Οk μετά από αυτό τι; Δυστυχώς, μάλλον τίποτε και μάλιστα για αρκετά χρόνια, όπως εκμυστηρεύθηκε άλλωστε προ ημερών και ο Νίκος Λώρης της Di-Di, που ευθύνεται για τα υπερθεάματα που έχουμε απολαύσει τα τελευταία χρόνια σε ΟΑΚΑ και Μαλακάσα.
Τουλάχιστον όσοι βρεθήκαμε χθες βράδυ στο ΟΑΚΑ και παρακολουθήσαμε σχεδόν εκστασιασμένοι και συνεπαρμένοι το διαχρονικό The Wall – Live του Roger Waters, θα μπορούμε να λέμε περήφανα ότι έχουμε ως ‘καλλιτεχνική & συναυλιακή’ παρακαταθήκη το καλύτερο show που πέρασε από τα μέρη μας. Μια παράσταση – ροκ όπερα βγαλμένη από την καρδιά του Μπρόντουγει και του West End, που απογείωσε το αχανές ΟΑΚΑ και ξαφνικά το ξαναέκανε φιλόξενο για τέτοια υπερθεάματα.
Μπαίνοντας στο στάδιο συνάντησα περισσότερους ενθουσιασμένους 18χρονους (και ακόμα πιο πιτσιρικάδες) με βινύλια (!) του 2πλού Wall ανά χείρας και ομώνυμα T-Shirt, παρά μεγαλύτερους σε ηλικία και αυτό μου έκανε μεγάλη εντύπωση, καθώς και το γεγονός ότι ήξεραν τους στίχους απέξω, προφανώς έχοντας λιώσει τα βινύλια του πατέρα τους. Αρνητική εντύπωση μου έκανε η απουσία του κόσμου που δυστυχώς γι’ αυτόν, έχασε μια από τις πιο συγκινητικές καλλιτεχνικά και άρτιες τεχνικά παραστάσεις που έχουν περιοδεύσει ποτέ ανά τον κόσμο, γι’ αυτό άλλωστε κι έχει σαρώσει και όλα τα σχετικά βραβεία που αφορούν την παραγωγή (βραβεία Pollstae, TEC Awards κλπ).
Μπαίνοντας στο ΟΑΚΑ όλα τα ‘σημάδια’ έδειχναν μια μεγαλειώδη παράσταση
Μπαίνοντας στο ΟΑΚΑ μου έκαναν εντύπωση 3 πράγματα: 1ον η τεράστια επιφάνεια προβολής (ουσιαστικά το Τείχος της παράστασης) που ξεπερνούσε σε πλάτος αυτό του ποδοσφαιρικού γηπέδου και έφτανε σχεδόν έως το πάνω τμήμα των κερκίδων του κάτω διαζώματος. 2ον Οι συνολικά 6 line array συστοιχίες (εκτός των main και delay ηχείων) περιμετρικά του γήπεδου στο άνω διάζωμα που αναλάμβαναν την αναπαραγωγή του surround και 3ον οι συστοιχία από τους 36 ‘ζευγαρωμένους’ (ανά 4 σε ύψος) βιντεοπροβολείς της Panasonic που βρίσκονταν μπροστά από το απέναντι πέταλο του ΟΑΚΑ και σε απόσταση περί τα 100 μέτρα από το Τείχος του The Wall που αποτέλεσε και την επιφάνεια προβολής τους.
Mother, should I trust the government?
Ο Waters ήταν κυριολεκτικά Άγγλος στο ραντεβού του, αφού η συναυλία άρχισε ακριβώς στις 21.30 με μια σκηνή από την ταινία ‘Σπάρτακος’ που ο Κέρκ Ντάγκλας ‘φτύνει’ την περίφημη φράση «Ι am Spartacus» που γράφτηκε και στον τοίχο... Αμέσως μετά ακολούθησε η πτώση ενός πολεμικού αεροπλάνου στο πάνω μέρος του τοίχου, η έκρηξη με τις ‘φωτιές’ και η παράσταση The Wall μόλις είχε αρχίσει με το θρυλικό In the Flesh, για να ακολουθήσουν όλα τα υπόλοιπα γνωστά τραγούδια του Waters (παρεμπιπτόντως το The Wall αποτελεί προσωπικό έργο του Waters καθώς αν δείτε τα credits του ομώνυμου άλμπουμ του ’78 τους στίχους και τη μουσική σε όλα τα τραγούδια την υπογράφει ο Waters και σε δυο μόλις συμμετέχει και ο Gilmour).
