Διαφήμιση
Τρίτη, 20 Νοέμβριος 2012 13:58

Οι «Κινηματογραφικές συναυλίες» της Καίτης Γαρμπή στα Odeon Kosmopolis στο Μαρούσι...

Η συγκεκριμένη πρόσκληση για την παρουσίαση που διαβάζετε, ήρθε από τα παιδιά της Rackeys, και είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για μια σειρά από λόγους. Πρώτον και σημαντικότερον διότι αφορούσε την επανεμφάνιση της Καίτης Γαρμπή μετά από αρκετό καιρό σε Live και μάλιστα για 10 διαφορετικές ‘κινηματογραφικές συναυλίες’ που πραγματοποιούνταν (για 5 συνεχή Παρασκευο-Σάββατα) σε μια από τις 3D αίθουσες των multiplex κινηματογράφων Odeon Kosmopolis στο Μαρούσι. Δεύτερον και σημαντικότερον (για ένα site σαν το aLive και για το κοινό που απευθύνεται), διότι οι δεδομένες τεχνικές δυσκολίες και περιορισμοί που επέβαλε η ίδια η αίθουσα ήταν τόσες πολλές και διαφορετικές, που από μόνο του το όλο project ήταν αρκετά αντισυμβατικό από τα ‘κανονικά’ συναυλιακά δρώμενα που συνήθως παρουσιάζουμε. Ιδού τι ακριβώς εννοώ… 

«Κινηματογραφική συναυλία»: Δεδομένα Προβλήματα & Λύσεις…
Φτάνοντας στο Odeon διαπίστωσα από πρώτο χέρι ότι όλα αυτά που μου περιέγραψαν οι συντελεστές της παράστασης τηλεφωνικώς ίσχυαν στο ακέραιο, ενώ στο πηγαδάκι που είχαμε πριν μπούμε στην αίθουσα (περιμένοντας να εξέλθουν οι θεατές της ταινίας που παιζόταν εντός) πληροφορήθηκα τόσο από τον ηχολήπτη της παράστασης Βασίλη Μιχαλόπουλο, όσο και από τους τεχνικούς της Rackeys και για όλες τις υπόλοιπες δυσκολίες, όσον αφορά τους διαθέσιμους χρόνους εγκατάστασης, line check / sound check και προετοιμασίας γενικώς, διότι η εν λόγω αίθουσα δεν σταμάτησε ποτέ να λειτουργεί ως κιν/φος.
Πάμε στις ιδιαιτερότητες λοιπόν. Πρώτον και σημαντικότερον ότι έχουμε να κάνουμε με μια τυπική κινηματογραφική αίθουσα multiplex και μάλιστα 3D (αυτό προσέξτε το έχει ιδιαίτερη σημασία όπως θα διαπιστώσετε παρακάτω), με χρόνο αντήχησης κοντά στα επίπεδα του dead room, ένα πρόβλημα δηλαδή ακριβώς αντίθετο από αυτό που συνήθως συναντάμε στις ‘κανονικές’ συναυλικές αίθουσες και σκηνές στις οποίες συνήθως προσπαθούμε να περιορίσουμε τις ανεπιθύμητες αντηχήσεις και ανακλάσεις…
Δεύτερο πρόβλημα είναι η απουσία χώρου τοποθέτησης του ηχητικού συστήματος που δεν έπρεπε επ’ ουδενί να φαίνεται, της μαζεμένης σκηνής που έπρεπε να είναι η ελάχιστη δυνατή και φυσικά του φωτιστικού συστήματος που έπρεπε να καταλαμβάνει επίσης ελάχιστο χώρο όσον αφορά κυρίως τα συστήματα στήριξής του (κοινώς, τα ‘πόδια’ στο κάτω σημείο στήριξης της τράσας ήταν απαγορευτικά λόγω έλλειψης χώρου ή πιθανής πρόκλησης ατυχήματος στους εξερχόμενους της αιθούσης θεατές, καθώς η πόρτα εξόδου ήταν ακριβώς δίπλα).

Το 3D πανί «ηχοπαγίδα»
Τρίτο και σημαντικότερο, όπως αποδείχθηκε, πρόβλημα είναι ότι η εν λόγω αίθουσα αποτελεί μια από τις αίθουσες 3D προβολών των Odeon Cosmopolis στο Μαρούσι, και αν νομίζετε ότι σε μια 3D αίθουσα οι διαφοροποιήσεις έχουν να κάνουν μόνο με τη μηχανή προβολής κάνετε λάθος. Το πανί προβολής στις 3D αίθουσες είναι τελείως διαφορετικό από ένα συμβατικό πανί και δεν αναφερόμαστε μόνο στο κέρδος του, αλλά κυρίως (σε ότι μας αφορά) στην υφή του, καθώς οπτικά μοιάζει ηχοδιαπερατό, όμως στην πραγματικότητα συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο, καθώς οι οπές που φαίνονται σε όλη του την επιφάνεια αποτελούν ένα πρώτης τάξεως οπτικό τρυκ που όπως μας είπε χαρακτηριστικά ο Βασίλης (Μιχαλόπουλος) αλλά και ο Θοδωρής (Ζιούτος) της Rackeys, οι ‘οπές’ τους ξεγέλασαν, καθώς στην πράξη (στην εγκατάσταση πρίν τις πρόβες δηλαδή) αποδείχθηκε ότι το πανί είναι σχεδόν μη ηχοδιαπερατό (ειδικά για τις υψηλομεσαίες), καθότι είναι περαιτέρω ενισχυμένο από τα συμβατικά με πρόσθετες ίνες και διαθέτει διαφορετικές επιστρώσεις, βαμμένες με ειδικά βερνίκια ώστε να πληροί τις προϋποθέσεις της 3D εικόνας που θα προβάλλεται πάνω του.

Ετσι λοιπόν απαιτήθηκε ισχυρότερο σύστημα, διαφορετικό (έως και αιρετικό, οπτικά πάντα) equalization και βεβαίως ριζικός επανασχεδιασμός του ηχητικού project με ένα συνδυασμό τεχνολογιών point source και line array όσον αφορά το εγκατεστημένο σύστημα που ανήκε εξ’ ολοκλήρου στην LD Systems, τη γνωστή γερμανική εταιρία κατασκευής ηχείων με την οποία συνεργάζεται η Rackeys και σε εμπορικό επίπεδο (επίσημος διανομέας των συστημάτων για την Ελλάδα και αποκλειστικός διανομέας της σειράς Premium της LD).

