και κατά τύχη θα αποκτηθούν...με τα χρόοονια...

Τιμώντας, λοιπόν, το δόγμα που λέει πως "δεν υπάρχουν κουτές ερωτήσεις" και την άποψη μου πως η γνώση που "χαρίζεται", σε όσους την αξιοποιούν και τη μεταλαμπαδεύουν, αποτελεί επένδυση στην βελτίωση του επαγγελματικού μας χώρου και μέλλοντος, σκέφτηκα (με...σπρώξιμο μηνών από το Λαδονικόλα) να ξεκινήσω αυτή τη σειρά άρθρων, περί του "στησίματος" και της εύρυθμης λειτουργίας μιας μουσικής σκηνής, όχι ως στείρα δασκαλίστικη παράθεση "γνώσεων", "λύσεων" ή "κανόνων", αλλά ως ένα ανοιχτό βήμα κοινού προβληματισμού και ανταλλαγής απόψεων (περιμένω τα γράμματα σας στο περιοδικό) πάνω σε θέματα μεθόδων, μηχανημάτων, ανθρώπων και όποιου άλλου παράγοντα θεωρείται ως εμπλεκόμενος στο χώρο που λέγεται "ζωντανός" ήχος.

Τα πλήκτρα
Για λόγους "κιβωτισμού" του (χειμαρρώδους) λόγου (και αντίλογου, κατ' ελπίδα...) στα πλαίσια των εκάστοτε παρεχόμενων τυπογραφικών σελίδων, θα ακολουθήσω μια (συμβατική αλλά όχι περιοριστική) τιτλοφόρηση του κάθε άρθρου ως προς το είδος της συσκευής, του οργάνου, της φωνής ή, ευρύτερα, του θέματος που θα διαπραγματεύεται (και...βλέπουμε). Ετσι, ως αρχή που δεν θα τρομάξει (χε χε...πίσω έχ' η αχλάδα...) τον αναγνώστη, διάλεξα για θέμα του παρόντος άρθρου τα "πλήκτρα" εννοώντας τα ηλεκτρονικά εκείνα πληκτροφόρα μουσικά όργανα που συναντάμε στο 70% των συνθέσεων ορχηστρών κάθε είδους μουσικής και (εσφαλμένα) θεωρούνται από την πλειοψηφία των ηχοληπτών ως η μικρότερη πιθανή πηγή προβλημάτων στον τεχνικό και αισθητικό "χειρισμό" τους (...πως είπατε; Δε "σφυράνε";...καλά, πάμε παρακάτω...). 
Μια ματιά στην τρέχουσα "συνταγή" για να συνδεθεί ο "πληχτράς" από το "μικροφωνιά" στην "κονσόλα" για τα περεταίρω (αν είναι κοντά, "καρφί-καρφί", αν είναι μακριά, βάλε και D.I., η "φέτα" flat και dry, "κάνε στάθμη" με την "παντόφλα" και το "volume" κάπου...στη μέση και τον keyboard-ά να "κοπανάει", δώσ' του monitor και...πάπαλα...επόμενος !) αφήνει τους λίγο πιο σκεπτόμενους εξ ημών με πλήθος απορίες και ενστάσεις... Γι’ αυτό ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή !

