Το aLive, μετά από πρόσκληση της εταιρίας Alpha Sound του Χρύσανθου Κορμπάκη και της Sirius Sound & Lighting Systems (αντιπρόσωπο της Meyer Sound στη χώρα μας), βρέθηκε στο κατάμεστο Ηρώδειο για την παράσταση «Αριστοφάνεια», το μεγάλο λαϊκό πανηγύρι του Χρήστου Λεοντή για τον Αριστοφάνη στο οποίο έδωσαν το «παρών» χιλιάδες θεατές.
Αφορμή για την παρουσία μας εδώ στο Ηρώδειο ήταν το σύστημα PANTHER της Meyer Sound στο ουσιαστικό του ντεμπούτο στα Rental δρώμενα της χώρας μας και μάλιστα σε έναν εμβληματικό (και δύσκολο) χώρο όπως το Ηρώδειο και σε μια αρκετά απαιτητική ηχητικά παράσταση…
Συνολικά η παράσταση βασίστηκε στη μουσική που είχε γράψει ο συνθέτης για τις παραστάσεις του Θεάτρου Τέχνης και του Εθνικού Θεάτρου που πραγματοποιήθηκαν στην Επίδαυρο, για τις κωμωδίες του Αριστοφάνη «Αχαρνής», «Πλούτος», «Εκκλησιάζουσες», «Σφήκες», «Ιππείς», «Λυσιστράτη» και «Ειρήνη».
Στο ρόλο του Αριστοφάνη ο χαρισματικός Σταμάτης Κραουνάκης ο οποίος δεν παρέλειπε να σχολιάζει με το δικό του ευρηματικό και αυθόρμητο τρόπο, το κοινωνικό και πολιτικό γίγνεσθαι της εποχής κάνοντας άμεσες παραπομπές και αναφορές στο σήμερα…
Τη 16μελή ορχήστρα αποτελούσε η Λαϊκή Ορχήστρα του Χρήστου Λεοντή και οι Polis Ensemble, ενώ στο πίσω τμήμα της σκηνής βρίσκονταν οι 3 χορωδίες που αποτελούσαν ταυτόχρονα και το Χορό και απαρτίζονταν από τους σπουδαστές της Δραματικής Σχολής του Θεάτρου Τέχνης «Κάρολος Κουν», το φωνητικό σύνολο «Διαφωνία» και την παιδική χορωδία του CGS (Εκπαιδευτήρια Κωστέα - Γείτονα).
Εκατέρωθεν του συνθέτη / μαέστρου βρίσκονταν οι ερμηνευτές Τάσης Χριστογιαννόπουλος, Πέτρος Δαμουλής, Ιωάννα Φόρτη και Αγγελική Τουμπανάκη, καθώς και η Klavdia ως guest, όπου όλοι τους ερμήνευσαν εξαιρετικά τα μέρη τους.
Να επισημάνουμε και την αναφορά του Χρήστου Λεοντή στον επί σειρά ετών αγαπημένο συνεργάτη του Μάνο Αβαράκη, που για προσωπικούς λόγους ήταν στους θεατές και όχι στην σκηνή και από τις κερκίδες του Ηρωδείου έπαιξε με την φυσαρμόνικά του συνοδεύοντας τον μαέστρο.
Οι Πάνθηρες στο Ηρώδειο
Για τις ανάγκες της μουσικής παράστασης του Χρήστου Λεοντή «Αριστοφάνεια» στο Ηρώδειο, αναρτήθηκαν 12 + 12 PANTHER ανά πλευρά με τις 8 καμπίνες στο άνω τμήμα κάθε συστοιχίας να είναι οι PANTHER-L με διασπορά 80 μοίρες, ενώ οι 4 κάτω καμπίνες του array ήταν οι PANTHER-W με οριζόντια διασπορά 110 μοιρών…
Το σύστημα ως προς το low end συμπλήρωσαν και 3 + 3 καμπίνες 2100 LFC ανά πλευρά, σε cardioid mode λειτουργία.
Επίσης στο ανώτερο τμήμα του L και R ικριώματος είχαν αναρτηθεί και 5 καμπίνες RCF HDL - 6 για την κάλυψη των πλαϊνών σημείων του ανώτερου διαζώματος του Ηρωδείου, ενώ ίδιες καμπίνες χρησιμοποιήθηκαν και ως Front fill.