Presonus studiolive, Aviom και iPad ανά χείρας…
Ένα άλλο πρόβλημα είχε να κάνει με την τοποθέτηση της κονσόλας ήχου, καθώς δεν υπήρχε διαθέσιμος χώρος FoH, οπότε ο Βασίλης αποφάσισε να τοποθετήσει την Presonus studiolive 24.4 στην κάτω σειρά καθισμάτων, ακριβώς μπροστά στα φυσικά τύμπανα του Σπύρου Παναγιωτόπουλου, δηλαδή αντικειμενικά στο πιο λάθος (όπως ο ίδιος ανέφερε χαρακτηριστικά), αλλά βολικό χωροταξικά σημείο της αίθουσας. Φυσικά ο ίδιος δεν μίξαρε ποτέ από εκεί, αφού χειρίστηκε την κονσόλα μέσω iPad κι έτσι μπορούσε ανά πάσα στιγμή να βρίσκεται και να ρυθμίζει τη μίξη του, από οπουδήποτε στο χώρο σε πραγματικό χρόνο. Οσον αφορά την κονσόλα, όπως είπαμε χρησιμοποιήθηκε μια Presonus studiolive 24.4 που συνεργάστηκε με έναν imac κι ένα ipad, ενώ για τους μουσικούς χρησιμοποιήθηκε ένα πλήρες monitoring σύστημα της Aviom που περιελάμβανε ένα 1 AVIOM AN-16/i-M, 1 AVIOM A-16D proA Net distributor και 6 AVIOM A-16II personal mixer, όσα και οι μουσικοί.

Full της LDSystems και έλεγχος μέσω Xilica…
Και μιας και έχουμε φτάσει στις λύσεις, το πρόβλημα με το ‘ενισχυμένο’ πανί πίσω από το οποίο είχαν εγκατασταθεί όλα τα ηχεία (φυσικά το σύστημα δεν φαινόταν καθόλου, ήταν πλήρως εξαφανισμένο), λύθηκε με το σύστημα εγκατεστημένο με συγκεκριμένη διάταξη που ήταν η εξής: τα 6 point source ηχεία LDV15 της LDSystems τοποθετήθηκαν στις άκρες (ένα πάνω στο sub και τα άλλα δυο αναρτημένα από πάνω, το ίδιο και στην άλλη γωνία), ενώ το LineArray σύστημα των LDA8 τοποθετήθηκε σε δυο συστοιχίες των 3 σε ύψος  3,5 μέτρων και σε απόσταση 3 μέτρων εσωτερικά του πανιού από τις δυο πλευρές. Τα sub woofer που χρησιμοποιήθηκαν ήταν συνολικά 4 LDVSUB215 (2X15”, 1200w έκαστο), ενώ όλα τα ηχεία οδηγήθηκαν από 6 ενισχυτικά της LDSystems και ελέγχθηκαν μέσω του controler 8080 της XILICA.

Φωτιστικός εξοπλισμός
Οσον αφορά το φωτιστικό σύστημα, είχαν εγκατασταθεί δυο τράσες σε σχήμα ‘σταυρού’ δίχως πόδια αντιστήριξης και γι’ αυτοί είχαν βιδωθεί στο πάτωμα αλλά και ασφαλιστεί σε άλλα σημεία προκειμένου να εξασφαλιστεί η ασφάλεια των θεατών, καθώς όπως είπαμε καθ’ όλη τη διάρκεια της εβδομάδας η αίθουσα λειτουργούσε κανονικά ως κινηματογράφος. Οσον αφορά τον εξοπλισμό χρησιμοποιήθηκαν συνολικά 10 GLP impression 90, 8 Robe 575 AT, 2 DTS Freshnel 1000w4 selecon PC 500w, 1 DTS Moon 1200 HMI Follow Spot, 1 κονσόλα SGM PILOT 3000 κι ένα dimmer litputter 626.
Όπως είπαμε η παράσταση είχε και πλούσιο οπτικό υλικό με ελάχιστα (όσο και ενίοτε  απαραίτητα) play-back όπως η φωνή της Ιταλίδας Ορνέλα Βανόνι στο ντουέτο με την Καίτη Γαρμπή στο γνωστό κομμάτι «Buona Vita», το οποίο ερμήνευσε στο παρελθόν με μεγάλη επιτυχία η Ιταλίδα ερμηνεύτρια. Αλλωστε ο νέος δίσκος της Κ. Γαρμπή θα είναι Ιταλικός.

Ακούγοντας & Βλέποντας... (ή αλλιώς απο τη θεωρία στην πράξη...) 
Να επισημάνω ότι παραβρεθήκαμε στην τελευταία από τις 10 συνολικά παραστάσεις που έδωσε η Καίτη Γαρμπή στα Odeon Cosmopolis και η συγκεκριμένη βραδιά ήταν ακόμα πιο σύνθετη απ’ ότι συνήθως, καθώς λάμβανε χώρα η βιντεοσκόπηση και ηχογράφηση της παράστασης. Αρχικά, όσο περιμέναμε να τελειώσει η ταινία εντός της αιθούσης, ο Βασίλης Μιχαλόπουλος και όλο το team της εταιρίας Rackeys, μας εξηγούσε τα πάντα γύρω από το project και τις ιδιαιτερότητές του.

Με το πέρας της παράστασης και την αποχώρηση των θεατών από την αίθουσα (χωρητικότητας 325 θεατών) ξεκίναγε και η δουλειά για όλους τους εμπλεκόμενους (τεχνικούς, μουσικούς, φωτιστή, ηχολήπτη) με αντίπαλο βεβαίως το περιορισμένο του χρόνο (περίπου ένα 20λεπτό είχαν στη διάθεσή τους έως ότου να ανοίξουν οι πόρτες για τους θεατές). Σε αυτό το διάστηκαν έγινε line check, έλεγχος στο ηχητικό και φωτιστικό σύστημα, αλλά και στο οπτικό κομμάτι της παράστασης.

