Διαφήμιση
Τετάρτη, 10 Ιούνιος 2015 10:44

Plissken 2015

του Βασίλη Λαδονικόλα

Το Plissken μεγάλωσε, αναπτύχθηκε και ωρίμασε σημαντικά σε σχέση με την περυσινή χρονιά. Θα ορκιζόμουν μάλιστα ότι προχώρησε 3 χρονιές μπροστά και όχι μια, και αυτό βεβαίως έχει τα πολλά θετικά του, αλλά από την άλλη βεβαίως δημιουργεί και υψηλές προσδοκίες που σε κάνουν να ανεβάζεις τον πήχη σε δυσθεώρητα ύψη μερικές φορές. Το αποτέλεσμα; Ένα σαφώς πιο ολοκληρωμένο και πολυπρόσωπο φεστιβάλ σε σχέση με το περυσινό, που πρέπει όμως να διορθώσει μερικές παιδικές ασθένειες, ευτυχώς ελαφριές.

Οι διαφορές του φετινού Plissken σε σχέση με πέρυσι έχουν να κάνουν με την σημαντική αλλαγή της δομής του φεστιβάλ και την αλλαγή των stages. Το main stage βγήκε έξω, και τη θέση του στο Κτίριο 56 του Ιδρύματος Μείζονος Ελληνισμού πήρε το Aquarium stage που φιλοξένησε clubbers, Live DJs και progressive dance παραγωγούς. Υπήρχαν ακόμα το Republic Stage (έξω) και το μικρό Tunnel Stage (εκεί που φιλοξενούνταν πέρυσι το Club Stage). Κάπως έτσι ήταν σχετικά μοιρασμένο και το συνολικό line up του φετινού φεστιβάλ κρατώντας καλύτερα τις εύθραυστες ισορροπίες μεταξύ εναλλακτικών και progressive σχημάτων, post rock και νεοψυχεδέλειας, indie σκηνής και clubbing κουλτούρας με δημιουργικό DJing performance.
Οσον αφορά το δια ταύτα, η προσέλευση ήταν καλύτερη από πέρυσι (ειδικά τη δεύτερη μέρα), δυστυχώς ο καιρός τα έκανε λίγο θάλασσα την πρώτη μέρα (σε κυριολεκτική θάλασσα μετετράπη πάντως ο χώρος μπροστά από το Republic Stage, με τη δεύτερη μέρα να το βρίσκει σχετικά στεγνό), ενώ το βράδυ της 1ης ημέρας ναι μεν δεν έβρεξε αλλά είχε αρκετό αέρα στο main stage…

Πολυσυλεκτιοί ήχοι και performing 1ης ημέρας
Τα ονόματα φέτος ήταν πολλά και καλά, εγώ προσωπικά είχα τις αδυναμίες μου την πρώτη μέρα που το επισκέφθηκα, όμως το ενδιαφέρον στοιχείο με το Plissken είναι ότι από άλλους περιμένεις να τα ‘σπάσουν’, άλλοι σε συναρπάζουν, μερικοί δίνουν παραστάσεις που θα τις θυμάσαι για χρόνια και άλλοι είναι απλά ντεφορμέ. Την πρώτη μέρα ξεχώρισα τον Ισπανό παραγωγό Clip στο Tunnel stage, οι Coathangers ήταν μια μικρή απογοήτευση, ενώ το αναίτιο και περιττό γκάζι των Metz στο main stage διαδέχθηκε ο μεγάλος Tony Allen, ο μεγαλύτερος εν ζωή ντράμερ σύμφωνα με τον Brian Eno ή απλά ο παππούς του afrobeat για μας τους υπόλοιπους, που διέθετε ίσως την πιο καθαρή και πλούσια ενορχηστρωτικά ηχητική παλέτα του φεστιβάλ. Δυστυχώς έπαιξε σχετικά λίγο προκειμένου να ‘βγούν’ τα χρονοδιαγράμματα (εδώ θέλει λίγη δουλειά από τους διοργανωτές, καθώς όταν έχεις να φιλοξενήσεις και να διαχειριστείς τόσα σχήματα το κάθε λεπτό είναι πολύτιμο). 