Τα γραφικά στον Τοίχο, που ωστόσο συνέχισε να χτίζεται κατά τη διάρκεια της παράστασης, ήταν τουλάχιστον εντυπωσιακά και τα μηνύματα πιο ‘δυνατά’ και επίκαιρα το ένα από το άλλο. Στη κιθαριστική εισαγωγή του Another Brick in the Wall (Part 1) ο κόσμος ήδη παραληρούσε, κι εκεί κατάλαβα πλέον ότι αυτό που βλέπουμε είναι και παράσταση και συναυλία και ροκ όπερα ταυτόχρονα. Ταυτόχρονα μπροστά μας ξεδιπλωνόταν ο «απόλυτα μεγαλύτερος και θεαματικότερος θερινός κινηματογράφος του κόσμου», όπως πολύ εύστοχα σχολίασε ένας καλός φίλος με τον οποίο είδαμε μαζί τη συναυλία. Πλέον κυριαρχεί το κόκκινο χρώμα στην οθόνη του τοίχου και στη σκηνή ανεβαίνει η παιδική χορωδία που απευθύνεται στο γιγαντιαίο δάσκαλο που κατέβηκε από την οροφή του support ότι μπούχτισε από την ‘εκπαίδευση’ και τις μασημένες γνώσεις που τους προσφέρει...
Στη σύγχρονη εκδοχή του το The Wall συνδύασε εξαιρετικά τα ζωντανά και πρωτοποριακά για τα 80s γραφικά και καρτούν της ταινίας και του δίσκου, με την κυριολεκτικά σπουδαία – κεντημένη στο χέρι καρέ – καρέ, δουλειά που έγινε σε επίπεδο περιεχομένου όσον αφορά όλο το content που είδαμε να προβάλλεται στην παραλληλόγραμμη επιφάνεια προβολής του τοίχου του Wall στο ΟΑΚΑ...
Στο «Mother», ένα από τα καλύτερα τραγούδια του Wall και συγκριμένα στο ρεφρέν όταν ο ήρωας του Waters ρωτά τη μητέρα του αν μπορεί να εμπιστεύεται την κυβέρνηση («Mother, should I trust the government»), το κοινό σύσσωμο απάντησε ‘Οχι’, ενώ στον αριστερό τοίχο γράφτηκε το σύνθημα «Να γαμηθεί η κυβέρνηση». Ακολούθησε η πανδαισία του αεροπορικό στόλου και των βομβαρδισμών που ‘εισπράξαμε’ κυρίως από το surround σύστημα του σταδίου, το οποίο ‘δούλεψε υπερωρίες’ στο επίσης σπουδαίο «Goodbye Blue Sky», όπου από τις κοιλιές των βομβαρδιστικών έπεφταν σβάστικες, δολάρια, σφυροδρέπανα, το σήμα της Shell και της Μερσέντες και άλλα σύμβολα πλουτισμού και κενών εν τέλη ιδεολογημάτων κάθε μορφής καταπίεσης. Αλλωστε αυτό είναι και το βαθύτερο μήνυμα του έργου The Wall όπως ανέφερε και ο ίδιος ο Waters σε άπταιστα σχεδόν Ελληνικά («δύσκολο η γλώσσα σας, αλλά τι να κάνουμε»), καταδικάζοντας κάθε μορφή «κρατικής και κυβερνητικής τρομοκρατίας».
«Τελικά δεν είναι εύκολο να βρίσκεσαι έξω από το τείχος»
Στο διάλειμμα που μεσολάβησε στον χτισμένο πλέον Τοίχο εναλλάσσονταν εικόνες ανθρώπων που έχουν χάσει τη ζωή τους σε πρόσφατους και παλαιότερους πολέμους και σε βίαιες τρομοκρατικές επιθέσεις (κρατικές ή παρακρατικές, δεν έχει σημασία για το Waters), για να ξεκινήσει εξίσου επικά το δεύτερο μέρος με ένα ακόμα διαχρονικό διαμάντι από το Wall, το Hey You και να ακολουθήσει το άκρως συμβολικό Is There Anybody Out There?