Η σκηνή χωρίζεται σε 3 μέρη, με το μεσαίο και υψηλότερο να ανήκει αποκλειστικά στην Κ. Γαρμπή και τα δυο εκατέρωθεν να καταλαμβάνονται από τους 6 συνολικά μουσικούς της ορχήστρας. Από το sound check και μόνο αντιλαμβάνεται κανείς την ιδιαιτερότητα ενός τόσο ‘στεγνού’ χώρου, αλλά τελικά είναι κάτι που συνηθίζεις με την ώρα. Από τα line check και μόνο των μεμονωμένων οργάνων γίνονται επίσης αντιληπτές οι καλές χροιές και το καλό equalization, ενώ ο Βασίλης Μιχαλόπουλος ελέγχει όργανα και στάθμες από διάφορα σημεία του χώρου μέσω με το iPad στο χέρι, καθώς σχεδόν ποτέ δεν χρειάστηκε να επισκεφθεί απευθείας την Presonus. Το διαφορετικό σε σχέση με άλλες βραδιές ήταν όπως είπαμε η προσθήκη ενός splitter για τις ανάγκες της ηχογράφησης. Ολο αυτό δε δημιούργησε τελικά κανένα πρόβλημα με στάθμες ή με θορύβους, ενώ η σχετική ‘απαγόρευση κυκλοφορίας’ στο Βασίλη από την παραγωγή ώστε να μη βρίσκεται στα πλάνα κατά τη βιντεοσκόπηση, ξεπεράστηκε με το Βασίλη να κάθεται τελικά δυο θέσεις μπροστά μου κάπου στη μέση της αίθουσας με το iPad ανά χείρας, χωρίς να μπορεί όμως να μετακινείται, ώστε να ακούει τη μίξη του απ’ όλα τα σημεία της αίθουσας.

Η παράσταση άρχισε με τη Γαρμπή να κατεβαίνει προς το stage διασχίζοντας τραγουδώντας την αίθουσα μέσα από τους θεατές με το ασύρματο της Shure στο χέρι, ενώ ήδη από το πρώτο κομμάτι η 6μελής μπάντα που αποτελείται από επώνυμους και εξίσου πολύπειρους session-άδες μουσικούς πρώτης γραμμής, με έπεισε με το καλησπέρα ότι απέναντί μας βρίσκεται ένα πραγματικά δεμένο σύνολο. Αντίστοιχα ενδιαφέρουσες ήταν και οι (σχεδόν ambient έως και electro για τα δεδομένα των συνθέσεων) ενορχηστρώσεις που έδωσαν πραγματικά ‘σύγχρονο’ και φρέσκο αέρα σε όλα τα παλιά και καινούργια τραγούδια της Γαρμπή. Και αυτό ήταν προφανές ότι κέρδισε με το καλημέρα το κοινό, ακόμα και τους πλέον πιστούς οπαδούς της που έχουν αλλιώς στο μυαλό τους τα τραγούδια της…

Η μίξη του Βασίλη ήταν ισορροπημένη, ‘δεμένη’ και σφιχτή, με τη φωνή της Γαρμπή μπροστά, τη ρυθμική βάση στιβαρή, την κιθάρα εκεί ακριβώς που έπρεπε και τα σολιστικά (ειδικά τα πνευστά του Τσάκα) μπροστά στη μίξη όποτε είχαν ρόλο. Μια μίξη που ακολουθούσε τα δυναμικά της ορχήστρας και την ευπρόσδεκτα ‘πειραγμένη’ ενορχήστρωση – έκπληξη. Τα reverb χρησιμοποιήθηκαν με τέτοιο τρόπο (και κατάλληλο predelay) σε όργανα και φωνή ώστε να αντισταθμιστεί η απορροφητικότητα της αίθουσας, ενώ η συνολική στάθμη δεν ήταν ακριβώς ‘κινηματογραφική’, κοινώς ‘μαζεμένη’ όπως μάλλον περίμενα, αλλά αντιστοιχούσε στις στάθμες ενός κανονικού Live, ενώ αντίστοιχα ‘συναυλιακή’ και διόλου ‘επίπεδη’ ήταν η μίξη. Η φωνή της Κ. Γαρμπή ήταν όπως προανέφερα ‘μπροστά’, αλλά παράλληλα ήταν ξεκούραστη και ζεστή. Και το ξαναλέω, η μπάντα ήταν πραγματικά εξαιρετική, πειθαρχημένη και με τις ώρες σκληρής πρόβας να ‘ακούγονται’…
Μια διαφορετική συναυλία που άρχιζε νωρίς και τέλειωνε την ώρα που συνήθως έβγαινε η Γαρμπή στις πίστες όπου τραγουδούσε παλαιότερα. Και όλα αυτά σε ένα κινηματογραφικό περιβάλλον χωρίς κάπνα, τσιγαρίλα, λουλουδοπόλεμο και άφθονο αλκοόλ και το σημαντικότερο, με προσιτό αντίτιμο (15ευρώ).

Εννοείται βεβαίως ότι το οπτικοποιημένο μέρος και η τεράστια οθόνη στην πλάτη της σκηνής, έδιναν ‘εικόνες’ και την απαραίτητη κινηματογραφική αίσθηση στην παράσταση ‘δένοντάς’ την με το περιβάλλον της αίθουσας και του χώρου των Odeon. Τα φώτα (σχεδιασμός και χειρισμός από τον Γιώργο Μπότσαρη της Rackeys), είχαν μινιμαλιστική μεν, εύστοχη δε παρουσία (σταθερές σκηνές με συγκεκριμένες χρωματικές παλέτες), δίχως υπερβολές αλλά με ωραία χρωματικά φόντα να ‘γράφουν’ στο λευκό πανί και με ωραίες μικρές εμπνεύσεις που έδιναν τον απαραίτητο χαρακτήρα σε διάφορα κομμάτια (ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν το μίνιμαλ strobo στο ‘Χειροκρότημα’). 
Οσον αφορά το ρεπερτόριο, ακούσαμε τραγούδια του Φοίβου και του Νίκου Αντύπα, φυσικά τις προσωπικές προτιμήσεις της τραγουδίστριας, αλλά και τραγούδια από τον Ελληνικό κινηματογράφο. Μια παράσταση στην οποία δεν κρύβω ότι πήγα περισσότερο διεκπαιρεωτικά και κυρίως για το τεχνικό της σκέλος, αλλά στο τέλος έφυγα έχοντας περάσει καλά, καθώς ήταν αρκετά υψηλό το επίπεδο της αισθητικής σε όλους τους τομείς.