Οσον αφορά τις κονσόλες, στο FOH ο ηχολήπτης Γιάννης Παπαδόπουλος (επί σειρά ετών συνεργάτης του Χρήστου Λεοντή) και ο Brian Coon (system tech του συστήματος και συνεργάτης του Γιάννη Παπαδόπουλου στο χειρισμό της κονσόλας και στη διαχείρισης της πολυπληθούς ορχήστρας, με δεδομένο τον ελάχιστο χρόνο που είχαν στη διάθεσή τους για check και μίξη), χρησιμοποίησαν μια Midas Pro2, ενώ στα monitors ο ηχολήπτης Πασχάλης Κολέντσης που επιμελήθηκε την απαιτητική μίξη όλων των μουσικών, χοροδών και ερμηνευτών, χρησιμοποίησε μια Midas Heritage HD96. Η δουλειά του Πασχάλη ήταν επίσης ιδιαίτερα απαιτητική όχι μόνο λόγω της μεγάλης ορχήστρας, αλλά και λόγω του γεγονότος ότι όλοι χρησιμοποίησαν wedge monitors (32 συνολικά) και όχι in ear συστήματα.
Το σήμα οδηγήθηκε ψηφιακά από τον FOH κονσόλα στο Galaxy για τις ανάγκες επεξεργασίας. Από κονσόλες, χρησιμοποιήθηκαν, μια Midas Pro2 στο FOH και μια Midas HD96 για χρέη stage monitoring από τον Πασχάλη.
H μεταφορά και οδήγηση του σήματος έλαβε χώρα ψηφιακά (AES/EBU) προς τους Fully Networkable Loudspeaker Processor Galileo GALAXY 816 για την επεξεργασία του σήματος και οδήγηση του συστήματος, ενώ μοιράστηκαν 4 έξοδοι και οι ζώνες ελέγχου που δημιουργήθηκαν ήταν 3 ανά πλευρά για τα PANTHER, 2 ζώνες για τα sub, 2 για τα outfill και 2 για τα infill και frontfill, ενώ από δυο ζώνες ελέχθηκαν και τα ηχεία του Ηρωδείου για την κάλυψη κάποιων ανώτερων ‘δύσκολων’ θέσεων.
Οσον αφορά το stage, όπως είπαμε, όλοι οι μουσικοί και οι τραγουδιστές χρησιμοποίησαν συνολικά 32 ενεργά wedge monitors που ανήκαν στην εταιρία RCF, ενώ για τα φωνητικά χρησιμοποιήθηκαν τέσσερα MJF 210 της Meyer Sound…
Ανάλυση – λεπτομέρειες και δυναμικά: Ακούγοντας τα Panther
Τη συναυλία την είδα και την άκουσα από το FOH, ακριβώς δίπλα από τους Brian Coon και Γιάννη Παπαδόπουλο που χειρίζονταν την κονσόλα και τη ροή του απαιτητικού μουσικού προγράμματος.
Παρά το γεγονός ότι δεν είχαν τον απαιτούμενο χρόνο που θα ήθελαν για το sound check, το πρόγραμμα κύλησε τόσο αβίαστα και χαλαρά που είχες την αίσθηση ότι είχαν στη διάθεσή τους το Ηρώδειο για μια εβδομάδα για πρόβες και ρυθμίσεις…
Αυτό που άκουσα ήταν ο μεγάλος Αμερικάνικος ήχος της Meyer, η οποία ως γνωστόν ανήκει σε μια ηχητική φιλοσοφία που τα τελευταία αρκετά χρόνια για πολλούς και διάφορους λόγους (που δεν είναι της παρούσης να αναλυθούν) έχει λείψει από τα μέρη μας. Και όχι μόνο η Meyer αλλά και αντίστοιχοι κατασκευαστές (δεν είναι πολλοί), αυτής της συγκεκριμένης φιλοσοφίας και προσέγγισης.
Ποια είναι αυτή? Η γνωστή ‘in your face’ σχολή, όπου η ανάλυση, η λεπτομέρεια και η ουδετερότητα κυριαρχούν, κάνοντας το PA να λειτουργεί ως ένα μεγάλο μόνιτορ σύστημα που απλά φροντίζει να αναπαράγει το σήμα που λαμβάνει στην είσοδο και να το διαχειρίζεται με τη μεγαλύτερη δυνατή γραμμικότητα και τις ελάχιστες δυνατές παρεμβάσεις. Την ίδια στιγμή η γραμμικότητα υπηρετείται με φασική ισορροπία, χρονική ευθυγράμμιση, το κατάλληλο διάγραμμα κάλυψης / απόκριση συχνότητας και τον κατάλληλο διαμοιρασμό της ενέργειας σε όλο το ακροατήριο και σε κάθε θέση του venue, ακόμα και την πιο ‘δύσκολη’.