Ο Beardyman αποδείχθηκε χαρισματικός και πολυπράγμων μουσικά, ορίζοντας το live producing επί σκηνής, ωστόσο κάποιοι (κι εγώ μαζί) τον βρήκαν πληκτικό. Ακολούθησαν οι πατέρες του grunge, οι θρυλικοί Mudhoney με τον Mark Arm να δίνει το στίγμα του πρωτόλειου κιθαριστικού ήχου με τόνους fuzz και distortion βεβαίως σε ένα ανεπιτήδευτο άκουσμα. Οι Pharmakon και ο Happa στο Aquarium έκαναν ότι μπορούσαν (ειδικά η πρώτη που επιδόθηκε σε ένα Live – ιεροτελεστία), όμως έπεσαν θύματα του παράλληλου παιξίματος στο Main Stage των headliners της βραδιάς Savages (μάλλον η κορυφαία εμφάνιση της βραδιάς από τις κυρίες) και Horrors (κατώτεροι του αναμενόμενου).

Τεχνικός τομέας: Ηχος – Φως –Visual: η πρόοδος ήταν προφανής…
… όπως και η προσοχή στη λεπτομέρεια, δεδομένου πάντα ότι ο πήχης των απαιτήσεων είχε ανέβει σημαντικά από την ίδια την παραγωγή. Ας τα πάρουμε όμως με τη σειρά ξεκινώντας από το main stage, τον εξοπλισμό και τους ανθρώπους του. Πρίν απ’ όλα όμως, να επισημάνουμε ότι οι rental εταιρίες που είχαν αναλάβει τον εξοπλισμό του Plissken 2015 ήταν η KARIOTIS event productions του Μελέτη Καριώτη, που είχε προμηθεύσει και εγκαταστήσει τον εξοπλισμό στο μεγάλο Main Stage και στο μικρότερο Republic Stage, στα δυο εξωτερικά stages του φετινού φεστιβάλ δηλαδή. Στους εσωτερικούς χώρους και συγκεκριμένα στο Aquarium Stage τον εξοπλισμό είχε προμηθεύσει η εταιρία Pro Shows Audio & Lighting, ενώ στο Tunnel stage είχε τοποθετήσει εξοπλισμό η εταιρία Encore. Ας τα πάρουμε όμως από την αρχή, ξεκινώντας από τους εξωτερικούς χώρους και το Main Stage προς τους εσωτερικούς…

Main Stage
Στο κεντρικό stage του φεστιβάλ, το Main Stage, που φέτος φιλοξενήθηκε στον προαύλιο χώρο του Κτίριο 56 του Ιδρύματος Μείζονος Ελληνισμού, η εταιρία KARIOTIS event productions του Μελέτη Καριώτη είχε τοποθετήσει για πρώτη φορά στο φεστιβάλ το κορυφαίο σύστημα της RCF TTL55-A. Πρόκειται για τη ναυαρχίδα της εταιρίας από τη σειρά Touring + Theater και αποτελεί ένα ενεργό line array σύστημα τριών δρόμων με 32bit-ο επεξεργαστή και RDNet on board για remote monitoring και έλεγχο. Συγκεκριμένα, είχαν τοποθετηθεί 8 TTL55-A ανά πλευρά με 8 sub TTS-56A από κάτω στην ευθεία. Το σημαντικό (οι κρίσιμες λεπτομέρειες που λέγαμε) είναι ότι ο Μελέτης Καριώτης είχε προσκαλέσει ειδικά για τις ανάγκες του φεστιβάλ τον Emanuele Morlini, product specialist για τα μεγάλα συστήματα της RCF και system engineer της Ιταλικής εταιρίας, προκειμένου να σετάρει, να ρυθμίσει και να έχει υπό την εποπτεία του το σύστημα για τις ανάγκες του φεστιβάλ, φροντίζοντας να πάρει από αυτό το μέγιστο δυνατό αποτέλεσμα για κάθε μπάντα.