Ευχαριστώ τους Γιώργο Μπότσαρη, Μάνο Κοτσάμπαση και Θοδωρή Ζιούτο της εταιρίας Rackeys για την πρόσκληση και τη φιλοξενία και το Βασίλη Μιχαλόπουλο ηχολήπτη της παράστασης για τις πληροφορίες που μας έδωσε. Οσο για την επιτυχία του project, αυτή ήταν τέτοια που απ’ ότι πληροφορηθήκαμε, η Κ. Γαρμπή θα το επαναλάβει σύντομα. Πιο κάτω ακολουθούν δυο μικρές συνεντεύξεις, του Βασίλη Μιχαλόπουλου, και των παιδιών της Rackeys που μας εξηγούν όλες τις τεχνικές λεπτομέρειες για όλα όσα αναφέραμε πιο πάνω…

Ο Βασίλης Μιχαλόπουλος ηχολήπτης της Καίτης Γαρμπή μας είπε τα εξής:
aLive: Βασίλη, ποιά ήταν η αίσθηση που αποκόμισες όταν πρωτοάκουσες τη μπάντα να παίζει σ’ έναν σχεδόν ‘νεκρό ακουστικά’ χώρο όπως η εν λόγω αίθουσα του Odeon;
Οτι ευτυχώς έχoυμε μια πάρα πολύ καλή μπάντα και τελικά ίσως να μην είναι και τόσο δύσκολο όσο φαίνεται…

aLive: Το τρίπτυχο των δυσκολιών, (ένα σχεδόν dead room με το PA σύστημα πίσω από μια μη ηχοδιαπερατή 3D οθόνη και ταυτόχρονα πίσω από τη μπάντα σε απόσταση αναπνοής), πόσο δυσκόλεψε τη δουλειά σας και τι λύσεις επινοήσατε;
Αναγκαστικά προσαρμοστήκαμε στις ιδιαιτερότητες του χώρου. To dead room με large fx’s ,το PA υπερενισχυμένο για να περάσει την οθόνη και τοποθετημένο όχι σύμφωνα με το manual, όσο για τη μπάντα μπροστά σε αυτό βοήθησε το headroom του συστήματος το οποίο στα 100dB Α στην αίθουσα έπαιζε περίπου στο 40% της ισχύος του.

aLive: Αλήθεια, πως κατάφερες να ισορροπήσεις το ακουστικό αποτέλεσμα; Μόνο μέσω ισοστάθμισης του χώρου ή και με διαφορετικές παρεμβάσεις στη μίξη;
Ισοστάθμιση κάναμε και με κοινή μιξη στο outer left right (point source) και χωριστές στο inner left right (line array) καθώς και στα front fills καταφέραμε να έχουμε ομοιόμορφη διασπορά. 

aLive: Πρέπει να ήταν το πιο ακραίο equalization που έχεις φτιάξει ποτέ για PA σύστημα ή μήπως όχι;
Οντως το equalization ήταν αφύσικο οπτικά γιατί ουσιαστικά αφορούσε την οθόνη και όχι τα ηχεία ή το χώρο. 

aLive: Ειδικά σε έναν τέτοιο χώρο και υπό αυτές της συνθήκες εγκατάστασης (θέση κονσόλας, καρέκλες κιν/φου κλπ) ο χειρισμός μέσω iPad όπως διαπίστωσα ήταν μάλλον υπερπολύτιμος. Σε κάλυψε πλήρως η εφαρμογή της Presonus για ασύρματο χειρισμό ή θα ήθελες κάτι παραπάνω;
Ο ασύρματος χειρισμός είναι σίγουρα πολύτιμος Το iPad κάνει τα Pada! Και αναιρεί τη θέση της κονσόλας. Κάθεσαι όπου θέλεις! Η κονσόλα δούλεψε στο 100% και η εφαρμογή τα έχει σχεδόν όλα.

aLive: Θεωρείς ότι οι ψηφιακές κονσόλες, οι εν λόγω ταμπλέτες και οι αντίστοιχες εφαρμογές που αναβαθμίζονται σχεδόν καθημερινά είναι must όσον αφορά το σήμερα και το αύριο του Live audio ή είναι εργαλεία μόνο για ειδικές συνθήκες όπως για παράδειγμα τα εν λόγω Live με τη Γαρμπή στο συγκεκριμένο χώρο; Κοινώς αν έπαιζες σε έναν κανονικό χώρο, με ένα κανονικά στημένο σύστημα (και με μεγαλύτερο ίσως budget) οι επιλογές σου θα ήταν οι ίδιες σε τεχνολογία;
Η τεχνολογία εξελίσσεται το ίδιο και εμείς. Προσωπική μου άποψη είναι ότι τα καινούρια gadgets είναι πολύ ενδιαφέροντα και χρήσιμα. Σίγουρα έχουν αλλάξει τον τρόπο που δουλεύουμε και συμφωνώ με αυτό. Αν έπαιζα σε έναν κανονικό χώρο θα προτιμούσα ένα σύστημα αιχμής και μια κονσόλα analogue or digital με κανονικά fader 100mm γιατί η αίσθηση είναι πιο άμεση. Στη συγκεκριμένη παράσταση θα προτιμούσα μια XL 3 στο κέντρο της αίθουσας πάνω στα καθίσματα όπως παλιά, αλλά αυτό δε γίνεται πλέον.

aLive: Τελικώς, τα νέα gadget και η τεχνολογία έχουν αλλάξει τις αρχές τις ηχοληψίας;
Αγαπητέ συνάδελφε η ηχοληψία έχει περάσει πλέον σε άλλο επίπεδο. Κάτι που ποτέ δεν φανταζόμουν όταν ξεκινούσα να δουλεύω σαν ηχολήπτης με εξοπλισμό που σήμερα θεωρείται vintage. Στην ουσία όμως δεν έχει αλλάξει τίποτα. Μπορεί να έχει αλλάξει ο τρόπος προσέγγισης των κουμπιών αλλά η ιδέα παραμένει η ίδια.

aLive: Ο χώρος απορροφούσε παραπάνω αντηχήσεις και αρμονικές ή ήταν ιδέα μου; Επίσης χρησιμοποίησες περισσότερο reverb απ’ ότι συνήθως για να έχεις το σύνηθες αποτέλεσμα;
Οντως ο χώρος απορροφούσε σαν σφουγγάρι. Τα 2 fx’s της Presonus καθώς και 4 fx plugins από protools χρησιμοποιήθηκαν σε όλα τα όργανα και στις τελικές μίξεις. 