Στην πράξη λοιπόν αυτό που άκουσα στο Ηρώδειο ήταν καταρχάς ‘κανονική’ στάθμη ακρόασης (max στα 90dB C weighted), πολύ καλή μίξη της πολυμελούς ορχήστρας και χορωδίας και το πιο σημαντικό απ’ όλα, αμεσότητα και ανάλυση.
Ο χροιές αναδείχθηκαν με περιγραφικότητα και λεπτομέρεια από το σύστημα, ακόμα και σε σημεία με χαμηλή στάθμη, καθώς και το ιδιαίτερο ηχόχρωμα κάθε οργάνου (χαρακτηριστικό παράδειγμα το ακορντεόν, το κανονάκι, η φυσαρμόνικα, τα μπουζούκια, τα υπόλοιπα σολιστικά, οι ακουστικές κιθάρες, το πιάνο και όλη η Polis Ensemble).
Ιδιαίτερη μνεία αξίζει βεβαίως σε όλη την ορχήστρα και το μαέστρο που είχαν ‘μίξη’ από μόνοι τους και απόλυτη πειθαρχία στο παίξιμο και στα δυναμικά. Το γράφω αυτό διότι οι επεμβάσεις του Γιάννη και του Brian στην κονσόλα καθ’ όλη τη διάρκεια της μουσικής παράστασης σε στάθμες (αλλά και σε eq, δυναμικά κλπ απ’ όσο μπόρεσα να παρατηρήσω) ήταν πραγματικά ελάχιστες, το compression όπως με πληροφόρησαν (αλλά και όπως άκουγα) από ανύπαρκτο έως το απολύτως απαραίτητο σε φωνές κυρίως και με αναλογίες πιο κοντά στο bypass παρά στο ‘σιδέρωμα’. Κάτι που σημαίνει ότι η ορχήστρα βοήθησε σημαντικά στη μίξη και στα δυναμικά.
Ωστόσο, εδώ (στα δυναμικά δηλαδή) θα ήθελα να σταθώ λίγο παραπάνω, καθώς αυτό μου έκανε περισσότερη εντύπωση από το σύστημα, ίσως περισσότερη και από την εξαιρετικά υψηλή περιγραφικότητα και ανάλυσή του… Ο τρόπος που τα Panther ανέδειξαν τις δυναμικές της ενορχήστρωσης ήταν πράγματι εντυπωσιακός και παράλληλα απολύτως φυσικός και ουδέτερος, και όλα αυτά με το σύστημα να οδηγείται σχεδόν στο ρελαντί (δεν χρειαζόταν παραπάνω) και με τα sub να είναι απόλυτα δεμένα με το σύστημα, λειτουργώντας ως ένα ηχείο, παρά το γεγονός ότι λόγω προγράμματος και ενορχήστρωσης είχαν περιορισμένο ρόλο (μόνο οι θεμελιώδεις του μπάσου ήταν το βασικότερο περιεχόμενο στο ‘ταίσμα’ των 2100).
Οσον αφορά τις φωνές (ιδιαίτερα ευπρόσδεκτο και ενδιαφέρον το γεγονός ότι υπήρχαν άνδρες και γυναίκες σολίστ αλλά και μια πολυπληθής χορωδία), οι χροιές αναδείχθηκαν με φυσικό τρόπο καθώς και τα δυναμικά τους, με τα Meyer να πιστοποιούν την εξαιρετική μεσαία περιοχή τους.
Ένα άλλο στοιχείο που πιστοποίησα στους Πάνθηρες (το είχα διακρίνει τις 3 φορές που είχα ακούσει το σύστημα αλλά κυρίως με playback προηχογραφημένο πρόγραμμα αναφοράς και μη), ακούγοντάς τους πρώτη φορά με φουλ μίξη και σε κανονικές συναυλιακές συνθήκες (και μάλιστα απαιτητικές), ήταν η περαιτέρω ανάλυση που έχει το σύστημα ψηλά (σε σχέση με άλλα συστήματα προκατόχους του της Meyer) η οποία υψηλή περιοχή συνδυάζεται με ευπρόσδεκτο όγκο και μηδαμινή ροπή προς την ‘επιθετικότητα’.