Σειρά πήραν τα Nobody Home, Vera και το σπαρακτικό Bring the Boys Back Home, για να ακολουθήσει ένα από το καλύτερα τραγούδια που έχουν γράψει οι Pink Floyd, το Comfortably Numb με το πασίγνωστο solo κιθάρας που πήρε πάνω του ο Dave Kilminster (οι άλλοι δυο κιθαρίστες της μπάντας ήταν οι τεράστιοι Snowy White και G. E. Smith), ανεβασμένος στο ψηλότερο σημείο του τοίχου.
Τα The Show Must Go On και In the Flesh, διαδέχτηκαν τα επίσης χαρακτηριστικά ριφ της εισαγωγής του Run Like Hell με τα εφέ της κιθάρας να μοιράζονται στο πολυκάναλο σύστημα. Μετά τα Waiting for the Worms και The Trial όπου η μπάντα είχε μεταφερθεί μπροστά από τον τοίχο, η παράσταση έκλεισε με το Outside the Wall με το Γουότερς να σχολιάζει ότι: Δεν είναι εύκολο τελικά να βρίσκεσαι έξω από το τείχος» και τη μπάντα να χαιρετά με σχεδόν ακουστικό τρόπο το κοινό κι ένας – ένας οι μουσικοί (μερικοί από τους κορυφαίους sessionάδες της μουσικής βιομηχανίας) να χαιρετούν τον κόσμο και να κατεβαίνουν από τη σκηνή, αφήνοντας τελευταίο τον 70χρονο Waters για το μπιζάρισμα...
Ακροάσεις...
Μια εκπληκτική παράσταση που προκάλεσε ρίγη συγκίνησης σε όσους βρέθηκαν στο ΟΑΚΑ, από το πρώτο μέχρι το τελευταίο κομμάτι. Μια από τις λίγες παραστάσεις που η εικόνα, ο ήχος και το φως έδεσαν τόσο άψογα και υποστήριξαν τόσο ουσιαστικά το καλλιτεχνικό περιεχόμενο και τα διαχρονικά μηνύματα του The Wall που όσο περνάνε τα χρόνια δυστυχώς γίνεται ολοένα και πιο επίκαιρο.
Επίσης, θεωρώ ότι οι Pink Floyd το 1988 και ο Roger Waters με το The Wall Live φέτος, έδωσαν το καλύτερο δείγμα γραφής για το πώς πρέπει να κάνει κανείς ήχο στο ΟΑΚΑ. Μακράν (μακράν όμως) το καλύτερο ηχητικό αποτέλεσμα και μάλιστα στο μισοάδειο ΟΑΚΑ. Πραγματικά ο ήχος ένιωθες ότι ήταν ακριβώς όπως στο δίσκο. Εξαιρετικά απολαυστικός ήχος σε σωστή στάθμη, με εξαιρετική μίξη, τις φωνές πραγματικά μπροστά αλλά εξαιρετικά δουλεμένες και με άριστη καταληπτότητα σχεδόν παντού στο χώρο, 3 κιθάρες wall of sound με όλα τα εφέ του δίσκου, τύμπανα για σεμινάριο και αναλογικό feeling που το εισέπραξα κυρίως σε τύμπανα και φωνές. Γενικά υπήρχε μια φυσική, αναλογική αίσθηση που είχαμε καιρό να ακούσουμε τόσο ξεκάθαρα σε τέτοιο βεληνεκές. Μια εξαιρετική δουλειά απ’ όλους και κατ’ επέκταση και από τον James ‘Trip’ Khalaf που απέδειξε εμπράκτως ότι δεν είναι απαραίτητες οι ψηφιακές (με XL4 έπαιζε), ακόμα και όταν έχεις τόσα κανάλια εισόδου και τόσα πολλά sends για να δρομολογήσεις σε πολυκαναλικό περιβάλλον στο FoH. Ας ρίξουμε όμως μια ματιά στον εξοπλισμό του The Wall Live ανά κατηγορία, απ’ όσα τουλάχιστον μπορέσαμε να δούμε από κοντά...
Πολυκαναλικά & Αναλογικά...