aLive: Με τι κριτήρια επέλεξες το συνδυασμό LD Systems – Presonus. Ηταν καθαρά και μόνο θέμα budget ή όχι μόνο. Επίσης, τώρα που τέλειωσαν οι παραστάσεις ποια είναι η άποψή σου για το συνδυασμό LD Systems – Presonus κάτω από αντίξοες συνθήκες όπως αυτές;
Δεν ήταν μόνο θέμα budget, ήταν και η άριστη συνεργασία με την εταιρία Rackey’s AVL και τους τεχνικούς της που αν και χαμηλού προφίλ είναι πλήρως καταρτισμένοι και αρκετά ανοιχτόμυαλοι για να τολμήσουν να ρισκάρουν μαζί μου μια όχι και τόσο συμβατική εγκατάσταση. Τα LD τα είχα ακούσει στη Φρανκφούρτη και μου άρεσαν. Τα δούλεψα μερικές φορές σε περιοδεία, έχουν αποδειχθεί αξιόπιστα και ακούγονται παρά πολύ καλά. Με την Presonus ήταν πρώτη φορά και ευχαρίστως θα ξαναδούλευα μαζί της.  

aLive: Τι προβλήματα αντιμετώπισες με το μικρόφωνο της Γαρμπή όταν το vocal cluster όπου οδηγούσες μόνο τη φωνής της βρισκόταν κυριολεκτικά λίγο πιο πίσω και ακριβώς πάνω από το κεφάλι της; Το κυρίως πρόβλημα ήταν το ότι το vocal cluster ‘περνούσε’ μέσα στο  mic της με αποτέλεσμα να έχω μια ασάφεια στο βάθος της φωνής όταν τραγουδούσε κοιτώντας την οθόνη. 

aLive: Είσαι ευχαριστημένος από το αποτέλεσμα; Αν ξαναμπαίνατε για Live στον ίδιο χώρο θα άλλαζες κάτι; 
Mε δεδομένη την ιδιαιτερότητα του χώρου και του χρόνου set up. (20min!) είμαι ευχαριστημένος ,δεν νομίζω ότι θα άλλαζα κάτι. 

aLive: Ποια ήταν η αίσθηση της Γαρμπή όσον αφορά τις εμφανίσεις της σε έναν τόσο διαφορετικό χώρο από αυτούς που είχε ως τώρα συνηθίζει να εμφανίζεται Live;
Απ’ ότι μου είπε της άρεσε πολύ και μάλλον θα το ξανακάνει…

aLive: Ευχαριστώ για τις πληροφορίες
Εσώ σε ευχαριστώ πολύ που ενδιαφέρθηκες για το project μας και ευχαριστώ πολύ την εταιρία Rackey’s AVL για τη super υποστήριξη.


O Γιώργος Μπότσαρης της εταιρίας Rackeys μας είπε τα εξής:
aLive: Αναμφίβολα είχατε να φέρετε εις πέρας μια ιδιαίτερη εγκατάσταση. Αλήθεια, ποιες ήταν οι σημαντικότερες δυσκολίες (ιεραρχικά) που αντιμετωπίσατε σε αυτή την εγκατάσταση σε ήχο και φως;
Η δυσκολία  του εγχειρήματος είχε να κάνει με μια σειρά προβλημάτων που λειτουργούσαν συνδυαστικά. Το δεδομένο που είχαμε ότι ο χώρος λειτουργούσε κανονικά σαν κινηματογράφος και η δική μας μουσική παράσταση θα έπαιζε στην σειρά σαν μια οποιαδήποτε προβολή ταινίας  με κενό χρόνου από την προηγούμενη προβολή το πολύ 1 ώρα λειτούργησε καταλυτικά και στο σχεδιασμό της κάλυψης αλλά και στις λύσεις που τελικώς επιλέχθηκαν και εφαρμόστηκαν.
Αναλυτικότερα σε σχέση με τα τεχνικά ιεραρχόντας τα προβλήματα θα τα απαριθμούσαμε ώς εξής: Το μεγαλύτερο πρόβλημα ήταν ο ήχος με την τοποθέτηση του PA πίσω από την οθόνη και κατά συνέπεια από τους μουσικούς και την τραγουδίστρια. Δύσκολη η σωστή τοποθέτηση σε ελάχιστο χώρο πίσω από την οθόνη, μεγάλο πρόβλημα με τις υψηλές συχνότητες λόγω της πολύ μικρής διαπερατότητας του πανιού, λεπτές ισορροπίες που έπρεπε να διατηρεί ο Βασίλης (Μιχαλόπουλος) μεταξύ gain και headroom για να αποφεύγονται οι μικροφωνισμοί, επιλογή κανονικού drum σετ αντί για ηλεκτρονικού που αρχικά είχε προταθεί, εντελώς αντισυμβατική η θέση του FOH ουσιαστικά δίπλα στα drums, οπότε έπρεπε να γίνεται χειρισμός της κονσόλας από μακριά.

Το επόμενο μεγάλο θέμα υπήρξε με τον φωτισμό. Η ταυτόχρονη προβολή στα περισσότερα  τραγούδια του προγράμματος περιόριζε σημαντικά τις δυνατότητες που μπορεί να έχει κάποιος για να σχεδιάσει έναν φωτισμό show. Δεύτερο μεγάλο θέμα η τοποθέτηση των φωτιστικών. Πρακτικά  σημεία τοποθέτησης φωτιστικών ώστε να υπάρχουν σωστές «γωνίες» δεν υπήρχαν. Η οθόνη αφήνει ελάχιστα περιθώρια δεξιά - αριστερά και επάνω και δεν έπρεπε τίποτα να μπαίνει στην προβολή. Επίσης λόγω της μόνωσης της αίθουσας δεν υπήρχε κανένα σημείο ανάρτησης το οποίο να μπορεί να αντέξει τα βάρη των φωτιστικών χωρίς να γίνουν εκτενής παρεμβάσεις στην τοιχοποιία και την οροφή της αίθουσας. Τέλος η υποχρέωσή μας για πλήρη αποκατάσταση των παρεμβάσεων που θα γίνονταν για να πραγματοποιηθεί η παράσταση στην δομή και διακόσμηση της αίθουσας δυσκόλευε ακόμη περισσότερο το όλο θέμα. 

