Αν είχα μπαράκι, club, καφέ, Live σκηνή ή οποιοδήποτε άλλο χώρο που ‘πουλάει’ μουσική και ηχητική αισθητική και ανακάλυπτα ‘φτωχά’ MP3 αρχεία χαμηλού bit rate στο ‘ψηφιακό μουσικό πακέτο’ του επαγγελματία DJ που πληρώνω για να βάζει μουσική, απλά θα τον πέταγα έξω μαζί με την ποιοτικά προβληματική ψηφιακή του βιβλιοθήκη. Ειδικά αν είχα επενδύσει στη βελτίωση της ακουστικής συμπεριφοράς του χώρου μου, στο ηχοσύστημα, στις πηγές έως και τα καλώδια μου, ειδικά τότε θα απαγόρευα δια ροπάλου όχι την αναπαραγωγή, αλλά ούτε καν το download ‘προβληματικών’ και ελάχιστα ποιοτικών αρχείων. Οπως αντιλαμβάνεστε, ο τίτλος του παρόντος βιωματικού πονήματος είναι μεν «MP3 οδοστρωτήρας» αλλά θα μπορούσε κάλλιστα να είναι ο γνωστός – αμείλικτος νόμος του audio που αναφέρει με κεφαλαία γράμματα «σκατά στην είσοδο, ενισχυμένα σκατά στην έξοδο» γιατί για να μην ξεχνιόμαστε, μεσολαβούν και ενισχυτικές βαθμίδες...
Η κουβέντα σχετικά με τον αλγόριθμο MP3, την απωλεστική συμπίεση, τις περίφημες «γενιές του MP3» και γενικότερα τις νέες γενιές που αρνούνται να πληρώσουν (έστω και φθηνά) για να αποκτήσουν την αγαπημένη τους μουσική (σε αντίθεση μ’ εμάς τους μεγαλύτερους που την πληρώναμε και μάλιστα πανάκριβα...), είναι μια κουβέντα που κρατάει πολλά χρόνια και πλέον την έχω βαρεθεί αφού έχω ακούσει σχεδόν όλες τις απόψεις... Από την άλλη το να εθελοτυφλεί κανείς και να απορρίπτει τις ευκολίες τις ‘ψηφιακής’ μουσικής και το downloading εν έτει 2010, τότε σημαίνει ότι είναι είτε γραφικός, είτε ότι βρίσκεται εκτός πραγματικότητας και ‘πιάτσας’ γενικώς.
Και η πραγματικότητα θέλει σήμερα το virtual DJing να κυριαρχεί σε club, bar και καφέ και να διαχειρίζεται κυρίως MP3 αρχεία στα 128Kbit / sec, που σχεδόν έχει γίνει ο συνηθισμένος ρυθμός bit για ένα "αρκετά καλό", σύμφωνα με πολλούς DJs, αποτέλεσμα. Βεβαίως, οι πιο ψαγμένοι DJs δύσκολα (εκτός αν πρόκειται για σπάνιο κομμάτι) θα κάνουν εκπτώσεις σε bit/rate, ως εκ τούτου διαλέγουν προσεκτικά τα μουσικά αρχεία τους και χρησιμοποιούν αυτά με αναλύσεις 320 kbit/s (βέβαια εδώ παίζει ρόλο η έκδοση και το επίπεδο ή το είδος του codec και η συχνότητα δειγματοληψίας) όμως και πάλι αρκεί κανείς να σκεφτεί ότι ο ασυμπίεστος ήχος όπως αποθηκεύεται σε έναν ψηφιακό δίσκο CD έχει ρυθμό bit 1411.2 kb/ sec (δηλαδή 16bit ανα δείγμα x 44100 δείγματα το δευτερόλεπτο x 2 κανάλια), οπότε αντιλαμβάνεστε ότι οι διαφορές είναι υπαρκτές και κυρίως ακουστές ειδικά σε Α/Β συγκρίσεις.