Εν ολίγοις, ήταν σαφές ότι το σύστημα είναι ‘γρήγορο’, άμεσο, αναλυτικό και περιγραφικό όσον αφορά το άκουσμα και τα χαρακτηριστικά του. Υπάρχουν πολλοί που λατρεύουν να δουλεύουν σε τέτοια συστήματα, διότι το σύστημα δίνει τη μπαγκέτα και τα κλειδιά στον ηχολήπτη και τη μπάντα και υποστηρίζει τη μίξη παραμένοντας ουδέτερο και γραμμικό.
Ο Γιάννης και ο Brian είναι σίγουρα δυο από αυτούς, εξ’ου και η προσέγγισή τους στην μπάντα, την παράσταση και στο σύστημα, μας χάρισε μια εξαιρετική μίξη, και ένα ακόμα καλύτερο, ολοκληρωμένο και ισορροπημένο άκουσμα που ήταν ακριβές και ευχάριστο, βοηθώντας το κοινό να επικεντρώνεται αποκλειστικά στην παράσταση και τις ερμηνείες και να βιώσει μια απολαυστική βραδιά…
Ευχαριστούμε το Γιάννη Παπαδόπουλο και το Brian Coon για την φιλοξενία στο Foh και τις πληροφορίες, όλο το team την Alpha Sound του Χρύσανθου Κορμπάκη και τη Sirius Sound & Lighting Systems για την πρόσκληση.
Οι τεχνικοί που εργάστηκαν για αυτή την παράσταση ήταν οι Πασχάλης Κολέντσης (monitor ηχολήπτης του Λεοντή), Δημήτρης Κιαμές, Μανώλης Νταϊς και Σπύρος Ανδρέου.
Τέλος να μην ξεχάσω να αναφέρω ότι τα κείμενα της παράστασης ήταν της Ευανθίας Στιβανάκη και του Σταμάτη Κραουνάκη.
Χοροθεσία - Φωτισμοί: Κωστής Καπελώνης
Ενδυματολογική επιμέλεια: Κατερίνα Σωτηρίου
Ο Γιάννης Παπαδόπουλος – ηχολήπτης συνεργάτης Χρήστου Λεοντή επί 25 χρόνια, 15 χρόνια με το Μίκη Θεοδωράκη και προϊστάμενος στα Μουσικά Σύνολα της ΕΡΤ, δήλωσε στο aLive τα εξής σχετικά με τη συναυλία και το σύστημα:
«Με το Λεοντή συνεργάζομαι πολλά χρόνια και αυτό που έχουμε είναι σχέση ζωής. Είμαι πάντα δίπλα τους… και χαίρομαι κάθε φορά που χτυπάει το τηλέφωνο για να ετοιμάσουμε κάποια μουσική παράσταση ή συνεργασία…
Όταν η εταιρία παραγωγής για το ηχητικό σύστημα του Ηρωδείου κατέληξε στην εταιρία Alpha Sound του Χρύσανθου, εγώ ζήτησα να έχω στο Ηρώδειο τα Panther, τα οποία τα άκουσα στο φεστιβάλ του Montreux τα τελευταία δυο χρόνια. Αυτό που εκτίμησα από αυτά στο Montreux ήταν ο καθαρός τους ήχος δίχως παραμόρφωση, οι εξαιρετικές τους μεσαίες και το πλούσιο χαμηλό του συστήματος που ήταν ταυτόχρονα καθαρό και γενικά ο εξαιρετικός τους ήχος που μπορεί να αποδωθεί σε όλες τις στάθμες εξόδου.