Από κονσόλες χρησιμοποιήθηκαν δυο DiGiCo SD9 μια στο FoH και μια στη σκηνή (μαζί με 2 D2 stage Rack κι ένα D-Rack στο FoH). Στο stage χρησιμοποιήθηκαν 8 monitor TT25 της RCF, 3 Sub S8018 και 4 Xtreme XTM, ενώ χρέη side fills ανέλαβαν 2 RCF TT5-A ανά πλευρά, ενώ ένα RCF C5215-L χρησιμοποιήθηκε ως drum fill.
Οσον αφορά τα μικρόφωνα χρησιμοποιήθηκαν πολλά μικρόφωνα της Audix, με το DP7 σετ (το drum set μικροφώνων της Audix) να αναλαμβάνει το miking όλων των drums set που χρησιμοποιήθηκαν στο μεγάλο stage.
Στο FoH τεχνικός υπεύθυνος και υπεύθυνος για το baby sitting όλων των ξένων ηχοληπτών που παρέλασαν από την SD9 με τις μπάντες τους, ήταν ο Βασίλης Σκούρας, ενώ στη σκηνή χρέη μόνιτορ ηχολήπτη ανέλαβε ο Ιωσήφ Χαλίλ και head stage technician ο Γιώργος Φιλικόζης. Οσον αφορά το φωτιστικό σύστημα του Main Stage, που είχε στα χέρια του ο Παναγιώτης Τσεβρένης (Lighting Programmer και χειριστής) ήταν 8 κινούμενες κεφαλές Jack της DTS, 8 Raptor επίσης της DTS, 8 Impression K2 90, 2 Prolights HZ 100 και 16 Parnel ETC 575. Η Led οθόνη στην πλάτη της σκηνής ήταν μια CreateLed 12,5mm pitch διαστάσεων 4 x 3 μέτρα και η φωτιστική κονσόλα που χειρίστηκε ο Παναγιώτης ήταν μια Hog 3. Το stage ήταν της Nivtec και το support σύστημα διαστάσεων 12 x 10 μέτρα, της Global Truss με Roof.

Οπως μας εξήγησε και μας έδειξε ο Emanuele Morlini το σύστημα οδηγήθηκε μέσω RDNet και ο έλεγχος του συστήματος αλλά και οι ρυθμίσεις των εκάστοτε παραμέτρων όποτε χρειαζόταν γινόταν real time. Μας έδειξε επίσης το time allignment μεταξύ των καμπινών, ενώ παρακολοθούσαμε πάντα την απόκριση συχνότητας του συστήματος με βάση το πρόγραμμα και τις στάθμες και βεβαίως την κατάσταση κάθε καμπίνας του σετ. Με δεδομένο το διαφορετικό είδος και ύφος της κάθε μπάντας, η δουλειά του Emanuele ήταν αρκετά κρίσιμη και χρήσιμη κατά τη διάρκεια των εναλλαγών της κάθε μπάντας. Είναι χαρακτηριστικές οι επεμβάσεις που έκανε στα sub και στο limiter κατά την εναλλαγή της ήπιας μπάντας του afrobeat ήχου του Tony Allen με τον Beardyman που αποτελεί κλασικό εκπρόσωπο της δυναμικής (με ότι συνεπάγεται αυτό σε SPL) UK bass σχολής.

Αυτό βεβαίως που προβλημάτισε τον Emanuele, ο οποίος έχει μεγάλη εμπειρία από παραγωγές και Live υψηλού βεληνεκούς (με ενημέρωσε ότι μετά από την Ελλάδα θα επέστρεφε στην Ιταλία για να στήσει ως μηχανικός συστήματος, ένα Live σε αεροδρόμιο για 150 χιλιάδες θεατές με δεκάδες line array συστοιχίες) ήταν το γεγονός ότι δεν υπήρχαν όρια SPL στάθμης τα οποία στο εξωτερικό τα θέτει με σαφήνεια η παραγωγή και οι υπεύθυνοι των συστημάτων φροντίζουν να τηρούνται με θρησκευτική ευλάβεια, ειδικά σε φεστιβάλ όπου ο ανταγωνισμός των σχημάτων και των ηχοληπτών τους (καλή ώρα Plissken), πολλές φορές οδηγεί τα πράγματα εκτός ορίων όσον αφορά το επίπεδο στάθμης (θα μιλήσουμε γι’ αυτό πιο κάτω).