Μικρότερα προβλήματα: Η όδευση της καλωδίωσης από την οθόνη στην κονσόλα φωτισμού και στο χώρο που βρίσκονται οι μηχανές προβολής γιατί εκεί ήταν και η διαθέσιμη παροχή ρεύματος. Η δύσκολη πρόσβαση του χώρου. Πρακτικά όλος ο εξοπλισμός  μεταφέρθηκε στα χέρια από τις σκάλες…

aLive: Αυτή η εγκατάσταση ήταν μια από τις πιο δύσκολες που έχει κάνει η Rackeys ή έχετε κάνει και ‘χειρότερα’;
Εξαρτάται πως το αντιλαμβάνεται καθένας την έννοια δυσκολία. Όπως το αντιλαμβανόμαστε εμείς σαν ομάδα εννοείται ότι έχουμε κάνει χειρότερα. Πέρσι καλύψαμε την εκδήλωση για την θεμελίωση της νέας λυρικής σκηνής που θα ανεγερθεί από το ίδρυμα Νιάρχου στον χώρο του πρώην ιπποδρόμου Φαλήρου. Το σκηνικό πoυ δημιουργήθηκε είχε πλάτος 45 μέτρα και ύψος 7 και τα cluster των ηχείων είχαν απόσταση μεταξύ τους 60 μέτρα χωρίς πρακτικά δυνατότητα τοποθέτησης frontfill. Το ακροατήριο ήταν περί τις 3.000 καθήμενοι σε χώρο διαστάσεων 100 Χ 80 μέτρα. Σε άλλη εκδήλωση δημιουργήσαμε πασαρέλα πάνω στην πισίνα του Balux μόνο με χρήση τράσσας και πάνελ της Nivtec. Επειδή η κατασκευή πάταγε στον πυθμένα της πισίνας ήταν δύσκολη δουλειά με πολύ κολύμπι. Η οπτικοακουστική κάλυψη της αναπαράστασης της μάχης του Καλπακίου ήταν καλή εμπειρία με πολλά χιλιόμετρα socapex και πολλή λάσπη.   

aLive: Ισως ήταν από τις λίγες φορές που δεν ‘φαινόταν’ η δουλειά σας. Εννοώ ότι το ηχητικό σύστημα ήταν κυριολεκτικά εξαφανισμένο και όσον αφορά τα φώτα οι συνθήκες της αίθουσας εκτιμώ ότι απαίτησαν μάλλον πολύ περισσότερη δουλειά απ’ ότι συνήθως για να στηθεί ένα μίνιμαλ σύστημα σαν κι αυτό…
Συμφωνώ. Θεωρώ με την πρώτη ματιά δεν έβλεπε κάποιος κάτι που να αντικατοπτρίζει την δουλειά που είχαμε κάνει . Έτσι κι αλλιώς ήταν και το πρόγραμμα δομημένο έτσι ώστε το ξεκίνημα ήταν αρκετά «ήσυχο» ιδιαίτερα φωτιστικά. Στην συνέχεια μετά το μέσο του πρώτου μέρους που ο θεατής έμπαινε στο νόημα του ύφους της παράστασης είχε μια εικόνα για την δουλειά που είχε γίνει.

Στον ήχο ο Βασίλης με τον Θοδωρή ήταν μονίμως σε εγρήγορση. Σε ότι αφορά τα φώτα στο να έχεις ένα επαρκές αποτέλεσμα με μια  κατ' ανάγκη μίνιμαλ εγκατάσταση λόγω των συνθηκών χρειάστηκε αρκετή δουλειά για να επιτευχθεί. Οι σκηνές γράφτηκαν και ξαναγράφτηκαν αρκετές φορές με τον υποφαινόμενο στα όρια της απόγνωσης να προσπαθεί με τόσο λίγο υλικό από εξοπλισμό και χωρίς να επηρεάζεται η προβολή να διαφοροποιηθούν φωτιστικά τα κομμάτια και να μην βγεί στο τέλος κάτι μονότονο. 

aLive: Πως στηρίξατε και ασφαλίσατε τα δυο ‘Τ’ με τις τράσες χωρίς πόδια αντιστήριξης;
Οι δύο κατασκευές δεξιά και αριστερά του stage ξεκίνησαν από σχήμα Τ κατέληξαν σε δύο σταυρούς με ύψος 6,5 μέτρα και πλάτος 2,5 μέτρα. Η κάθε κατασκευή «πάταγε» σε ένα plate 60 x 60 εκατοστά το οποίο βιδώθηκε στο δάπεδο μετά από σχετική άδεια των υπευθύνων του χώρου. Η τράσσα που χρησιμοποιήθηκε ήταν Litec βαρέως τύπου με το σκεπτικό να είναι όσο το δυνατόν άκαμπτη. Το προσεκτικό ζύγισμα των φορτίων και τα 2 δεσίματα από τα ξύλινα τελάρα της υφασμάτινης επένδυσης των τοίχων τα οποία δεν κρατούσαν βάρος αλλά μόνο την κατασκευή σταθερή σε περίπτωση ταλάντωσης, λειτούργησαν ώστε να μην χρειαστεί να τοποθετηθούν αντιρρίδες στην βάση. Η κάλυψη της κολώνας με μαύρο πανί έκανε το όλο πράγμα σχεδόν απαρατήρητο στους θεατές των άλλων προβολών. 

aLive: Πόσο περιορισμένο χρόνο είχατε για την προετοιμασία κάθε παράστασης με δεδομένο ότι η αίθουσα δεν σταμάτησε να λειτουργεί ως κιν/φος; 
Ανάλογα του προγράμματος προβολών από 50 λεπτά έως 1 ώρα και 30 λεπτά. Το αρχικό πλάνο προέβλεπε ότι μετά από κάθε παράσταση όλο το stage μαζί με το backline θα έπρεπε να βγαίνει από την αίθουσα και να ξαναστήνεται . Αυτό εγκυμονούσε άπειρους κινδύνους στο να μην παίξει κάτι γιατί θα έπρεπε κάθε φορά να γίνει πάλι η καλωδίωση των γραμμών στο multi, στo Aviom και στα dmx των φωτιστικών. Μετά από προτροπή του Βασίλη ο οποίος με τον ήχο θα αντιμετώπιζε τα μεγαλύτερα προβλήματα από το ράβε – ξήλωνε και αφού το ύψος αλλά και το μέγεθος της σκηνής δεν επηρέαζαν τις προβολές και δεν έκλειναν την έξοδο κινδύνου οι υπεύθυνοι του χώρου συμβιβάστηκαν με την μερική αποξήλωση του stage και την κάλυψη  του υπόλοιπου  με μαύρο πανί ώστε να μην ‘γράφει’ κατά την διάρκεια των άλλων προβολών. Με αυτόν τον τρόπο η διαδικασία επαναφοράς της αίθουσας σε κατάσταση λειτουργίας απαιτούσε 20 λεπτά και κυρίως με την ασφάλεια της μόνιμα κουμπωμένης καλωδίωσης.