Μετά τη δική μας συναυλία στο Ηρώδειο το ηχείο το αγάπησα για μια ακόμα φορά, καθώς στήσαμε και ρυθμίσαμε γρήγορα, έχοντας στην ορχήστρα πολύ καλούς μουσικούς, όμως το να ανοίγεις και να τους ακούς σωστά με λίγες κινήσεις είναι ένα από τα μεγάλα ατού του συστήματος. Επιπλέον, έτσι κερδίζεις χρόνο, όταν έχεις απέναντί σου ένα ισορροπημένο σύστημα. Αυτά είναι πολύτιμα στοιχεία για συναυλίες σε χώρους όπως στο Ηρώδειο όπου έχεις μεγάλη πίεση χρόνου και τις κυρίως να φωνάζουν: ‘κλείσε να κάνουμε πόρτα’…
Εν ολίγοις θεωρώ ότι πρόκειται για ένα σύστημα με κορυφαία ποιότητα, άμεση προσαρμογή στις ανάγκες της εκάστοτε κάλυψης που προσαρμόζεται εύκολα και αυτό θεωρώ ότι είναι το μεγάλο αβαντάζ του…
Ο συνθέτης ήταν επίσης πολύ ευχαριστημένος με αυτό που άκουσε, με το σύστημα, και με την Alpha Sound. Κλείνοντας θα ήθελα να αναφερθώ και στην εξαιρετική συνεργασία που είχα με τον Brian Coon, τον οποίο τον γνωρίζω από όταν ήταν μικρό παιδί, καθώς πρόκειται για πολύ καλό επαγγελματία, ήρεμος, με χιούμορ που γνωρίζει πολύ καλά τη δουλειά του, ενώ κάθε φορά που συνεργάζομαι μαζί του περνάω καλά, όπως έγινε και αυτή τη φορά εδώ στο Ηρώδειο».
Αντίστοιχα το aLive απευθύνθηκε και στο Brian Coon (σχεδιασμός / εγκατάσταση / χειρισμός του συστήματος) για να μας περιγράψει την συνολική εμπειρία του με το Panther στο Ηρώδειο
«Η επιστροφή του (Meyer) πάνθηρα... 1η του Σεπτέμβρη του σωτήριου έτους 2025, είχαμε την μεγάλη επιστροφή ενός μεγάλου συστήματος Meyer στο Ηρώδειο, μετά από πολλά (τουλάχιστον 15) χρόνια. Από τα τέλη των 00's, οπότε και στήναμε το τιμημένο Meyer Milo της πάλαι ποτέ Audio Control, και αφού πάλι ως Audio Control και ακόμη παλαιότερα (τέλη 90's-αρχες 00's) στήναμε τα επίσης τιμημένα MSL-3 και MSL-4, είχαμε να ακούσουμε αυτή την ηχητική υπογραφή στο αγαπημένο μας θέατρο...
Για όσους δεν ξέρουν τι σημαίνει αυτή η "ηχητική υπογραφή", θα παραθέσω τα λόγια των ανθρώπων του θεάτρου που δεν είχαν ακούσει ξανά μέσα στο venue σύστημα της Meyer."Σαν στούντιο μόνιτορ", "in your face", "όλα είναι σαν να είναι πιο κοντά", "κλέβεις εκκλησία" είναι κάποιες από τις ατάκες που ακούστηκαν από τους συναδέλφους κατά την διάρκεια της ημέρας...
Στα τέλη του Αυγούστου, με πήραν τηλέφωνο o Χρύσανθος Κορμπάκης της Alpha Sound με τον Παναγιώτη Γιαννέλο της Sirius Sound και μου πρότειναν να αναλάβω τον σχεδιασμό και την εγκατάσταση/χειρισμό του συστήματος για την συναυλία του Χρήστου Λεοντή με τίτλο "Αριστοφάνεια 2025" στο ωδείο Ηρώδου του Αττικού.
Χρησιμοποιήθηκαν λοιπόν 12 x Panther στην πλευρά ως Main L-R, 8 x RCF HDL6 στην πλευρά (5 stack πάνω στην τράσα για κάλυψη των άνω πλευρικών κερκίδων, 2 κάτω απο το main p.a. για τις κάτω πλάγιες θέσεις και από 1 μπροστά από τον μαέστρο για κάλυψη των μπροστινών θέσεων, και 3 x LFC 2100(!!!) με καρδιοειδή διάταξη (το μεσαίο ηχείο ανεστραμμένο) , όλα περασμένα μέσα από Meyer Galaxy 816 για τυχόν ανάγκες επεξεργασίας.
Με την κλασική πίεση χρόνου ως συνήθως σε αυτές τις περιπτώσεις, χρησιμοποίησα διαφορά μοντέλα του θεάτρου (από Sound Vision, OpenArray και κάποια SketchUp που βρέθηκαν online) καθώς τα αντίστοιχα αρχεία Mapp που βρέθηκαν σε σκληρούς δίσκους ήταν έως και 20 ετών και μη συμβατά με την τωρινή έκδοση. Αφού έφτιαξα ένα σχετικά πιστό μοντέλο του θεάτρου στο Mapp 3D, αντικατέστησα τα RCF HDL6 με Meyer Mina ως αντίστοιχα μεγέθους και ισχύος) και έφτιαξα την προσομοίωση.