Republic Stage
Στη μικρότερη εξωτερική σκηνή Republic Stage είχαν εγκατασταθεί 12 καμπίνες RCF HDL20A ως main σύστημα (6 ανά πλευρά) με 4 Sub 8006AS επίσης της RCF,. Στην σκηνή είχαν τοποθετηθεί μόνιτορ της RCF και συγκεκριμένα 2 C5215-W ως side fill, ένα C5215-L ως drum fill και ένα sub S8018, ενώ χρησιμοποιήθηκαν 7 Xtreme XTO wedges και 5 Electrovoice ZX5. Από κονσόλες χρησιμοποιήθηκαν δυο Innovason, μια SY48 και μια SY80. Οσον αφορά το φωτισμό χρησιμοποιήθηκαν 8 Jack της DTS και 12 Impression K2 90, ενώ η φωτιστική κονσόλα ήταν μια Gtand MA 2 και το Led πάνελ ήταν το CreateLed 12,5mm pitch διαστάσεων 4 x 3 μέτρα. Την ευθύνη του Republic Stage είχαν οι Διονύσης Μανουσάκης (FoH), Κώστας Ταλιαδώρος (monitor engineer) και οι τεχνικοί Πάρις Μιχαήλος, Αντώνης Χαλίλ και Valentino Matraku, ενώ υπεύθυνος φωτισμών ήταν ο Γιώργος Τζιτζιγκαλάκης. Να αναφέρουμε επίσης ότι στα Main Stage και Republic Stage συνεισέφεραν και οι Κώστα Μπάμπης (Rigger / Head Lighting Engineer), Αλέκος Μπαιραμίδης (stage Builder) και Fadil Draci (Visual Engineer).

Aquarium Stage
Στο Aquarium Stage, όπως είπαμε τον εξοπλισμό (ήχου – φωτισμού – visual) είχε προμηθεύσει η εταιρία Pro Shows Audio & Lighting του Απόστολου Νεφρού, ενώ την τεχνική διεύθυνση (όπως και στο Tunnel club) την είχε ο Ιάσονας Θεοφάνου, ο οποίος είχε και την καλλιτεχνική επιμέλεια στο visual περιεχόμενο που προβλήθηκε στο Aquarium. Το διαφορετικό σε σχέση με πέρυσι ήταν η τοποθέτηση της σκηνής (και αντιστοίχως του main PA συστήματος) κατά μήκος του club, γεγονός που εκτός από την καλύτερη εκμετάλλευση του χώρου, είχε θετικό αποτέλεσμα και ως προς το θέμα των ανεπιθύμητων ανακλάσεων, στασίμων και περιθλάσεων, αφού ως γνωστόν από θέμα ηχητικής συμπεριφοράς το Κτίριο 56 του Ιδρύματος Μείζονος Ελληνισμού δεν αποτελεί τον ιδανικότερο χώρο ακρόασης, το αντίθετο θα έλεγα...
Στο Aquarium λοιπόν εγκαταστάθηκαν συνολικά 12 L-Acoustics KARA (6 ανά πλευρά) τα οποία αναρτήθηκαν από την οροφή, ενώ στο ύψος του FoH (και λίγο πιο πίσω) τοποθετήθηκαν 4 ARCS Wide (δυο ανά πλευρά) ως delay σύστημα. Ως front fill χρησιμοποιήθηκαν 4 KV2 Audio ESM12 (οδηγούμενα από τους ενισχυτές τους), ενώ δυο Outline Bomber χρησιμοποιήθηκαν ως monitors (ένα ανά πλευρά) δίπλα από το εκτεταμένο σε πλάτος booth που περιελάμβανε τον DJing και τον πολυπληθή μουσικό εξοπλισμό των παραγωγών και performer DJ’s που φιλοξενήθηκαν στα decks του club. Όλα αυτά πέρναγαν από μια Midas M32 και τα αυτιά και τα χέρια του Αποστόλη Νεφρού, πριν βγούν στo PA σύστημα των ΚΑRA.

Το φωτιστικό σύστημα του Aquarium περιελάμβανε 16 Beam 5R, 6 Wash XLed 590, 2 Strobo Atomic 3000, 1 Fog Machine Viper, 8 LedPar 18x8Watt και 4 4light blinders. Η κονσόλα που έλεγξε όλα αυτά ήταν μια Wholehog 3. Οσον αφορά το οπτικό σύστημα, αυτό ήταν ένα SMD Led Wall P12 με συνολικό εμβαδό 20 τμ που είχε αναρτηθεί τμηματικά, πίσω καθώς και δεξιά και αριστερά της σκηνής, θυμίζοντας ανοικτό πάζλ ως σύνθεση. Το σχεδιασμό του Led Wall είχε επιμεληθεί ο Ιάσονας.
Τεχνικός συστήματος στο Aquarium club ήταν ο Απόστολος Νεφρός και τεχνικός σκηνής ο Θεόφιλος Μποτονάκης, ενώ το χειρισμό των video και των φωτισμών ανέλαβε ο Elvis.