Πρώτα ας κάνουμε μια πολύ γενική θεώρηση των ηλεκτρονικών πληκτροφόρων οργάνων (keyboards για τη συνέχεια του άρθρου) ως προς το ρόλο, τις ιδιότητες και τις δυνατότητες τους μέσα σε μια ορχήστρα. Ο ρόλος μπορεί να ποικίλει, σύμφωνα με την αισθητική οπτική, από "συνοδευτικός" μέχρι "σολιστικός". Σύμφωνα με μια πιο τεχνική (ενορχηστρωτική) θεώρηση, μπορεί να "υποστηρίζει" το ρυθμικό, το αρμονικό η το μελωδικό στοιχείο ενός ορχηστρικού κομματιού ενώ, συνηθέστερα, συναντάμε ένα ρόλο που αποτελεί σύνθεση των προαναφερθέντων οπότε αναφερόμαστε σε πιο σύνθετες και εξειδικευμένες μουσικομορφολογικές θεωρήσεις του (κύρια/δευτερεύουσα μελωδική γραμμή, ισοκράτης, αντιστικτική κίνηση κ.λ.π.). Ως προς τις (βασικές) ιδιότητες, τώρα, τα διάφορα keyboards που κυκλοφορούν, διαθέτουν αριθμό πλήκτρων που ξεκινά από 12 (1 οκτάβα) και φτάνει τα 88 (7 1/3 οκτάβες) με πιο κοινά αυτά με 61 ή 76 πλήκτρα (5 ή 6 1/3 οκτάβες) που έχουν καθιερωθεί λόγω του βολικού μεγέθους και μουσικής "έκτασης" τους.
Από την άποψη του πλήθους των φθόγγων (νοτών) που μπορούν να παράγουν και με δεδομένη τη δυνατότητα των περισσοτέρων keyboards να "κουρδιστούν" σε ημιτόνια ή/και οκτάβες, "χαμηλότερα" ή "ψηλότερα" σε σχέση με το κατά σύμβαση κούρδισμα (το "μεσαίο" La0 του κλαβιέ να έχει "θεμελιώδη" συχνότητα τα 440 Hz), ο αριθμός φτάνει τους 128 (10 2/3 οκτάβες, από Do-3 ως G8) ενώ η δυνατότητες συνολικού "μικροκουρδίσματος" (συνήθως σε "cents" ή σε Hertz του La0), "προγραμματισμού σε μικροτόνους" (ξεχωριστά για κάθε πλήκτρο - ιδιαίτερα χρήσιμου στην αναπαραγωγή "εθνικών", "ασυγκέραστων" μουσικών συστημάτων) και (σε πολύ εξελιγμένα όργανα π.χ.: Wave) "δυναμικού" κουρδίσματος (σύστημα που "αναλύει" συνεχώς την εκτελούμενη μουσική και κουρδίζει τους φθόγγους σε "τέλεια" διαστήματα ως προς τον "τονικό" φθόγγο της "ανιχνευόμενης" κλίμακας/τρόπου που ακολουθείται !) δίνουν ένα πολύ μεγαλύτερο πλήθος παραγόμενων φθόγγων.

Τέλος, οι δυνατότητα "ελέγχου" των οργάνων αυτών από βοηθητικά συστήματα, γνωρίζει στις μέρες μας (λόγω της καθολικής εφαρμογής του πρωτοκόλλου ψηφιακής διασύνδεσης μουσικών οργάνων - M.I.D.I.), μια τεράστια ποικιλία εφαρμογών μέσω διαφόρων χειριστηρίων όπως τροχών (pitch bend, modulation, expression), ράβδων (x-y joysticks), ποδωστηρίων (volume, control, sustain, sostenuto, damper, expression pedals), αισθητήρων πίεσης (channel aftertoutch, polyphonic pressure, ribbon controllers, control pads), επιστομίων (breath controllers), αισθητήρων τονικότητας (midi-izers), αισθητήρων κίνησης (laser sensors) καθώς και πλήθους από κομβία (microswitches, relay switches), γραμμικά ποτενσιόμετρα (faders, drawbars) και περιστροφικούς επιλογείς (encoders, A-dials).

Αν στην παραπάνω, πολύ γενική, περιγραφή προστεθεί η πραγματικά τεράστια ποικιλία μονάδων και συστημάτων παραγωγής ηχοχρωμάτων (oscilators, filters, modulators, harmonics processors, frequency modulators, sample playback units, effects processors κ.λ.π.) που έχουν αναπτυχθεί τα τελευταία χρόνια, αρχίζουμε να έχουμε μια, αρκετά κοντά στην δυνατή πραγματικότητα, εικόνα του κεφαλαίου "keyboards" και μια (κάπως φοβιστική) ιδέα του τι άλλο μας επιφυλάσσει η τεχνολογία στο άμεσο μέλλον (ήδη έχουν κάνει την εμφάνιση τους κάμποσοι οργανίστες με USB keyboards συνδεδεμένα με PC τίγκα στα plugins και κάρτα ήχου 24 bit @ 192 kHz...)

Προσγείωση, τώρα, στην ωμή πραγματικότητα της "αξιοποίησης" όλων αυτών των ιδιοτήτων και δυνατοτήτων που περιεγράφησαν από το σύγχρονο "μέσο" μουσικό (και ειδικά τον έλληνα μουσικό του χώρου της νυκτερινής διασκέδασης...): αλήθεια, πόσους "πληχτράδες" που να έχουν ρίξει έστω και μια ματιά στο (μέχρι πρότινος αποκλειστικά ξενόγλωσσο) εγχειρίδιο χρήσης του καινούριου πανάκριβου super-duper keyboard τους γνωρίζετε; Η απελπιστική άγνοια, αδιαφορία ή και αποστροφή της πλειοψηφίας των (συχνά πρακτικών δεξιοτεχνών) μουσικών, αυτής της κατηγορίας οργάνων, για όλες τις, απαξιωτικά λεγόμενες, "τεχνικές λεπτομέρειες" μεταθέτει μεγάλο μέρος της προσπάθειας για σωστή και πλήρη αξιοποίηση τους στον (ενήμερο και "ψαγμένο") τεχνικό ήχου μια και η αναπόφευκτη παρακολούθηση της ραγδαίας εξέλιξης της ψηφιακής τεχνολογίας και των υπολογιστικών συστημάτων, στο χώρο του ήχου, τον έχει χρήσει κάτι σαν "παναρμόδιο παντογνώστη" επί πάσης ηλεκτρονικής συσκευής...(ή μήπως όχι;).