Το βράδυ πριν την παράσταση πήγαμε για στήσιμο. Αφού σηκώσαμε τη μία πλευρά, κάναμε μία ακρόαση για να δούμε την κάλυψη βάσει της πρόβλεψης και διαπιστώθηκε πως υπήρχε η ανάγκη μικρών διορθώσεων, κυρίως λόγω της επέκτασης της σκηνής ως τέρμα μπροστά, με αποτέλεσμα το σύστημα να μπαίνει λίγο μέσα στο μπροστινό μέρος της σκηνής. Μετά τις διορθώσεις, σηκώσαμε και την άλλη πλευρά, και, κάπου εκεί, ήρθε η ώρα της κοινής ησυχίας, οπότε έπρεπε να σταματήσουμε.
Το άλλο πρωί, έγιναν οι απαραίτητες μετρήσεις που αφορούσαν το timing και το EQ, και καθώς η κάλυψη αποδείχθηκε ομοιογενής σε βαθμό κακουργήματος, τα μόνα EQ που ενεργοποιήθηκαν στο Galaxy αφορούσαν τα RCF, ώστε να έρθουν πιο κοντά στα Panther από άποψη χροιάς, καθώς κατά τα άλλα, η πεντάδα των RCF μας εντυπωσίασε όλους με την κάλυψη που πρόσφερε ως συμπλήρωμα στο σύστημα. Εγώ ήμουν αρκετά επιφυλακτικός με αυτά που μου έλεγε ο Χρύσανθος περί της ισχύος τους, αλλά κατά γενική ομολογία έκαναν τη δουλειά περίφημα, μάλιστα χρειάστηκαν και μείωση στην ένταση συνολικά μα και στην ψηλομεσαία περιοχή γύρω στους 4kHz έως 6kHz για να μην ξεχωρίζουν. Κατά τα άλλα, τα Panther ήταν χωρισμένα σε ζώνες των τριών (τέσσερις ζώνες στην πλευρά δλδ) και υπήρξε επέμβαση μόνο στην ένταση της κάθε ζώνης, όπου τα πάνω έπαιζαν στο 0, η επόμενη ζώνη στο -1.5 και οι άλλες δύο στο -3.
Η φιλοσοφία όσον αφορά τη ρύθμιση του συστήματος (και όχι κούρδισμα όπως λένε-σχεδόν όλοι-λανθασμένα) που χρησιμοποίησα είναι η εξής, ίσως παράξενη για πολλούς, ίσως old school για άλλους μα σίγουρα αποτελεσματική στα 30 χρόνια που το κάνω: Ακρόαση μουσικής με επιτόπιο έλεγχο ιδίοις ωσίν/άκοαις στην ένταση που ορίζεται στον χώρο ακρόασης, είτε λόγω κανονισμών φεστιβάλ, αρχαιολογίας, κ.ο.κ, είτε λόγω ιδιομορφιών του χώρου, είτε συνδυασμός όλων αυτών.
Καθώς λοιπόν τα δεδομένα ήταν το όριο των 90dB C(!!!) όπως ορίζει η αρχαιολογία απο τη μία, και η ομοιόμορφη κάλυψη του 98% του θεάτρου (μαζί με το L Acoustics X-12 που τοποθετείται από το φεστιβάλ για την κάλυψη των τέρμα-πάνω-κολλητά-με-τον-τοίχο ακροατών) δεν χρειαζόταν καμία άλλη επεξεργασία στο σύστημα. Όταν παίζεις σε χαμηλές εντάσεις γενικά, χρειάζεσαι πραγματικά όλη την ευαισθησία του ηχείου καθώς και την καλύτερη του φασική συμπεριφορά, άρα δεν επεμβαίνεις δραστικά στο σύστημα. Αυτό φυσικά σημαίνει εντελώς διαφορετική προσέγγιση στο ζήτημα της διαχείρισης των πηγών από την κονσόλα.