Tunnel stage
Στο Tunnel stage το σύστημα είχε προμηθεύσει και εγκαταστήσει η εταιρία Encore και περιελάμβανε 4 KV2 Audio ES 1.0, 4 KV2 Audio ES 2.6 subwoofer και 4 KV2 Audio ES 1.8 sub. Όλα τους οδηγήθηκαν από 4 EPAK 2500, ενώ χρέη μόνιτορ ανέλαβαν 2 KV2 Audio ESΜ. Επίσης, χρησιμοποιήθηκε μια κονσόλα Allen & Heath GL2400, δυο εφέ της Lexicon, 1 επεξεργαστής Drive Rack για το PA και ένα σετ Audix DP5A μαζί με μικρόφωνα της Shure (SM 57 και 58). 4 Chauvet LED Par χρησιμοποιήθηκαν για το φωτισμό μαζί με ένα Laserwood CS500RGY μαζί με Phoenix software, ενώ τις προβoλές ανέλαβε ένας Mitsubishi XD700U με φωτεινότητα 5000Ansi. Στο Tunnel τεχνικός ήταν ο Γρηγόρης Μάγος και stage manager ο Κωστής Νικηφοράκης.

Βλέποντας & Ακούγοντας...
Νεοψυχεδέλεια, Dark, lounge, techno, hardcore-punk, grunge (από τους προπάτορες του είδους) fuzz, electro, out folk και urban folk, post dub, afrobeat (από τον ‘εφευρέτη’ του είδους) και γενικότερα δεκάδες μουσικά είδη και επιρροές συναντήθηκαν με το κοινό και συνυπήρξαν στις σκηνές του φετινού αναβαθμισμένου Plissken που έδειξε ξεκάθαρα ότι είναι το ‘επόμενο μεγάλο πράγμα’ όσον αφορά τα φεστιβάλ εναλλακτικής αλλά εκλεκτικής μουσικής στη χώρα μας με μαζική όμως αποδοχή από το κοινό και τον τύπο.

Όπως είπα, το φετινό Plissken έδειξε να ωριμάζει τάχιστα σε σχέση με πέρυσι, καθώς θεωρώ ότι έκανε όχι μόνο ένα, αλλά πολλά βήματα παραπάνω σε αρκετούς τομείς. Γι’ αυτό ίσως και να ξέφυγαν δυο – τρία θέματα στην παραγωγή. Ένα βασικό έχει να κάνει με τον γενικότερο προγραμματισμό και τα χρονοδιαγράμματα. Εδώ απαιτείται καλύτερη οργάνωση και εκτέλεση, ενώ καλό είναι να μην αλληλοκαλύπτονται αξιόλογες μπάντες γιατί ξαφνικά συναντάς το φαινόμενο της μαζικής σχεδόν αποχώρησης του κοινού από τη μια σκηνή προς την άλλη, όπου ξεκινά να παίζει κάποια άλλη δημοφιλέστερη ή πιο ‘καυτή’ μπάντα, και αυτό δεν τιμά ιδιαίτερα τους καλλιτέχνες.

Ένα άλλο θέμα, ειδικά όταν συνυπάρχουν τόσες πολλές σκηνές σε ένα σχετικά μικρό χώρο, έχει να κάνει με τα σαφή όρια SPL που πρέπει να καθορίζονται, να επιβάλλονται και να τηρούνται από πλευράς παραγωγής, Το ξέρω ότι μπορεί ένα afrobeat σχήμα (βλέπε Tony Allen) να το διαδέχεται ένα πιο απαιτητικό σε sub ενέργεια σχήμα (εν προκειμένω performer) όπως ο Beardyman, όμως το μόνο δεδομένο είναι ότι πρέπει να υπάρξουν όρια που σημαίνει αυτομάτως μουσική ισονομία και παράλληλα προστατεύει θεατές και σύστημα από σχήματα και ηχολήπτες με μέτριο performance ή μέτριο ήχο (ή και τα δυο μαζί). Το αναφέρω γιατί αντίστοιχα επισημάνθηκαν και σχολιάστηκαν –καλοπροαίρετα πάντα- τέτοια περιστατικά από ανθρώπους του χώρου (τεχνικούς και ηχολήπτες με εμπειρία που βρέθηκαν ως θεατές στο φεστιβάλ).