Ρεύμα, DI, καρφί – καρφί και φύγαμε; (ή μήπως όχι;)
Με όλα τα παραπάνω κατά νου, θα επιχειρήσω, στη συνέχεια, να δώσω ένα χονδρικό "μπούσουλα" σχετικά με τη μεθόδευση διαδικασιών που, αν δεν αφεθούν στην τύχη τους, μπορούν να βελτιώσουν αισθητά τη μουσική συνδρομή και ηχητική αξιοποίηση των keyboards μέσα σε μια ορχήστρα αλλά απαιτούν κάμποσο παραπάνω ψάξιμο και πειραματισμό από τον τεχνικό ήχου και, σίγουρα, καλή διάθεση συνεργασίας από την πλευρά του μουσικού (επένδυση που αξίζει τον κόπο ειδικά όταν πρόκειται για μια ολόκληρη σαιζόν λειτουργίας μιας μουσικής σκηνής...). Ας αρχίσουμε συνδέοντας ένα υποτιθέμενο keyboard σε κάποιο/α κανάλι/α της κονσόλας μείξης του ηχοσυστήματος. Ενας πρώτος παράγων που πρέπει να ληφθεί υπ' όψη είναι ο τύπος σύνδεσης και η στάθμη σήματος που παρέχεται από το όργανο. Βύσματα TS(F) ή TRS(F) 1/4" (jacks - τα γνωστά μας "θηλυκά καρφιά" balaced ή unbalanced) αποτελούν την πλειοψηφία των υλοποιήσεων ενώ ακολουθούν βύσματα RCA(F), XLR(M) ("αρσενικά" Cannon) και, πολύ σπάνια, TS/TRS 1/8" (mini jacks - τα "μικρά θηλυκά καρφιά" mono ή stereo) ή ακόμα και (σε περιπτώσεις "πατέντας") η στερεοφωνική έξοδος ακουστικών (TRS(F) 1/4" - 1/8"). Η στάθμη "αναφοράς" της εξόδου του σήματος, απ' την άλλη, μπορεί να κινείται μεταξύ των προτυποποιήσεων -20,-10 και +4 dBu με πολύ συχνές αποκλίσεις από μοντέλο σε μοντέλο και ενίοτε με δυνατότητα επιλογής μεταξύ δύο τιμών (-10/+4 dBu). Τέλος, ο αριθμός των παρεχόμενων εξόδων σήματος (και αντίστοιχων βυσμάτων) μπορεί να είναι μία (μονοφωνική σύνδεση), δύο (στερεοφωνική σύνδεση) ή και περισσότερες (σε όργανα με "πολυηχοχρωματική" δυνατότητα και "βοηθητικές" εξόδους).

Για μικρές αποστάσεις του οργάνου από την κονσόλα (<10m) συνήθως αρκεί η απ' ευθείας σύνδεση (balanced κατά προτίμηση) με κάποια/ες είσοδο/ους "line level" ενώ σημαντικό ρόλο παίζει η υψηλή αγωγιμότητα, η χαμηλή χωρητικότητα και η καλή "θωράκιση" του χρησιμοποιούμενου καλωδίου (πολύκλωνος Oxygen Free Copper αγωγός με, επίσης OFC, πυκνή πλέξη θωράκισης-γείωσης με φύλλο πλαστικοποιημένου αλουμινίου και παχύ διηλεκτρικό με παγιδευμένο αέρα και ανθεκτικό στη διάβρωση jacket σιλικόνης είναι η συνταγή της επιτυχίας)