Θέλω λοιπόν να καταλήξω στο προφανές: πως είναι κρίμα ειδικά για έναν προσεγμένο ηχητικά χώρο (όχι ότι υπάρχουν και πολλοί τέτοιοι, αλλά είναι κρίμα ειδικά όταν παίρνει η μπάλα κι αυτούς τους λίγους που υφίστανται...) όπου έχουν γίνει μετρήσεις, έχει βελτιωθεί καταρχάς η ακουστική του συμπεριφορά, ο ιδιοκτήτης έχει βάλει αρκετά βαθιά το χέρι στην τσέπη για ένα υψηλής πιστότητας επαγγελματικό ηχητικό σύστημα, έχει προσέξει ενισχυτές, μίκτες, έως και καλώδια και στο τέλος να έρχεται ο master των decks με όλη του την (ψηφιακή) δισκοθήκη σ’ ένα USB stick και στα μισά κομμάτια το αποτέλεσμα να είναι κάκιστο. Αυτό το βίωσα από μέσα σε τρεις τουλάχιστον περιπτώσεις από το καλοκαίρι έως τώρα, με τις δυο να αφορούν παρουσιάσεις στο aLive και την τρίτη το νέο προσεγμένο (και ηχητικά) μπαράκι ενός καλού φίλου που ενίοτε πέφτει θύμα κάποιων ‘χαμηλών bitrate’ με τον επίσης φίλο DJ να κάνει συνειδητές προσπάθειες να τα αποφύγει…
Αντίθετα οι άλλες δυο περιπτώσεις, αφορούσαν μεγάλα ‘επώνυμα’ club στην περιφέρεια (Κρήτη) όπου οι ιδιοκτήτες τους έδωσαν ακόμα και 6ψήφιο αριθμό ευρώ για να αντικαταστήσουν το παλιό τους ηχοσύστημα με νέο και σύγχρονο, έμειναν ευχαριστημένοι κατά τις ακροάσεις όπου οι εγκαταστάτες δοκίμαζαν και ρύθμιζαν το σύστημα με κανονικό audio CD 16/44,1 και το βράδυ της πρεμιέρας άκουγαν ‘πριόνια και ξυράφια’ από τους μόνιμους και resident DJs που στην προσπάθειά τους να κατεβάσουν και να παίξουν πρώτοι την τάδε dance επιτυχία που μόλις κυκλοφόρησε, αδιαφορούσαν πλήρως για λεπτομέρειες σχετικές με απωλεστικούς αλγόριθμους συμπίεσης, κωδικοποιήσεις και χαμηλά bit rate...
Αποτέλεσμα; Την άλλη μέρα το πρωί, μετά την κακόηχη πρεμιέρα του club, ο ιδιοκτήτης να ζητάει σε άγριο ύφος τα ρέστα από τον αντιπρόσωπο και τον εγκαταστάτη του συστήματος, ρωτώντας το προφανές: «έδωσα τόσα χιλιάρικα ευρώ για να ακούγεται έτσι;”… Βεβαίως, η συγκεκριμένη περίπτωση έχει αρκετό ενδιαφέρον καθώς ο άνθρωπος ήταν πολιτισμένος και μουσικόφιλος και όχι νονός της νύχτας, κι έτσι αφού άκουσε προσεκτικά το τι συμβαίνει, έβαλε ο ίδιος τα δικά του audio CD, τα σύγκρινε με τα προβληματικά MP3 που έπαιζαν το προηγούμενο βράδυ κι εν συνεχεία στη μάζωξη που ακολούθησε με τους DJς τους ξεκαθάρισε ότι θα πρέπει να παίζουν είτε δίσκους audio, είτε wav αρχεία είτε υψηλού bit rate MP,3 ενώ πάνω απ’ όλα θα έπρεπε να μην ξαναεμφανιστεί το κόκκινο χρώμα σε κανένα LED και οπτικό ενδείκτη σήματος του μίξερ. Με αυτή τη σειρά. Το ίδιο βράδυ ο ήχος ήταν μακράν καλύτερος...
Είναι κρίμα λοιπόν σήμερα, που τα ηχητικά συστήματα, οι αλγόριθμοι, τα DSP και οι χώροι (θεωρητικώς) βελτιώνονται, να πέφτει το επίπεδο του αναπαραγόμενου ηχογραφήματος και να υπάρχει τόση πτώση ποιότητας στη μουσική που ακούμε σήμερα όχι μόνο από το ραδιόφωνο (εδώ είναι ακόμα πιο πικραμένη η ιστορία) αλλά και στους χώρους ‘πουλάνε’ μουσική και κατά συνέπεια ήχο και που ο πελάτες πληρώνει με μετρητά τη μπύρα ή το ποτό του...
Για βάλτε λοιπόν λίγη πλάτη στην πιστότητα κι εσείς φίλτατοι DJs…
Η άποψή σου μπορεί να ενδιαφέρει περισσότερους απ’ όσους φαντάζεσαι. Γι’ αυτό μην την κρατάς για τον εαυτό σου. Μοιράσου τη μαζί μας μέσω της συγκεκριμένης στήλης. Περιμένουμε ενυπόγραφες γνώμες, σχόλια και απόψεις σχετικές με το αντικείμενο του aLive (επαγγελματικός ήχος, φωτισμός, εικόνα, μουσική τεχνολογία, djing κλπ), στο e-mail: alive@alive.gr. Ιδανική συνοδεία στο κείμενο που θα μας στείλετε θα ήταν μια φωτογραφία (είτε δική σας, είτε σχετική με το θέμα στο οποίο αναφέρεστε…)
Κυριακή, 19 Δεκέμβριος 2010 16:07
O MP3 ‘οδοστρωτήρας’ του ήχου...
του Βασίλη Λαδονικόλα
Social sharing
Login to post comments