Κι επειδή μου ζητήθηκε η γνώμη μου, την καταθέτω (και) γραπτώς: Τα συστήματα ήχου που εγκαταστάθηκαν σε όλες τις σκηνές του Plissken ήταν εξαιρετικά και προσεγμένα στις λεπτομέρειες που αφορούν το στήσιμό τους, το σετάρισμά τους και τον real time έλεγχό τους και την προσαρμογή τους στα δεδομένα κάθε μπάντας και κάθε ηχολήπτη. Φέτος οι ηχολήπτες που ήρθαν μαζί με τις μπάντες τους ήταν πολλοί όπως μου είπε ο Βασίλης Σκούρας που ήταν υπεύθυνος για το FoH του Main Stage, και αυτό είναι ευχάριστο, διότι σημαίνει ότι οι μπάντες δίνουν ιδιαίτερη σημασία για τον ήχο που θα έχουν στο εν λόγω φεστιβάλ, κάτι που επιβεβαιώνει ότι το Plissken έχει μπεί για τα καλά στο χάρτη των σημαντικών φεστιβάλ και για τα γκρουπ που το επισκέπτονται.

Το σύστημα του main Stage περιελάμβανε το κορυφαίο line array σύστημα της RCF, το TTL55-A του οποίου το σετάρισμα και την επίβλεψη (σε realtime μέσω RDNet) την ανέλαβε όπως είπαμε ο Emanuele Morlini, product specialist για τα μεγάλα συστήματα της RCF και system engineer της Ιταλικής εταιρίας. Κοινώς, ο πιο ειδικός άνθρωπος που θα μπορούσε να υπάρξει στον κόσμο γι’ αυτή τη δουλειά. Και αυτό είναι κάτι που τιμά το Μελέτη Καριώτη της KARIOTIS event productions, καθώς ήθελε να υποστηρίξει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο το σύστημά του και κατ’ επέκταση το ίδιο το φεστιβάλ.

Το μεγάλο RCF (TTL55-A) ήταν εξαιρετικά ισορροπημένο σε χροιά, στάθμη, δυναμικά και βεβαίως αρκετό (και με το παραπάνω) για να καλύψει το venue. Ο Emanuele ήταν πάντα σε online επαφή με όλες τις παραμέτρους του συστήματος μέσω του laptop του, ενώ ο Βασίλης Σκούρας έδωσε τον καλύτερό του εαυτό στο απαιτητικό baby sitting όλων των ξένων ηχοληπτών κάθε μπάντας. Με αρκετούς εξ’ αυτών βεβαίως έχω ένα θέμα, καθώς σε κάποιες περιπτώσεις αδίκησαν την μπάντα τους (για τον εαυτό τους δεν ξέρω, το εικάζω απλά), το σύστημα και το φεστιβάλ. Κάποιες μίξεις ήταν πολύ καλές, κάποιες άλλες μέτριες, ενώ το ίδιο συνέβη και με μερικές μπάντες (δεν αναφέρομαι μόνο στο main stage), αφού όσοι βαριόντουσαν ή δεν ήταν σε φούλ φόρμα, φαίνονταν και κυρίως (για εμάς που κρίνουμε πρωτίστως με τ’ αυτιά) ακούγονταν.

Ο Tony Allen είχε καλό παίξιμο και ήχο που έδενε περισσότερο όσο προχωρούσε το σετ. Στους Mudhoney φάγαμε grunge κιθαριστικά ριφ με τόνους fuzz και παραμόρφωσης με την ρυθμική βάση να υστερεί σχετικά, παραπέμποντας ίσως στις πρώιμες μέρες του grunge (δισκογραφικά τουλάχιστον γιατί δεν το ζήσαμε Live στο Σηάτλ για να ξέρουμε πως ακούγονταν στα Live τους) όπου η ρυθμική βάση ήταν ‘εντός’ της μίξης. Ηχητικά και μουσικά μου άρεσαν οι Savages (αναμενόμενο στάνταρ που επαληθεύθηκε on stage), ενώ οι αντίστοιχες προσδοκίες μου δεν επαληθεύτηκαν με τους Horrors. Επίσης μου άρεσε πολύ η δουλειά του Παναγιώτη (Τσεβρένης) στα φώτα (προγραμματισμός και χειρισμός), καθώς χωρίς ποτέ να υπερβάλει προσαρμόστηκε  γρήγορα και άμεσα στις διαφορετικές εναλλαγές μουσικού ύφους κάθε διάδοχου σήματος, φτιάχνοντας από το πρώτο κομμάτι την κατάλληλη ατμόσφαιρα, με τα Jack και τα Raptor της DTS να βάζουν τον πήχη ψηλά.
Ο χώρος μπροστά από το μικρότερο εξωτερικό Republic Stage, καθότι χωμάτινος, υπέφερε αρκετά από τη νεροποντή της πρώτης μέρας, και ο κόσμος στριμώχθηκε για να αποφύγει τις λάσπες. Εδώ το σύστημα με τα μικρότερα HDL20A της RCF κάλυψε ιδανικά το χώρο και βεβαίως υπήρξαν κι εδώ μαγικές στιγμές κατά τη διάρκεια του 2ημέρου και μάλιστα πολλές. Χαρακτηριστική περίπτωση ήταν η εμφάνιση των Καναδών Austra και της Katie Stelmanis που κέρδισαν το κοινό με το performing και τον ήχο τους, τη στιγμή που ο Beardyman ‘βάραγε αλύπητα’ στο main stage και πολλοί προτίμησαν το Republic μετατρέποντάς το αυτομάτως σε main stage όσον αφορά την προσέλευση.