Η αύξηση της απόστασης, η αδυναμία στάθμης του παρεχόμενου σήματος (αφού εξαντληθεί η ρύθμιση του master volume και χωρίς να θυσιαστεί η ωφέλιμη διαδρομή του volume pedal, αν υπάρχει) ή η κακή ποιότητα του σήματος (λόγω ραδιοπαρασίτων, ελλιπούς ή ανύπαρκτης γείωσης του οργάνου, βρόγχου γείωσης στο ηχοσύστημα, ενδογενών θορύβων από γεννήτριες, οθόνη, διαρροή σήματος M.I.D.I. active sence (παλμός ανά 300 ms), διαρροή θορύβου από κινητήρες ανεμιστήρων ψύξης και drives, θορυβώδες στάδιο προενίσχυσης σε παλαιά "αναλογικά" όργανα κ.λ.π.), είναι οι κύριοι λόγοι για την παρεμβολή ενός ή περισσοτέρων (αναλόγως του αριθμού εξόδων) D.I. boxes και, φυσικά, τη σύνδεση τους σε εισόδους "mic level" της κονσόλας (ας μην ξεχνάμε και το όφελος, σε δυναμική περιοχή και λόγο σήματος προς θόρυβο, από τη σωστή προσαρμογή αντιστάσεων...). Θα σταθώ λίγο εδώ για να τονίσω ότι όλα τα D.I. boxes δεν είναι ίδια. Μια κακής ποιότητας, φθηνή υλοποίηση μπορεί να υποβιβάσει τόσο την ποιότητα του σήματος ως προς τον "όγκο", την απόδοση των δυναμικών, την ταχύτητα και γραμμικότητα των γρήγορων μεταβατικών (transients) και τη "διαύγεια" που να μην αντισταθμίζεται από τα "θεωρητικά" οφέλη της χρήσης της ! Απ' την άλλη, κάποια επώνυμα, ποιοτικά (και, κατά προτίμηση, "ενεργά") D.I. boxes που κυκλοφορούν στο εμπόριο, μπορούν να σας ξαφνιάσουν με τα ηχητικά τους χαρίσματα ενώ κάποια που διαθέτουν και διάφορα επιπλέον καλούδια (π.χ. στάδιο με λυχνία ή soft limiter ή speaker emulator ή ...) θα σας τα γυρεύει ο "πληχτράς" για αγορά ! Αν, για λόγους "οικονομίας" καναλιών, είστε υποχρεωμένοι να παραλάβετε μονοφωνικά τον ήχο ενός στερεοφωνικού keyboard, αυτό σίγουρα δεν πρέπει να γίνει..."πετώντας" το ένα κανάλι εξόδου του. Στα περισσότερα σύγχρονα όργανα, ο κατασκευαστής έχει φροντίσει, με κατάλληλη διάταξη "βραχυκυκλωμάτων", εργοποιούμενων μεσω πλατινών με την είσοδο βύσματος μόνο στο ένα κανάλι (συνήθως το αριστερό που επισημαίνεται σαν "Left (Mono)") να "μειξάρει" τα δύο σήματα (Left, Right) σε μία έξοδο. Αν δεν υπάρχει αυτή η ευκολία τότε έχετε τρεις λύσεις:

1. Κολλητήρι στο χέρι και κατασκευάζετε διπλή απόληξη (Y-split) στη μία άκρη του καλωδίου.
2. (Βαριέστε να κολλάτε;...) Υλοποιείτε την παραπάνω σύνδεση με τη χρήση ενός προσαρμογέα ("αντάπτορα" επί το...ελληνικότερον) 1 σε 2 που συνδέεται στο ένα κανάλι του keyboard και η μία από τις δύο εξόδους του συνδέεται (με κοντό καλωδιάκι π.χ. interconnect για κιθαροπενταλάκια) με το άλλο κανάλι του keyboard ενώ η άλλη έξοδος (του προσαρμογέα) συνδέεται με το καλώδιο που πάει στο D.I. box ή την κονσόλα.
3. Αν υπάρχει D.I. box με δύο εισο-εξόδους (για link με ενισχυτή, τα περισσότερα σημερινά D.I. boxes είναι έτσι κατασκευασμένα) τότε τις καλωδιώνετε και τις δύο, κάθε μια με ένα κανάλι του keyboard.

Εννοείται πως οι παραπάνω "πατέντες" μπορούν να εφαρμοστούν και σε περισσότερα του ενός ζεύγη εξόδων, αν υπάρχουν, ή ακόμη και για να "συμμαζέψετε" τις 4, 6 ή 8 εξόδους από την πολυκατοικία από κλαβιέ που έστησε απρόοπτα απέναντι σας ο βαλαντιούχος εκατόγχειρας ("...το δεύτερο το 'χω για την...τσαμπούνα του και μόνο, στο τρίτο παίζω κάτι "πλάτες" όταν "σολάρω" στο πρώτο και το τέταρτο εχεί καταπληκτική...trompa marina για να "ρεπάρω" το μπασσίστα!).
Θα κλείσω το θέμα της "σύζευξης" δύο ή περισσοτέρων οργάνων με την παρατήρηση ότι όλο και πιο πολλοί οργανίστες προμηθεύονται μικρά "κονσολάκια", 4 - 8 καναλιών, και μειξάρουν μόνοι τους τα σήματα από τα διάφορα όργανα τους πράγμα που μπορεί να είναι για τον ηχολήπτη από ευκολία μέχρι (συνηθέστερα...) εφιάλτης κατά τη διάρκεια του προγράμματος. Σε τέτοια περίπτωση μπορεί να βολεύει να πάρετε σήμα από κάποια pre-fader έξοδο (aux out, rec out, direct out, non breaking master inserts ή D.I. boxes πριν το κονσολάκι) και να αφήσετε στον οργανίστα τη μείξη του δικού του monitor (main out) για να 'χετε το κεφάλι σας (κάπως) ήσυχο...

