Βρεθήκαμε στη μικρή αίθουσα της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών για το InMute festival 2014, όπου συναντήσαμε τον τεχνικό υπεύθυνο και ηχολήπτη του φεστιβάλ Γιάννη Παξεβάνη, προκειμένου να μας μιλήσει για τις ηχητικές προκλήσεις ενός τόσο διαφορετικού και σχεδόν πειραματικού φεστιβάλ που ουσιαστικά αναζητεί και επιδιώκει τα νέα σημεία επαφής μεταξύ της κινούμενης εικόνας και της ‘ζωντανής ηχητικής μπάντας’ που την επενδύει…
Το φετινό είναι το δεύτερο InMute που έλαβε χώρα σε 3 ημέρες μετά την τεράστια επιτυχία του περυσινού 2ήμερου φεστιβάλ. Όπως εύστοχα αναφέρεται και στο ενημερωτικό δελτίο τύπου του φεστιβάλ, με αφετηρία το βωβό κινηματογράφο και τη σύγχρονη μουσική, το τριήμερο φεστιβάλ InMute εξερευνά και προτείνει νέα σημεία συνάντησης μεταξύ ήχου και κινούμενης εικόνας. Για δεύτερη χρονιά, στο επίκεντρο του φεστιβάλ βρέθηκαν ο πειραματισμός και η αναζήτηση του αναπάντεχου, όπου ο ήχος και η εικόνα, άλλοτε σε ταύτιση και άλλοτε πάλι σε σύγκρουση ή αντίστιξη, αναπτύσσονται έχοντας ως κοινό παρονομαστή το χρόνο της ζωντανής παράστασης.
Η πρώτη μέρα του φετινού φεστιβάλ περιελάμβανε μια σειρά από μικρού μήκους ταινίες πειραματικού κινηματογράφου, όπως ταινίες των Σταν Μπρέκχατζ, Μαν Ρέυ, Χάρρυ Έβερετ Σμιθ, Γουάλας Μπέρμαν και Χανς Ρίχτερ συνοδεύονται από τους ηλεκτρονικούς και ακουστικούς ήχους των Μάικ Κούπερ, Γιώργη Σακελλαρίου, Balinese Beast και Γιώργου Κατσάνου.
Τη δεύτερη μέρα, η σύγχρονη βωβή ταινία του Καναδού σκηνοθέτη Γκάυ Μάντιν, Cowards Bend the Knee, με την ηχητική συνοδεία του Βρετανού turntablist Φίλιπ Τζεκ, καθώς και το video score της Βίκι Μπέννετ, Notations, σε μια μοναδική ερμηνεία από το ελληνικό ντουέτο Act Vide, ανέδειξαν το σύγχρονο χαρακτήρα της βωβής κινούμενης εικόνας.
Η τρίτη μέρα του φεστιβάλ περιλάμβανε 2 προπολεμικές λογοκριμένες ταινίες. Οι Voltnoi & Quetempo παρουσίασαν μια οπτικοακουστική παράσταση βασισμένη στην ταινία Κοινωνική σαπίλα, που σκηνοθέτησε το 1932 ο Στέλιος Τατασόπουλος, ενώ το φεστιβάλ έκλεισε με την εμβληματική ταινία The Passion of Joan Of Arc του Καρλ Τέοντορ Ντράυερ, για την οποία συνέθεσε νέα μουσική –ειδικά για το InMute ‘14– ο Δανός καλλιτέχνης Γιάκομπο Κρίργεγκορ.
Σημειωτέον ότι την καλλιτεχνική επιμέλεια του φεστιβάλ είχε ο Μιχάλης Μοσχούτης, τον οποίο και ευχαριστούμε για τη φιλοξενία, όπως και τη Στέγη Γραμμάτων & Τεχνών. Περισσότερα όμως θα μας πεί ο πλέον αρμόδιος Γιάννης Παξεβάνης με την ιδιότητά του ως τεχνικός υπεύθυνος & ηχολήπτης (και) του φετινού InMute festival…
aLive: Γιάννη πες μιας δυο λόγια για το φετινό InMute festival
Το InMute είναι ένα διεθνές festival που πραγματοποιείται για 2η συνεχόμενη χρονιά εδώ στη μικρή σκηνή της Στέγης Γραμμάτων & Τεχνών. Ξεκίνησε πέρυσι ως 2ήμερο φεστιβάλ, πήγε πάρα πολύ καλά και φέτος αποφασίστηκε να γίνει 3ήμερο. Εχει τη μίξη Ελλήνων και ξένων καλλιτεχνών. Αφορά την εικόνα του βωβού κινηματογράφου, ειδικά πέρυσι, καθώς φέτος περιλαμβάνει και μερικές πειραματικές ταινίες. Το χαρακτηριστικό του και η δική μου δουλειά εδώ, έχει να κάνει με τη Live μουσική επένδυση που ‘ντύνει’ ηχητικά την προβολή των ‘βουβών’ ταινιών.
aLive: Ποιος ακριβώς είναι ο ρόλος σου εδώ?