aLive: Η μίνιμαλ αισθητική του φωτισμού ήταν απόφαση της παραγωγής, της Κ. Γαρμπή ή του σχεδιαστή των φωτισμών;
Η παραγωγή είχε γενικά μίνιμαλ άποψη για τον φωτισμό λόγω και τους ύφους της παράστασης. Δηλαδή τα gobos και graphics με κινητές κεφαλές δεν ήταν το ζητούμενο της σκηνοθέτιδος. Οι κατευθύνσεις που είχαμε  ήταν σχετικές σε ότι αφορά μόνο συνδυασμούς χρωμάτων σε κάποια τραγούδια. Λαμβάνοντας υπόψη ότι οι προβολές των video στα περισσότερα από τα τραγούδια περιόριζαν τις δυνατότητες του φωτισμού γιατί η γυαλιστερή επιφάνεια του stage δημιουργούσε αντανακλάσεις στην οθόνη, αλλά και η έλλειψη δεσμών φωτισμού κόντρα και από την οροφή δεν άφηναν περιθώρια για εντυπωσιακά εφέ. Το πλωτό δάπεδο του κινηματογράφου στις σειρές θεατών δεν μας επέτρεπε την τοποθέτηση και άλλων αντίστοιχων κατασκευών πιο πίσω ώστε να έχουμε και άλλες γωνίες φωτισμού . Και οι 2 πίσω διαγώνια κινητές κεφαλές που πρακτικά λειτουργούσαν σαν follow spot έπρεπε κάθε φορά να μαζεύονται και να ξανασταμπιλάρονται, αφού ήταν τοποθετημένες σε τρίποδες βάσεις . Οπότε κάτω από αυτές τις συνθήκες οι επιλογές ήταν πολύ περιορισμένες. Η ανασφάλεια για το αποτέλεσμα μας βασάνιζε μέχρι την avant premier όπου οι προσκεκλημένοι παρακολούθησαν την παράσταση ευχάριστα και οι κριτικές την επόμενη ήταν στο σύνολό τους καλές.  

aLive: Οσον αφορά τον τομέα του video ποιες ήταν οι ιδιαιτερότητες της παραγωγής;
Για τα video σίγουρα είναι πιο αρμόδιοι να σας μιλήσουν η Βίκυ η Βελοπούλου που τα δημιούργησε-σκηνοθέτησε και ο Σπύρος ο Κουδουνάς που είχε την επιμέλεια της ροής. Το υλικό  ήταν όλο HD και η μηχανή του κινηματογράφου αρκετά δυνατή  οπότε ο συνδυασμός της τεράστιας προβολής με την ερμηνεία της κας Γαρμπή δημιουργούσε μια διαφορετική ατμόσφαιρα. Τα video είχαν 3 κανάλια ήχου. Ένα stereo σήμα το οποίο έβγαινε από 1 group out της κονσόλας και περιλάμβανε ρυθμό και 1 synth το οποίο συγχρονιζόταν σαν playback με το live της ορχήστρας και το τραγούδι της ερμηνεύτριας και 1 μόνο κανάλι το οποίο είχε μετρονόμο που άκουγαν μέσω μίας aux out μόνο οι μουσικοί ώστε να συγχρονίζουν το παίξιμό τους χρονικά με το video. 

aLive: Πως σας φάνηκαν τα LD Systems σ’ έναν σχεδόν ανηχοϊκό θάλαμο και μάλιστα σε LCR διάταξη πίσω από τη σκηνή και πίσω από ένα σχεδόν μη ηχοδιαπερατό πανί προβολής;
Τα LD Systems τα έχουμε δοκιμάσει με επιτυχία σε διάφορες εκδηλώσεις με διάφορες συνθήκες. Ακούγονται καλά από την πρώτη εντύπωση πριν κανείς  αναλογιστεί την σχέση τιμής – απόδοσης γιατί τότε ακούγονται ακόμα καλύτερα. Το σύστημα που έχουμε για ενοικίαση έχει την δική μας λογική στο configuration με άφθονη ενίσχυση ανά δρόμο για απόδοση χωρίς παραμορφώσεις. Η αίσθηση που είχες σε αυτή την παράσταση σαν θεατής ήταν τουλάχιστον περίεργη ακούγοντας χωρίς να βλέπεις την πηγή του ήχου. Υπήρξαν μερικοί θεατές που έψαχναν το λάκκο στην φάβα που λέμε  και μέχρι να γίνει απόλυτα εμφανές, αφού η Καίτη Γαρμπή συχνά πυκνά «έδινε» την ερμηνεία στους θεατές και έλεγε και ατάκες νόμιζαν ότι όλο το θέμα είναι playback. Για εμένα σαν τεχνικό το αποτέλεσμα ήταν αρκετά καλό και αυτό το επιβεβαιώνουν και τα σχόλια των θεατών. Το μπάσο για παράδειγμα ήταν επαρκέστατο μόνο με 4 καμπίνες με διπλό 15 woofer οι μισές δηλαδή από το σύστημα του κινηματογράφου. Το πανί λόγω της ειδικής επίστρωσης που είχε για προβολές 3D δημιουργούσε ένα μπούκωμα στις μεσαίες/ υψηλές συχνότητες της φωνής και παίδευε συνεχώς τον Βασίλη. Σαν γενικό συμπέρασμα τα LD Premium ηχεία και ενισχυτές είναι καλή λύση και πολύ τίμια σε σχέση με το κόστος κτήσης. 