Πριν αφήσουμε τον οργανίστα ήσυχο, στο πεδίο δράσης του, και πάρουμε θέση πίσω από την κονσόλα για να του "κάνουμε ήχο" πρέπει να ασχοληθούμε λίγο με τα πιο επικίνδυνα όπλα (καταστροφής της μείξης και της ηρεμίας σας) που διαθέτει: το ποτενσιόμετρο έντασης που βρίσκεται πάνω στο/στα όργανο/α και το volume pedal (ποδωστήριο έντασης, κοινώς..."παντούφλα"). Οι περισσότεροι οργανίστες χρησιμοποιούν ένα ή και δύο volume pedals που μπορεί να είναι είτε αναλογικά (που το καθένα μπορεί να ελέγχει ένα ή δύο κανάλια σήματος και παρεμβάλλεται μεταξύ εξόδου του οργάνου και D.I. box ή κονσόλας) είτε M.I.D.I. controllers (που συνδέονται απ' ευθείας στο όργανο με TRS(M) jack 1/4" και, μέσω σύνδεσης M.I.D.I., μπορούν να ελέγχουν, ταυτόχρονα, την ένταση εξόδου ή και άλλες λειτουργικές παραμέτρους όσων οργάνων θέλουμε).

Η ύπαρξη αναλογικού volume pedal στη συνδεσμολογία, συχνά συνοδεύεται και από προβλήματα κακοσυντηρημένων επαφών (χρατς χρουτς) ενώ, στις περισσότερες περιπτώσεις, καταργεί τη balanced συνδεσμολογία (αν υπάρχει) βραχυκυκλώνοντας τον αγωγό ανεστραμμένης φάσης με τον αγωγό της γείωσης (cold+ground. Μια μερική λύση, εδώ, είναι η κατασκευή semi-balanced σύνδεσης με custom καλώδια: TRS(M) to TS(M), tip to tip - ring to sleeve - sleeve cut, τα TS στο volume pedal και τα TRS σε όργανο και D.I. box. Ετσι θα κερδίσετε και 3.01 dB σήμα). Μπορείτε, λοιπόν, ανεπιφύλακτα να προτείνετε στον ιδιοκτήτη του την αντικατάσταση του (προκειμένου για όργανο συμβατό με το πρωτόκολλο M.I.D.I.) με ένα M.I.D.I. control pedal που θα γλιτώσει και τους δυο σας από ενδεχόμενες περιπέτειες (επαφές που κυλιούνται στο δάπεδο, τσαλαπατιούνται και ραίνονται με...γαρίφαλα, κάποτε θα εκδικηθούν) ενώ, επιπλέον, το όργανο που ελέγχεται από ένα M.I.D.I. control pedal, συνήθως επιδέχεται προγραμματισμού ως προς την κατώτερη και ανώτερη (0-127) τιμή έντασης εξόδου που μπορεί να δέχεται από αυτό.

Οπως και να 'χει το πράγμα με τον τρόπο ελέγχου της έντασης που θα σας "στέλνει" ο οργανίστας, η ασφαλής μέθοδος καθορισμού της μέγιστης "απολαβής σήματος" που θέλετε να έχετε στην κονσόλα είναι η ίδια:

1. Ποτενσιόμετρα και volume pedals στο maximum της διαδρομής τους.
2. Επιλογή κάποιου ηχοχρώματος με μεγάλο αρμονικό και μη αρμονικό πλούτο και ένταση (πιάνο, χάλκινα πνευστά, "άγριο" ήχο Hammond κ.λ.π.).
3. Πρό(σ)κληση του οργανίστα να παίξει τα πιο "δυνατά" του μέρη (η, εντός λογικών πλαισίων, χαμηλή στάθμη monitor θα βοηθήσει αν...δεν έχει πιει το γάλα του).
4. Αρχική ρύθμιση της απολαβής σήματος (gain) του καναλιού στην κονσόλα αφήνοντας 5-6 dB περιθώριο για την ισοστάθμιση του σήματος.
5. Ισοστάθμιση του σήματος σύμφωνα με κριτήρια και τρόπους που θα αναπτυχθούν παρακάτω.
6. Τελική ρύθμιση της απολαβής σήματος και της βοηθητικής αποστολής (auxiliary send) monitor προς τον οργανίστα.