Είμαι τεχνικός υπεύθυνος του InMute festival και ηχολήπτης του. Πέρυσι που ξεκίνησε το φεστιβάλ συμμετείχα και ως μουσικός. Το φεστιβάλ αναφέρεται με την ευρύτερη έννοια στην πειραματική μουσική και περιλαμβάνει μια μεγάλη γκάμα από φυσικά όργανα έως DJ set. Από την πλευρά του ήχου λοιπόν αποτελεί ένα φεστιβάλ πειραματικής – ηλεκτρονικής μουσικής στο οποίο συμμετέχουν έλληνες και ξένοι.
aLive: Πόσο διαφορετικό είναι το εν λόγω φεστιβάλ από τα υπόλοιπα πράγματα που συνήθως κάνεις ηχοληπτικά;
Αυτή η διαφορετικότητά του είναι και η ουσία του φεστιβάλ, που το καθιστά άκρως σοβαρό & ενδιαφέρον (και) ηχοληπτικά. Τι εννοώ: Η συμπεριφορά ενός ηχολήπτη προς αυτούς τους ανθρώπους θέλει προσοχή και πρέπει να είναι αρκετά ιδιαίτερη, διότι δεν παίζουν μουσική με τη συμβατική έννοια, αλλά κυρίως παίζουν με τον ήχο. Αυτό που για εμάς τους ηχολήπτες πολλές φορές είναι απαγορευτικό γι’ αυτούς είναι δεδομένο. Αρα δεν μπορείς να τους πείς ότι αυτό δεν γίνεται. Θέλει άλλη λογική, πρέπει να συζητήσεις πολύ μαζί τους και να ακούσεις αυτό που κάνουν, διότι αρκετά συχνά παίζουν ανατρεπτικά. Αρκετοί παίζουν για παράδειγμα ακραία, ή κάποιοι άλλοι παίζουν με τους συντονισμούς του χώρου. Αυτό δηλαδή που εμείς θέλουμε να αποφύγουμε, αυτοί το επιζητούν και στήνουν το performing τους πάνω σ’ αυτό. Αρα πρέπει να έχουν μια αντιμετώπιση εντελώς διαφορετική καθώς αυτό που κάνουν είναι για τους ίδιους άκρως παραγωγικό, οπότε ο ηχολήπτης δεν είναι εκεί για να τους πεί ότι δεν μπορούν να γίνουν έτσι τα πράγματα. Αντίθετα θα τους προστατεύσεις και θα τους προτείνεις λύσεις, αλλά πρέπει να βρείς έναν κώδικα επικοινωνίας μαζί τους διότι όπως είπα οι άνθρωποι δεν είναι μουσικοί με την συμβατική έννοια του όρου. Ολο αυτό είναι που έχει τεράστιο ενδιαφέρον για μένα σε αυτή τη δουλειά. Γενικώς πιστεύω ότι κάθε δουλειά έχει τους δικούς της κώδικες για τον ηχολήπτη, καθώς αλλιώς θα πρέπει να συμπεριφερθεί σε μια συναυλία και αλλιώς σε ένα θέατρο. Πόσο μάλλον σε μια πειραματική κατάσταση όπως εδώ…
aLive: Όλα αυτά πόσο δύσκολα είναι για σένα. Σήμερα τα λέμε λίγο πρίν την έναρξη της 1ης ημέρας, έχεις κάνει sound check με όλους τους μουσικούς που θα συμμετάσχουν απόψε…
Όλα έχουν μια διαφορετική λογική εδώ, δεν είναι θέμα δυσκολίας ή ευκολίας, αλλά εντελώς διαφορετικής νοοτροπίας και προσέγγισης. Σήμερα είναι οι μικρού μήκους ταινίες και το φεστιβάλ χωρίζεται σε δυο μέρη. Για παράδειγμα, σήμερα από γραμμές τα πράγματα είναι πιο απλά, όμως αύριο είναι πιο σύνθετο. Τεχνικά είναι σα να παίζουμε σε δυο σκηνές, καθώς είναι πιο εύκολο να το κάνουμε αυτό. Φυσικά έχουμε κάνει τσεκ από πρίν και όλα είναι σεταρισμένα πρίν μπεί ο κόσμος. Οι επιμέρους αλλαγές γίνονται γρήγορα καθώς έχουμε φροντίσει ώστε να έχουμε ένα ευέλικτο stage.