Από το quadraphonic σύστημα των Pink Floyd το 1988 έπρεπε να περιμένουμε γύρω στα 25 χρόνια περίπου για να ξαναζήσουμε surround εμπειρία στο ΟΑΚΑ. Κι αυτή τη φορά ήταν πραγματικό surround με τα περιφερειακά κανάλια να έχουν πραγματικό λόγο ύπαρξης, αφού ο James ‘Trip’ Khalaf ο πολύπειρος tour manager και FoH ηχολήπτης του Waters, δρομολόγησε σ’ αυτά ούκ ολίγα εφέ που δεν είχαν να κάνουν μόνο με το προηγοχραφημένο υλικό (ελικόπτερα, αεροπλάνα, βομβαρδισμοί, κραυγές κλπ) αλλά και με τη Live μίξη της μπάντας, με πολλές από τις πεταλιέρες και τα εφέ από τις κιθάρες να είναι μοιρασμένα δεξιά και αριστερά. Την περιοδεία τεχνικά υποστηρίζει η Brittania Row που είχε στήσει PA συστήματα της Clair Brothers για την κάλυψη των αναγκών του The Wall αλλά και του σταδίου. Οι δυο κύριες συστοιχίες περιελάμβαναν τα μεγάλα line array της Clair i5, ενώ δίπλα τους βρίσκονταν αναρτημένο το μικρότερο Claire σε ρόλο LL – RR. Μετά τη σέντρα του γηπέδου είχαν αναρτηθεί δυο ακόμα line array συστοιχίες ως delay. Οσον αφορά το πολυκαναλικό surround σύστημα, αυτό εγκαταστάθηκε από τη γνωστή Ελληνική rental εταιρία United Technical Group, και περιελάμβανε συνολικά 6 line array συστοιχίες. Οι 4 βρίσκονταν αναρτημένες στις δεξιές και αριστερές εξέδρες του άνω διαζώματος του σταδίου (2 + 2 ανά πλευρά) και αποτελούνταν από 14 KUDO έκαστη (συνολικά 56 KUDO) και οι άλλες δυο βρίσκονταν στο πίσω πέταλο πίσω από τους προτζέκτορες και απαρτίζονταν από 14 V-Dosc έκαστη. Ολο το σύστημα ελέγχθηκε μέσω controllers της Dolby Lake, ενώ για τη ρύθμιση και το σετάρισμα του συστήματος χρησιμοποιούν το Aligh Array software της Clair.
Στο FoH o Trip Khalaf (ηχολήπτης & παραγωγός των Quenn, του Paul Rodgers, των Κiss και παλαιός συνεργάτης του Waters μεταξύ άλλων) χρησιμοποίησε όπως και στη Μαλακάσα πρό 5ετίας, αλλά και στο κλειστό του ΟΑΚΑ πέρυσι δυο αναλογικές Midas XL4 στην μια εκ των οποίων λαμβάνει όλες τις εισόδους της μπάντας, ενώ στη δεύτερη φιλοξενεί όλα τα όργανα του σετ ‘Run Like Hell’. Οσο για την ψηφιακή Yamaha PM5D, αυτή ελέγχει όλα τα surround κανάλια, καθώς και για τις επιστροφές των αναλογικών outboard εφέ όσον αφορά τις εισόδους της. Ολα αυτά μιξάρονται και επιστρέφουν στη Main XL4. Σημειωτέον ότι όλοι οι προηγογραφημένοι ήχοι προέρχονται από τα αυθεντικά master tape του ‘The Wall’, των οποίων την ψηφιοποίηση και μεταφορά από τα πολυκάναλα μαγνητόφωνα ειδικά για τις ανάγκες της παγκόσμιας περιοδεία του «The Wall Live», ανέλαβε ο ίδιος ο παραγωγός του δίσκου, James Gurthie.
Τα outboard εφέ που χρησιμοποίησε ο Khalaf ήταν οι προενισχυτές λυχνίας TLA 100A της Summit για τη φωνή του Waters, για τα lead φωνητικά του Robbie Wycoff, καθώς και για τα δεύτερα φωνητικά. Από εφέ χρησιμοποίησε τα Eventide H3000 Ultra Harmonizers, τα Lexicon PCM91 και 90 ως reverbs και delays της TC Electronics. Τα μικρόφωνα της φωνής ήταν τα SM 58 της Shure, ενώ για τις κιθάρες χρησιμοποιήθηκαν τα AT4050 της Audio Technica στους ενισχυτές.
Στα μόνιτορ χρησιμοποιήθηκε μια ψηφιακή SD7 της DiGiCo που υποδέχθηκε συνολικά γύρω στα 130 κανάλια τη μίξη των οποίων μοίρασε σε IEM και σε κάμποσα ‘αόρατα’ wedge μόνιτορ 12AM της Clair που ήταν ‘θαμμένα’ εντός του stage.