Αν το ηχητικό αποτέλεσμα αυτής της μεθόδευσης πάσχει από υπερβολικό υψίσυχνο θόρυβο ("φύσημα") που δεν "μαζεύεται" με την ισοστάθμιση, τότε επιτρέπουμε (μετά φόβου) την ελλάτωση της στάθμης εξόδου του οργάνου από το σχετικό ποτενσιόμετρο αντισταθμίζοντας την με ανάλογη αύξηση του gain στο κανάλι. Αν το ποσοστό θορύβου (για ίδια τελική ένταση εξόδου του σήματος από την κονσόλα) μειωθεί, αυτό σημαίνει πως το τελικό στάδιο ενίσχυσης του οργάνου παράγει, σε ακραία ρύθμιση, περισσότερο ενδογενή θόρυβο απ' όσο το στάδιο προενίσχυσης της εισόδου της κονσόλας οπότε, λίγος πειραματισμός προς αυτή την κατεύθυνση, θα μας δώσει τη χρυσή τομή μεταξύ "καθαρότητας" και έντασης του παραλαμβανόμενου σήματος (εννοείται πως απαγορεύουμε στον οργανίστα να πειράξει το ποτενσιόμετρο του volume του ή, ακόμα καλύτερα, του το ακινητοποιούμε με χαρτοταινία...και για μερικούς που τους τρώνε τα χέρια τους...εποξική ρητίνη !). Αν, πάλι, το ηχητικό μας αποτέλεσμα φιλοξενεί εμφανή βόμβο από το δίκτυο ηλεκτροδότησης και αφού οι κλασικές μέθοδοι καταστολής του (παροχή ρεύματος από άλλη φάση, αλλαγή πολικότητας σε πρίζες, αντικατάσταση εξωτερικού τροφοδοτικού με άλλο σταθεροποιημένο, μόνωση του ακροδέκτη γείωσης στην πρίζα του οργάνου κ.λ.π.) αποβούν άκαρπες, ως μόνη (και συνήθως επαρκής) λύση απομένει η χρήση "παθητικού" D.I. box (ή ενεργού αλλά με μπαταρία) με "άρση" της γείωσης του σήματος (ground lift) διακινδυνεύοντας, βέβαια, έτσι την αυξημένη συλλογή "ραδιοπαρασίτων" από το καλώδιο μεταξύ D.I. box και κονσόλας.

Στην ειδική περίπτωση της παραλαβής σημάτων από δύο διαφορετικά όργανα "μειξαρισμένων" σε ένα κανάλι (σύμφωνα με κάποιο από τα τεχνάσματα που έχουν περιγραφεί), γίνεται προφανές ότι, αν το ένα όργανο παράγει σήμα φανερά υψηλότερης έντασης από το άλλο, θα πρέπει να τιθασευθεί από το volume του (κι εδώ χαρτοταινία). Τέλος, τα διάφορα ηχοχρώματα που θα παράγει ένα keyboard κατά τη διάρκεια της "συνεργασίας" του με τα υπόλοιπα όργανα της ορχήστρας, θα πρέπει να "ισοζυγιστούν" μεταξύ τους ως προς την ένταση του σήματος τους έχοντας κατά νου ένα πλήθος από παραμέτρους (αισθητικός και ενορχηστρωτικός ρόλος του κάθε ηχοχρώματος, "πυκνότητα" των μουσικών μερών που αποδίδει, πραγματική σχετική ένταση, μέσα στην ορχήστρα, του φυσικού οργάνου που τυχόν "μιμείται", εκτελεστικές δυνατότητες, περιορισμοί, ιδιαιτερότητες του οργανίστα, "αλληλοκάλυψη" (masking) με άλλα όργανα κ.λ.π.). Αυτή η τελευταία διαδικασία, που φυσικά απαιτεί χρονοβόρο "προγραμματισμό" του οργάνου από το χρήστη του σε συνεργασία με τον ηχολήπτη και το μαέστρο, είναι και η πιο παραμελημένη αφήνοντας πράγματα στην τύχη και προετοιμάζοντας μια καλά ναρκοθετημένη συνεργασία (-"Γιατί μ' έκλεισες πάνω που τα 'δινα ρεεε;" -"Γιατί με πήραν κάτι εσκιμώοι τηλέφωνο και μου είπαν ότι δεν τους αφήνεις να κοιμηθούν ρεεε !") μεταξύ "πληχτρά" και "μικροφωνιά" (για να μη σας πω τι γίνεται όταν ο "πληχτράς" είναι και "μαέστρος", κάτι που "φοριέται" πολύ τελευταία...)!