aLive: Τι άλλαξε σε σχέση με πέρυσι όσον αφορά το δικό σου τομέα και τα δικά σου εργαλεία. Το ρωτάω γιατί βλέπω απέναντι τη νέα Venue S3L-X της Avid, η οποία θα διαχειριστεί ηχητικά όλο το φετινό InMute festival…Εγώ είμαι ούτως ή άλλως Digidesign (Avid πλέον) user και από τις ψηφιακές μου αρέσει η Profile ως κονσόλα. Θα έλεγα ότι είναι αυτή που προτιμώ. Εδώ στο χώρο υπάρχει ένα υπέροχο desk, μια ψηφιακή broadcast της SSL που έχει όμως ένα μειονέκτημα ως προς την τοποθέτησή της: βρίσκεται μέσα σε ένα κλειστό booth. Λόγω κάποιων δυσκολιών που είχα πέρυσι αναφορικά με τη συνεννόηση, αποφάσισα φέτος να βάλω μια κονσόλα έξω. Το πρόβλημα της Στέγης είναι ότι είναι sold out το φεστβάλ για όλο το 3ήμερο, οπότε χρειαζόμουν μια κονσόλα που θα ήταν πάρα πολύ μικρή (να πιάσει 2 με 3 θέσεις, ουσιαστικά πήραμε τις θέσεις που ούτως ή άλλως μένουν κενές διότι ενοχλούνται από την προβολή) και φυσικά να έχει τις προδιαγραφές να σταθεί απέναντι σε μια SSL, να είναι δηλαδή εφάμιλλη στο χώρο. Ταυτόχρονα, κι επειδή ζητήθηκε πολυκάναλο recording, εξέφρασα το αίτημά μου προς τους ανθρώπους της Στέγης (και συγκεκριμένα προς το Λευτέρη Καραμπίλα που είναι αρμόδιος) και οι οποίοι συναίνεσαν. Ετσι, μετά από τη σχετική συνεννόηση με την Ακουστική, κανόνισα να έρθει η νέα Avid S3L-X που πληροί όλες τις προϋποθέσεις (ιδιαίτερα μικρό φορμά, multichannel recording) τόσο του χώρου, όσο και τις δικές μου.
aLive: Η επιλογή σου έχει να κάνει και με το ότι η νέα Venue S3L-X είναι μια αναβαθμισμένη κονσόλα σε σχέση με την ‘απλή’ S3L;
Ναι, αν και δεν είχα παίξει με την προηγούμενη έκδοση (πρό update), όμως εξηγώντας μου ο Βασίλης Μιχαηλίδης της Ακουστικής, τι ακριβώς περιλαμβάνει το update, θεώρησα καταρχάς την αναβάθμιση με τα pages user καταπληκτική, ειδικά γι’ αυτή τη δουλειά (κάτι που το διαπίστωσα εν συνεχεία εδώ και στην πράξη). Θεωρώ ότι το update έχει αναβαθμίσει κρίσιμα σημεία της κονσόλας, όπως το user page που σε βοηθά να στήσεις την κονσόλα ακριβώς όπως θέλεις. Οσον αφορά τον ήχο της, το headroom της καταρχάς μου φαίνεται εκπληκτικό, ενώ γενικώς την ακούω αρκετά μαλακή και καθαρή ως κονσόλα, πράγμα που μου αρέσει πολύ.
aLive: Αρα, με εξαίρεση την S3L-X το υπόλοιπο set-up είναι του χώρου;
Ναι, όλο το υπόλοιπο set-up με τα ηχεία και τα μόνιτορ d&B ανήκουν στο χώρο. Το LCR που βλέπεις ψηλά δεν ισχύει, χρησιμοποιούμε μόνο το L-R, ενώ παίζω με έξτρα sub που το περνάω σε Aux (μόνο το έξτρα sub, διότι τα υπόλοιπα είναι απευθείας στο L-R σύστημα). Υπάρχουν και 4 8άρια πίσω με ένα delay για την επίτευξη ενός ψευδο-surround συστήματος. Σημειωτέον ότι στην SSL μπήκαμε μόνο ως patch, προκειμένου να στείλουμε από εκεί το σήμα στην Avid.