Στο FOH ήμουν παρέα με τον Γιάννη Παπαδόπουλο, χρόνια συνεργάτη του Χρήστου Λεοντή (old school κι αυτός, λοιπόν) που ζήτησε, λόγω πίεσης χρόνου τη βοήθεια μου στον πιο γρήγορο χειρισμό της κονσόλας, καθώς έπρεπε μέσα σε δύο ώρες να "φέρουμε" σε ισορροπία 48 εισόδους από 14 μουσικούς, 6 τραγουδιστές, δύο χωρωδιες, ακόμα και guest μουσικό μέσα από το κοινό...
Εδώ λοιπόν έρχεται στην εξίσωση η περίφημη ηχητική υπογραφή (και η αξία των πολύ καλών μουσικών, φυσικά), καθώς δεν χρειαζόταν πάνω από 1 λεπτό για να φέρεις σε ικανοποιητικό επίπεδο το κανάλι που είχες μόλις ανοίξει. Έχοντας ανοιχτό δε το μετρητικό μόνιμα, είχαμε πλήρη έλεγχο της στάθμης. Λόγω του ύφους της μουσικής δεν χρησιμοποιήθηκαν πουθενά compressors εκτός των φωνών, που κι εκεί ακόμα, η χρήση ήταν μινιμαλιστική, να μαζεύει απλά τις πιο "φόρτε" στιγμές. Στις δύο ώρες που είχαμε διαθέσιμες, μια ώρα αναλώθηκε σε σκηνοθετικές δοκιμές που εμείς εκμεταλλευτήκαμε για να φέρουμε την ισορροπία που αρκούσε για να είμαστε αξιοπρεπείς στο ξεκίνημα της εκδήλωσης.
Έγινε πολύ καλή, γρήγορη και αποτελεσματική δουλειά και στα μόνιτορ (υπήρχαν καμιά 30αριά και από αυτά ) και έτσι ξεκινήσαμε σε ένα καλό επίπεδο.
Στα τρία τέσσερα πρώτα τραγούδια της συναυλίας ασχοληθήκαμε με κάποιες μικρές λεπτομέρειες και μετά, απλά ασχολούμασταν με αλλαγές στάθμης και άνοιξε-κλείσε, βάσει του προγράμματος. Ταυτόχρονα, απολαύσαμε την δυναμική της μουσικής, τις λεπτομέρειες της ενορχήστρωσης, τα πολλαπλά ηχητικά επίπεδα που εμφανίστηκαν σχεδόν ως δια μαγείας και την αμεσότητα των οργάνων και φωνών, από τις κραυγές ως τον ψίθυρο... Αυτή η αμεσότητα που γραπώνει την προσοχή σου και σε κάνει πιο engaged σε αυτό που συμβαίνει, είτε είσαι ακροατής, είτε εργαζόμενος. Αυτό άλλωστε αποτελεί και την μαγεία, μα και το βασικό ζητούμενο των ζωντανών παραστάσεων, τη συμμετοχή όλων σε αυτό που συμβαίνει. Μη με παρεξηγείτε, με όλα τα ηχοσυστήματα πετυχαίνεται αυτό, και προσωπικά το έχω πετύχει ως επαγγελματίας πολλές φορές με πολλά διαφορετικά συστήματα, αλλά πάντα με περισσότερη πρόβα, δοκιμές και επεξεργασία. Αυτό που συνοδεύει την άμεση ηχητική υπογραφή του Meyer, είναι η μεγαλύτερη ευκολία με την οποία επιτυγχάνεται και απαράμιλλη ζωντάνια και αμεσότητα του αποτελέσματος... τηρώντας κατα γράμμα και τον κανονισμό, καθώς η ένταση κινήθηκε μεταξύ των 75-93 dB C , χωρίς να φανεί χαμηλή σε κανέναν, ποτέ. Κάτι λέει κι αυτό για πολλά, μάλλον...
Ευχαριστώ πολύ όλους για τη συνεργασία, τον Γιάννη, τον Πασχάλη, τα παιδιά από την Alpha Sound, τους τεχνικούς του Ηρωδείου, τους συμμετέχοντες καλλιτέχνες και μουσικούς για την ωραία βραδιά... Πάντα τέτοια, καλώς επέστρεψες Meyer Sound στα ελληνικά δρώμενα»…
Περισσότερες πληροφορίες για το σύστημα PANTHER / 2100 της Meyer Sound θα σας δώσουν στην εταιρία Alpha Sound του Χρύσανθου Κορμπάκη.
Επαφή
Alpha Sound - Χρύσανθος Κορμπάκης
τηλ 6944518862