Θεωρώντας ότι, έστω και ακροθιγώς, έχω καλύψει το μεγαλύτερο μέρος των συνηθέστερων λεπτομερειών ως προς τη σύνδεση ενός keyboard στην κονσόλα μείξης, θα επιχειρήσω, στη συνέχεια, κάποιες τοποθετήσεις μου πάνω στο θέμα της δυναμικής επεξεργασίας και ισοστάθμισης (ή μη) του σήματος αυτών των οργάνων προσπαθώντας να ερμηνεύσω και να δικαιολογήσω αντικειμενικά επεμβάσεις που για μια μεγάλη μερίδα μουσικών αλλά και ηχοληπτών θεωρούνται ώς θέματα υποκειμενικής εκτίμησης και γούστου...

Ολοι μας θα έχουμε βρεθεί στη δύσκολη θέση να παραλαμβάνουμε, από τον οργανίστα, σήμα που μια "ψιθυρίζει" και μια "γκαρίζει" με αποτέλεσμα, αν καταφέρνουμε να τον "προλαβαίνουμε" από θέμα στάθμης, το όργανο να ακούγεται μια με "φύσημα" και μια "παραμορφωμένο". Αν η όποια συνεννόηση με τον οργανίστα αποδειχθεί άκαρπη κατά την ώρα του προγράμματος, κάποια από τις λύσεις που προτείνω παρακάτω ίσως διορθώσει κάπως τα πράγματα. Αν το (υπερβολικό και όχι για λόγους "χρωματισμού" της μουσικής, όπως θα σας δικαιολογηθεί ο υπαίτιος) "σκαμπανέβασμα" της στάθμης οφείλεται σε παγειωμένη "άποψη" του μουσικού τότε η διερεύνηση των "φυσικών" (...κουφαμάρα, κουλαμάρα) ή...ψυχικών (...μόλις βρήκα τι τόνο παίζουμε και δυναμώνω) αιτίων, με τη βοήθεια του κατάλληλου γιατρού, είναι, δυστυχώς, η μόνη λύση. Αν, πάλι, το φαινόμενο του υπερβάλλοντος δυναμικού χρωματισμού οφείλεται σε monitor με "συμπιεσμένη" απόδοση των δυναμικών, είτε γιατί παίζει "σκασμένο" είτε γιατί έχει "αναίσθητα" μεγάφωνα είτε γιατί ο ήχος συμπιέζεται λόγω ακουστικών χαρακτηριστικών της θέσης του μουσικού, τότε ο οργανίστας αθωώνεται και εξετάζουμε κάποια από τις εξής διεξόδους:
1. Μήπως το monitor του παίζει με "διαφορά" ή και "αναστροφή" φάσης σε σχέση με τον ήχο που του "έρχεται" από τα P.A. ηχεία ή από άλλα monitors (οπότε και δρά "ακυρωτικά" μειώνοντας το δυναμικό εύρος του σήματος που ακούει); Η παρεμβολή delay ή η αναστροφή της φάσης στη γραμμή του monitor του μπορεί να δώσει τη λύση.
2. (Ακραία λύση αλλά δουλεύει) Εχετε ένα περισσευούμενο downward expander; Το παρεμβάλετε στη γραμμή του monitor, με μεγάλο "λόγο αποσυμπίεσης" (out/in) και ας τολμήσει να "βαρέσει" ξανά το κλαβιέ (ωχ...με ξεκούφανα !).
3. (Λύση αντίστροφη της προηγούμενης) Εχετε ένα περισσευούμενο downward compressor ή, έστω, limiter με soft knee (ή και όλ' αυτά μαζί με gate για το φύσημα στις παύσεις); Το παρεμβάλετε στo κανάλι (ή group) του οργάνου (κατά τρόπο που να μην επηρεάζει την αποστολή monitor) και προβαίνετε στις αρμόζουσες ρυθμίσεις (βλέπε λήμμα: Προκρούστης).
4. (Ψαγμένη λύση) Σας αφήνει ο οργανίστας να πειράξετε το setup του/των keyboard/s του; Ρίξτε μια ματιά στη ρύθμιση "velocity curve" (αν έχει) που ελέγχει την "απόκριση" του οργάνου στην "ταχύτητα καθόδου" των πλήκτρων (μεταφράζοντας την σε ένταση αναπαραγωγής των φθόγγων). Μια πιο "αναίσθητη" επιλογή (από την "over-easy", "xtra sensitive" κ.λ.π. που, πιθανότατα θα βρείτε επιλεγμένη) θα δώσει στο μουσικό την ευκαιρία να προπονηθεί στο karate χωρίς να σας κάνει καρδιακό.