Στο Aquarium stage τώρα η προσεγμένη δουλειά και φάνηκε και ακούστηκε, ειδικά σε έναν δύσκολο ηχητικά χώρο σαν κι αυτόν, τα Kara ανταποκρίθηκαν εξαιρετικά. Σημαντικό εδώ είναι ότι οι στάθμες κρατήθηκαν σε λογικά πλαίσια και το αποτέλεσμα ήταν απολαυστικό (και αν συνυπολογίσει κανείς την προβληματική ακουστική του χώρου, τότε αξίζουν πολλά credits στους τεχνικούς για το σετάρισμα και τη διαχείριση του συστήματός τους) με καλές και μέτριες παρουσίες κι εδώ. Το ηλεκτρονικό και clubbing ύφος πάντων όλων των καλλιτεχνών που φιλοξενήθηκαν στα decks του Aquarium ομολογουμένως ταίριαξε απόλυτα με το βιομηχανικό ύφος του χώρου και η κίνηση των παραγωγών να μεταφέρουν εδώ τα ‘ηλεκτρονικά’ και αυτού του τύπου τα performance θεωρώ ότι ήταν από τις πιο επιτυχημένες κινήσεις του φετινού Plissken. Πολύ καλή δουλειά είχε γίνει και στο φωτιστικό αλλά και στο visual κομμάτι (ευφυής και διαφορετική εγκατάσταση του διαιρεμένου στα 3 πάνελ αλλά και στο περιεχόμενο που προβλήθηκε).

To Tunnel Club να πω την αμαρτία μου το επισκέφθηκα δυο φορές μόνο, αλλά ήταν αρκετό για να έχω τεκμηριωμένη άποψη γι’ αυτό. Ζεστός, μικρός χώρος με τη high-end σφραγίδα της KV2 στον ήχο του και καλά performing, δίνουν ένα παρεϊστικο κλίμα που όμοιό του δεν υπήρξε σε κανένα άλλο stage.

Εν κατακλείδι, το Plissken είναι ένα φεστιβάλ που έχει το πόδι στο γκάζι. Μεγαλώνει με γοργό βηματισμό και πλέον ναι, έχει γίνει και θεσμός. Αυτό αποδείχθηκε ιδιαίτερα φέτος καθώς το Plissken 2015 σε σχέση με το περυσινό φεστιβάλ έχει κάνει άλματα σε όλους τους τομείς, καλλιτεχνικούς, οργανωτικούς και βεβαίως τεχνικούς. Δυο – τρία σημεία να προσέξει η παραγωγή του φεστιβάλ (τα αναφέρουμε εντός του κειμένου) και το αποτέλεσμα θα είναι ακόμα πιο ολοκληρωμένο του χρόνου. Όπως και να χει, το Plissken είναι ένα φεστιβάλ που αγαπάμε και το μοναδικό που ως προς τη δική του αναλογία μεγέθους, παραπέμπει τόσο άμεσα, πειστικά και ανεπιτήδευτα σε μεγάλα φεστιβάλ του εξωτερικού... 

Rate this item
(1 vote)
email_linkE-mail
Login to post comments
Διαφήμιση
Διαφήμιση
Διαφήμιση
Διαφήμιση
Διαφήμιση
Διαφήμιση
Διαφήμιση
Διαφήμιση
Διαφήμιση
Διαφήμιση
Διαφήμιση
Διαφήμιση