aLive: Ποιά είναι η έως τώρα πορεία των συστημάτων της LD Systems στη χώρα μας και ποιές νομίζετε ότι είναι οι περαιτέρω προοπτικές που υπάρχουν;
Η φίρμα μόλις φέτος κλείνει τα 10 της χρόνια στην αγορά και λαμβάνοντας υπόψη την πληρότητα της γκάμας προϊόντων και την σχέση κόστους – απόδοσης νομίζω ότι δίνει δυνατότητες παραπάνω εξέλιξης. Οι μειώσεις τιμών σε αντίστοιχα προϊόντα πιο «επώνυμων» και πιο εύκολα αναγνωρίσιμων κατασκευαστών πιέζει το κομμάτι της πίτας που μας αντιστοιχεί αλλά οι πελάτες μας έχουν πολύ καλή άποψη για τα προϊόντα και ιδιαίτερα για την κάλυψη μετά την πώληση που παρέχει ο κατασκευαστής και εμείς με την σειρά μας στους πελάτες μας.

aLive: Να κλείσουμε με την τετριμένη ερώτητη. Ποιά είναι η εκτίμησή σου για την Pa/rental αγορά που τη ζείτε από μέσα;
Εμείς είμαστε στην αγορά από το 1986 . Τα πράγματα είναι δύσκολα για όλους  παλιούς και νέους. Είχαμε την τύχη να ζήσουμε τις καλές στιγμές αυτής της δουλειάς τότε που εταιρίες στήνονταν μεγάλωναν και σε μερικές περιπτώσεις γιγαντώθηκαν με κεφάλαια που αποθεματοποιούνταν μέσα από την ίδια την δουλειά. Όπως σε όλους τους τομείς έτσι και στον δικό μας ο υπερ-επαγγελματισμός σε συνδυασμό με την παντελή απουσία επιχειρηματικής – επαγγελματικής συμπεριφοράς εκ μέρους των συναδέλφων ιδιαιτέρως των νέων είχε εκφυλίσει το κατά άλλα απαιτητικό επάγγελμά μας. Οι χωρίς προγραμματισμό και αλόγιστα μεγάλες επενδύσεις οδήγησαν στην συγκέντρωση εξοπλισμού που σε επίπεδο χώρας είναι εφάμιλλο αν όχι ανώτερο από πολλές άλλες Ευρωπαϊκές και σε ποσότητα και σε ποιότητα.
Οι εταιρίες εισαγωγής και αντιπροσώπευσης εξοπλισμού στην μεγάλη πλειοψηφία τους συμμετέχοντες στο πάρτυ της φούσκας εξόπλιζαν εταιρίες PA με καταβολή εγγυήσεων και όχι χρήματος μόνο που σε πολλές περιπτώσεις οι εγγυήσεις ήταν χωρίς αντίκρισμα με τα γνωστά επακόλουθα.
Κάποιοι σαν εμάς που κάναμε πιο προσεκτικά και μετρημένα βήματα σε σχέση με τις αγορές εξοπλισμού, πληρώναμε τους τεχνικούς μας όσο μπορούσαμε και όχι  τάζοντας αστρονομικά ποσά αλλά χωρίς αντίκρισμα αφού πρακτικά δεν θα τα έπαιρνε κανείς σε μόνιμη και σταθερή βάση, προσπαθούσαμε να πουλάμε με καλό ποσοστό κέρδους και όχι στο κόστος ίσα να πάρουμε την δουλειά για την τιμή των όπλων, αντιμετωπιζόμασταν σαν ψιλικατζήδες και γραφικοί. 
Οι νέοι συνάδελφοι που έμπαιναν στον χώρο προσπαθώντας να καθιερωθούν πρόσφεραν την  καλύτερη τιμή και όχι απαραίτητα την καλύτερη υπηρεσία με αποτέλεσμα να συμπαρασύρουν σε διαγωνισμό μειοδοσίας και τους παλιότερους που έβλεπαν τον εξοπλισμό τους στα αζήτητα και τους τεχνικούς τους να κάθονται.

Η ανάληψη του οποιουδήποτε έργου έγινε αυτοσκοπός χωρίς να τηρούνται οι στοιχειώδεις κανόνες της λογικής και της επιχειρηματικότητας. Δεν υπάρχουν δεδομένα πια στην κάλυψη οποιαδήποτε εκδήλωσης ούτε τεχνικά ούτε οικονομικά. Ο καθένας κάνει την όποια δουλειά όπως κρίνει – ξέρει και χρεώνει ότι θέλει. Η οικονομική κρίση απλά εντείνει το στραβό κλίμα που προϋπήρχε και επιταχύνει τις εξελίξεις. Η κρίση έχει συμπιέσει τα περιθώρια κέρδους όλων μας και έχει κάνει το ποιοτικό και πάλαι ποτέ ακριβό αρκετά φθηνότερο και εφόσον όλοι βράζουμε στο ίδιο καζάνι τιμολογιακά θα μείνουν μόνο αυτοί που κάνουν την δουλειά καλά, σέβονται τον εαυτό τους πρωτίστως και τον πελάτη δευτερευόντως. Το ξεκαθάρισμα θα διαρκέσει μερικά χρόνια ακόμη και αυτά τα χρόνια θα είναι δύσκολα. Όποιοι επιβιώσουν από αυτή την κατάσταση θα δουλέψουν καλύτερα στο μέλλον. 
Έτσι κι αλλιώς το ξεκαθάρισμα και η επανεκκίνηση είναι το μότο της εποχής και αργά ή γρήγορα, βίαια ή ομαλά, μνημονιακά ή όχι θα γίνει σε όλη την οικονομία  δημόσια και ιδιωτική και σε όλους τους τομείς, γιατί αλλιώς δεν θα πάμε πολύ παρακάτω.

aLive: Ευχαριστώ για την κουβέντα και καλή συνέχεια στη Rackeys στο ούτως ή άλλως δύσκολο επαγγελματικό περιβάλλον του Live ήχου και των εγκαταστάσεων στα μέρη μας…

 

Rate this item
(9 votes)
email_linkE-mail
Login to post comments
Διαφήμιση
Διαφήμιση
Διαφήμιση
Διαφήμιση
Διαφήμιση
Διαφήμιση
Διαφήμιση
Διαφήμιση
Διαφήμιση
Διαφήμιση
Διαφήμιση
Διαφήμιση
Διαφήμιση