Αντε και καταφέραμε να έχουμε, επιτέλους, καθαρό, σταθερής "μέσης" έντασης ήχο από τον "κλαβιετζή" μας. Εχουμε λόγους να αμφισβητήσουμε την "αναίμακτη" επιλογή της "dry-flat" ρύθμισης της ισοστάθμισης; Σας εκθέτω μερικές σκέψεις πάνω στο θέμα και πράξτε κατά τη δική σας άποψη:
1. Αν το φίλτρο αποκοπής χαμηλών (low cut) περιορίζει το βόμβο που πιθανόν διέφυγε από τις προηγούμενες παρεμβάσεις μας χωρίς να κάνει υποτονικούς τους ήχους μπάσσου, πιάνου, "hit" ορχήστρας κ.λ.π., δεν υπάρχει λόγος δισταγμού στή χρήση του.
2. Ο κατασκευαστής του οργάνου, συνήθως, προβλέπει να ακούγεται η κάθε νότα του σε ίδια ένταση, με όλες τις άλλες, για σταθερή "δύναμη πληκτρισμού" (άρα και ταχύτητα - velocity), πράγμα που είναι και το ζητούμενο της ισοστάθμισης. Ναι, αλλά αυτό συμβαίνει (αν συμβαίνει) στην "υγειή" στάθμη ακρόασης των 80 -90 dB(A) που απέχει πολύ από τις κρανιοδιατριτικές 120άρες που εξαπολύονται στο όνομα της...ψυχαγωγίας. Οι "καμπύλες ισοακουστότητας" των Fletcher και Munson (1933, καθιερώθηκαν σαν διεθνές πρότυπο (ISO 226) από τους Robinson και Dadson) μας λένε πως, ανεβαίνοντας σε στάθμες αναπαραγωγής της τάξεως των 110 - 120 dB(A), ένα όργανο που ακούγεται ισοσταθμισμένο σε στάθμη 80 dB(A), θα παρουσιάσει έξαρση "ακουστότητας" στις περιοχές των 400 Hz (+3 dB) και των 10 kHz (+8 dB) και βύθιση της στις περιοχές των 50 Hz (-4 dB) και των 3-4 kHz (-14 dB) ! Οι εξάρσεις στή χαμηλομεσαία και πολύ υψηλή περιοχή θα δώσουν ένα ήχο "θολό" και "παχύ" με ενοχλητικές υψίσυχνες αρμονικές που, μέσω των μικροφώνων των τραγουδιστών, μπορεί να διεγείρουν και αναδράσεις ενώ θα κάνουν τα "συριστικά" των τραγουδιστών και τα κύμβαλα του drummer να ακούγονται (συγκριτικά) "θαμπά". Οι βυθίσεις, απ' την άλλη, στην πολύ χαμηλή και υψηλή περιοχή θα στερήσουν από τον ήχο τη "βάση" ή το "πάτημα" του, όπως λέμε, και την "παρουσία" (presence) του κάνοντας τον φτωχό σε "ατάκα" και "αμεσότητα".
3. Η προαναφερθείσα ρύθμιση ισοακουστότητας του οργάνου ποικίλει πολύ από τον ένα κατασκευαστή στον άλλο δίνοντας στην κάθε μάρκα ένα εμπειρικά αναγνωρίσιμο "χαρακτήρα" (όλα τα Yamaha ακούγονται λίγο "έρρινα" και "φτωχά", όλα τα Korg και Kurzweil λίγο "σκληρά", όλα τα Roland πολύ "γλυκά", όλα τα Ensonic λίγο "στενά" κ.λ.π.).
4. Κάποια ηχοχρώματα, αν δεν τους κάνουμε "τρύπες" σε επίμαχες συχνοτικές περιοχές, "μασκάρουν" (καλύπτουν) ότι άλλο παίζει δίπλα τους "λασπώνοντας" τη μείξη μας.
5. Οι περισσότεροι οργανίστες παίζουν λίγο "ξερά" ξεκινώντας και τελειώνοντας απότομα και "κοφτά" τις μουσικές τους φράσεις (ή αφήνοντας νωρίς το sustain στην αλλαγή συγχορδίας). Οταν το ηχόχρωμα που χρησιμοποιούν δεν διαθέτει κάποιου είδους "αντήχηση" (reverb) θα πρέπει να την προσθέσουμε εμείς  (με μέτρο) σαν εξομαλυντικό παράγοντα.
Νομίζω πως, χονδρικά, έδωσα μια ιδέα των ποικίλων προβληματισμών (αντικειμενικής βάσης) που θα πρέπει να πάρουν τη θέση των δογματικών θέσεων και της προσκόλλησης σε πρόχειρες "συνταγές" στη δουλειά μας.
Καλή σας μείξη!

Rate this item
(5 votes)
email_linkE-mail
Login to post comments
Διαφήμιση
Διαφήμιση
Διαφήμιση
Διαφήμιση
Διαφήμιση
Διαφήμιση
Διαφήμιση
Διαφήμιση
Διαφήμιση
Διαφήμιση
Διαφήμιση
Διαφήμιση
Διαφήμιση