aLive: Πές μου κάνα δυο χαρακτηριστικά παραδείγματα από τις ηχοληπτικές προκλήσεις που θα αντιμετωπίσεις στο φετινό φεστιβάλ;
Υπάρχει μια πιανίστρια που παίζει με διάφορα αντικείμενα μέσα στο πιάνο, δίχως το καπάκι. Στο πιάνω θα τοποθετήσω συνολικά 6 μικρόφωνα: δυο επαφής C Ducer 411 που θα τα δουλέψω με πολύ compression και εφέ ώστε να έχω τον όγκο που θα χρειαστώ. Θα χρησιμοποιήσω δυο beyerdynamic δυναμικά (M88) που τα χρησιμοποίησα πέρυσι και με εντυπωσίασαν και δυο AKG C 414 ως XY. Η πρώτη μου επιλογή ήταν μικρόφωνα της DPA, όμως το συζήτησα με την πιανίστρια και μου είπε ότι θα ‘χτυπάει’ το πιάνο οπότε σκέφτηκα ότι δεν θα δούλευε. Τα επαφής που σου ανέφερα άλλωστε θα τα βάλω κάτω για το σώμα…
Εξίσου ενδιαφέρον έχει ακόμα ένας καλλιτένχης που παίζει με ένα laptop αλλά έχει και ένα πικάπ που το παίρνει με ένα C-ducer ‘παίρνοντας’ τους κραδασμούς και το περνάει όλο αυτό σε ένα μίξερ. Γενικά υπάρχουν αρκετές προκλήσεις λόγω της πειραματικής φύσης του φεστιβάλ και των μουσικών που συμμετέχουν και σχεδόν κάθε set-up έχει και κάτι μη συμβατικό…
aLive: Γιάννη, ευχαριστούμε για τις πληροφορίες και ανανεώνουμε το ραντεβού για του χρόνου για να παρουσιάσουμε το InMute ακόμα πιο διεξοδικά…
Γιάννης Παξεβάνης – Who is Who
Ο Γιάννης Παξεβάνης γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε κλασσική κιθάρα και θεωρία της μουσικής στο Εθνικό Ωδείο με καθηγητή τον Τάσο Λιακάκη. Στη συνέχεια ολοκλήρωσε τις σπουδές του στον τομέα της ηχοληψίας.στη Σχολή Παπαντωνοπούλου. Έκτοτε έχει συνεργαστεί με διάφορα studios ξεκινώντας από τα ιστορικά PDR STUDIOS τα οποία τότε βρίσκονταν στα κτίρια της πρώην Columbia. Αργότερα δούλεψε για πολλά χρόνια στο studio N και σήμερα συνεργάζεται κυρίως με το studio Subway και το studio Sierra. Παράλληλα, ξεκίνησε να δουλεύει ως FOH ηχολήπτης σε συναυλίες στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Τα τελευταία χρόνια αναλαμβάνει επίσης το sound design θεατρικών και εικαστικών παραστάσεων.
Ως studio ηχολήπτης έχει συνεργαστεί με όλες τις ελληνικές δισκογραφικές εταιρείες και με αρκετές ξένες, όπως η γερμανική ECM και η αμερικανική Sounds True. Επίσης, ως FOH ηχολήπτης έχει δουλέψει σε εγχώρια και διεθνή φεστιβάλ (Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου, Rockwave Festival, Womad Festival, Ιn Mute Festival κτλ).
Tα τελευταία είκοσι χρόνια ο Γιάννης Παξεβάνης έχει συνεργαστεί με πολλούς Έλληνες και ξένους καλλιτέχνες όπως: Σαββίνα Γιαννάτου, Primavera En Salonico, Χειμερινοί Κολυμβητές, Λένα Πλάτωνος, Mode Plagal, Νίκος Ξυδάκης, Μάρθα Φριντζήλα, Θανάσης Παπακωνσταντίνου, Σωκράτης Μάλαμας, Ψαραντώνης, Γιάννης Χαρούλης, Νατάσα Μποφίλιου, Τζίμης Πανούσης, Γιώργος Νταλάρας, Βασίλης Σκουλάς, Κώστας Μακεδόνας, Μανώλης Μητσιάς, Μαρία Φαραντούρη, Νίκος Κυπουργός, Έλλη Πασπαλά, Γιώτα Νέγκα, Μαριέττα Φαφούτη, Ομαδική Απόδραση, Occasional Dream, Liz Wright, Angelite Choir, Burhan Öçal , Bojan Ristić Brass Band, Μauro Palmas, Elena Ledda κ.α.
Επίσης ο Γιάννης Παξεβάνης έχει αναλάβει την ηχοληψία σε πολλές παραστάσεις και projects όπως, «Λιλιπούπολη», «Καβάφης» των Δ. Παπαιωάννου και Λ. Πλάτωνος, «Καβάφης» των Ν.Ξυδάκη και Μ.Φριντζήλα (σε Ελλάδα και Αίγυπτο), «Sounds of Balkans» (Ελλάδα, Ιρλανδία), «Αμάν Αμήν» του Σ. Ξαρχάκου, «Ιπτάμενος και Τζέντλεμαν» του Σ.Κραουνάκη, «Ένα πιάνο, μια φωνή» των Γ.Βακαρέλλη, Μ.Μητσιά κ.α.