The Wall of Projection
Οπως είπαμε μπροστά από το πίσω πέταλο του γηπέδου είχαν τοποθετηθεί ανά 4-άδες 36 (ναι σωστά διαβάσατε 36 συνολικά) βιντεοπροβολείς της Panasonic (στο κλειστό του ΟΑΚΑ είχαν χρησιμοποιηθεί οι Βarco FLM HD20) με τη συνολική φωτεινότητα να ξεπερνά τα 800.000 lumens, ενώ η επιφάνεια προβολής όπως την υπολογίσαμε προχείρως, άγγιζε τα 2.000 τμ.
Πιο συγκεκριμένα, οι βιντεοπροβολείς ήταν οι PT-DS20K που αποτελούν (μαζί με τον 21Κ) την ναυαρχίδα των Large Venue προβολικών της Panasonic, και αποτελούν 3τσιπους DLP προβολής με δυνατότητα αναπαραγωγής 3D εικόνας. Οπως είπαμε η εικόνα ήταν εντυπωσιακή τόσο σε ανάλυση και φωτεινότητα δίχως κανένα απολύτως ψεγάδι ή artifact, με ιδανικό συγχρονισμό ανάμεσα στα πολλαπλά layer, και εξίσου ιδανικό πάντρεμα των κλιπ με τα γραφικά και την προβολή ζωντανής συναυλιακής εικόνας, κάτι που συνήθως γινόταν στα άκρα του Τοίχου. Βεβαίως η στρογγυλή επιφάνεια προβολής στην πλάτη της σκηνής, σήμα κατατεθέν των παλαιών Live περιοδειών των Floyd, αποτέλεσε σταθερή αξία και στο οπτικό σκηνικό του The Wall.
Η κατάλληλη θέση τοποθέτησης των προβολικών, επιτεύχθηκε με τη χρήση Auto CAD 3D μέσω ασύρματης ταμπλέτας, ενώ για το επιθυμητό ‘masking’ των προβολικών χρησιμοποιήθηκαν Catalyst servers. To υλικό που προβαλλόταν στον Τοίχο φρόντιζε ένας μεγάλος αριθμός Xserve της Apple ο συγχρονισμός των επιμέρους συσκευών γινόταν με χρονοκώδικα.
Οσον αφορά τα φώτα τώρα, ο σχεδιασμός τους έδινε ξεκάθαρη προτεραιότητα στην εικόνα, ενώ όταν έχεις τόσο μεγάλο επίπεδο φωτεινότητας από τους βιντεοπροβολείς, τότε ο ρόλος των φώτων περιορίζεται αυτομάτως, ενώ παράλληλα οι φωτισμοί έπρεπε ούτως ή άλλως να είναι ‘περιορισμένοι’ για να διευκολυνθεί η συνεχής προβολή στον Τοίχο. Υπήρχαν επίσης αρκετά θεατρικά φωτιστικά σώματα και ‘θεατρική’ λογική στο φωτισμό. Ολα τα φωτιστικά σώματα του show πάντως ελέγχθηκαν όπως είδαμε μέσω μιας grandMA της MA Lighting.
Αν λοιπόν αυτή ήταν η τελευταία μεγάλη παραγωγή που ήρθε απ’ τα μέρη μας (κάτι που φυσικά απευχόμαστε), τότε ήμασταν όχι απλά τυχεροί, αλλά μάλλον ευλογημέν οι, που είδαμε και ακούσαμε το soundtrack και τα μηνύματα του πιο interactive τοίχου που δημιουργήθηκε ποτέ...
Υ. Γ. Ισως το πιο ‘ανατριχιαστικό’ μήνυμα του έργου, ήταν ότι το οικείο σε όλους μας και σχεδόν απλοϊκά προβλέψιμο, ιπτάμενο ροζ γουρούνι των 70s (εργοστασιάρχες – καπιταλιστές), έδωσε τη θέση του σ’ έναν άκρως επιθετικό μαύρο αγριόχοιρο με τεράστιους ‘ακονισμένους’ χαυλιόδοντες στη σημερινή εκδοχή του The Wall (μεγαλο-τραπεζίτες και golden boys άραγε;). Ας ελπίσουμε ότι ο δικός μας αγριόχοιρος θα καταποντιστεί όπως ακριβώς συνέβη με τον ιπτάμενο του Wall στο τεύλος της συναυλίας. Με μια διευρκίνιση βεβαίως: δεν θα πέσει μόνος του, εμείς θα πρέπει να τον ρίξουμε...