Ολοι συμφωνούν ότι η post covid περίοδος ήρθε σαν καταιγίδα στον τομέα των συναυλιών, των φεστιβάλ, των Live και του touring και δημιούργησε μια τεράστια δυναμική και ζήτηση, με τα sold out venues να αυξάνουν σημαντικά τον κύκλο εργασιών και τους τζίρους σε όλους τους κρίκους της αλυσίδας της εν λόγω βιομηχανίας, παρά τα όποια προβλήματα υπήρξαν (ελείψεις και καθυστερήσεις στην εφοδιαστική αλυσίδα, μείωση εξειδικευμένου προσωπικού και τεχνικών λόγω της πανδημίας, αλλά και λόγω του Brexit που είχε προηγηθεί κλπ).
Και μπορεί όλοι να συμφωνούν πως όταν φτάνεις να ακουμπάς το ταβάνι δεν υπάρχουν πολλά περιθώρια ανάπτυξης και να είναι συγκατημένα αισιόδοξοι για φέτος και τα επόμενα χρόνια, όμως παράλληλα όλοι φροντίζουν να είναι πανέτοιμοι για τη συνέχεια αυτού του ράλυ. Γιατί ναι, όσο και να μην το λένε φωναχτά, στην πραγματικότητα σταυρώνουν τα δάχτυλά τους και αναμένουν ‘κι άλλο’…
Αρα, είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα πρέπει να περιμένουμε κι άλλη ανάπτυξη στον εν λόγω κλάδο… Χμ, μπορεί και να μην είναι ακριβώς έτσι τα πράγματα, τουλάχιστον όχι σε όλα τα φεστιβάλ και τα event (ειδικά στα μικρότερα και νεοσύστατα εξ αυτών) καθώς υπάρχουν διαφορετικοί παράγοντες και διαφοροποιήσεις που καθορίζουν την επιτυχία ή την αποτυχία τους.
Ας δούμε λοιπόν τη συμβαίνει στη Μεγάλη Βρεττανία που δικαιωματικά εδώ και πολλά χρόνια αποτελεί τη μητέρα των μουσικών φεστιβάλ και το σημαντικότερο πόλο αυτής της βιομηχανίας.
Αυξημένο κόστος έως και 40%
Σύμφωνα λοιπόν με πρόσφατο άρθρο του Guardian (και συγκεκριμένα της Lanre Bakare που έχει τη στήλη των τεχνών και του πολιτισμού) με τίτλο «Η θέση του Ηνωμένου Βασιλείου ως ηγέτης της ζωντανής μουσικής διακυβεύεται», υπάρχουν αρκετά σύννεφα στην μητρόπολη των θεαμάτων και ακροαμάτων, τη Μεγάλη Βρεττανία, όπου ήδη για φέτος εννέα φεστιβάλ ακυρώνονται εν μέσω αυξανόμενου κόστους.
Μεταξύ αυτών και το Standon Calling, που πραγματοποιείται στην ύπαιθρο του Hertfordshire, ανακοίνωσε ότι θα αναβληθεί για φέτος και αυτό είναι το ένατο (9ο) φεστιβάλ για το 2024 που ακυρώνεται οριστικά στη Βρεττανία, καθώς είχαν προηγηθεί το Bluedot και το Nozstock.
Ο Διευθύνων Σύμβουλος της Ένωσης Ανεξάρτητων Φεστιβάλ (AIF), Τζον Ρόστρον, ζήτησε επείγουσα κυβερνητική παρέμβαση προκειμένου να στηριχθούν οι παραγωγοί και οργανωτές που πλήττονται από το αυξανόμενο κόστος της εφοδιαστικής αλυσίδας, τα χρέη που προέκυψαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας του Covid και την επιβράδυνση των πωλήσεων εισιτηρίων (άρα και του cash flow που τους επιτρέπει μειώσεις του κόστους), που εμποδίζονται περαιτέρω από το αυξημένο κόστος ζωής και τις πληθωριστικές πιέσεις.
Όπως δήλωσε ο ίδιος, φέτος είναι η πρώτη χρονιά που οι ακυρώσεις φεστιβάλ γίνονται ήδη από το Φεβρουάριο, καθώς οι διοργανωτές δεν μπορούν να το ‘παλέψουν’ ούτε έως το καλοκαίρι…
Είναι μια κατάσταση που ορισμένοι λένε ότι θα μπορούσε να οδηγήσει στο τέλος των εκδηλώσεων ζωντανής μουσικής, που αποτελούν το βασικό στοιχείο της πολιτιστικής προσφοράς του ‘Βρετανικού καλοκαιριού’, αφήνοντας μόνο τα μεγαλύτερα φεστιβάλ, όπως το Glastonbury, να παραμένουν κραταιά και με τεράστια δυναμική.
Οι δυσκολίες των ‘μικρών’
Η Ένωση Ανεξάρτητων Φεστιβάλ (AIF) αναφέρει χαρακτηριστικά ότι 36 φεστιβάλ είτε καταργήθηκαν εντελώς, είτε αναβλήθηκαν πέρυσι, ανεβάζοντας σε 100 τις εκδηλώσεις και τα φεστιβάλ που εξαφανίστηκαν από το Ηνωμένο Βασίλειο μετά το 2019 που αποτέλεσε και τη χρονιά – ρεκόρ της κορύφωσης των Live gigs στο ‘Νησί’.
Η Ella Nosworthy, η οποία διευθύνει το Nozstock στο Herefordshire, είδε το κόστος των εκδηλώσεων του χωρητικότητας 5.000 ατόμων φεστιβάλ να αυξάνεται κατά 40% από την πανδημία και μετά, ενώ ο Τζον Ρόστρον (Διευθύνων Σύμβουλος της Ένωσης Ανεξάρτητων Φεστιβάλ) η υλοποίηση και κατασκευή ενός φεστιβάλ (από τις αυξημένες αμοιβές των καλλιτεχνών, τα αυξημένα ποσά για την εγκατάσταση της σκηνής, των support συστηάτων, του οπτικοακουστικού και φωτιστικού εξοπλισμού, οι αυξημένες αμοιβές σε εξειδικευμένο προσωπικό, τεχνικούς κλπ και γενικά όλα τα κόστη) σχεδόν υπερδιπλασιάστηκε από το 2019 έως το 2023, με τον Ρόστρον να χαρακτηρίζει όλα τα παραπάνω ως την «τέλεια καταιγίδα».
Ο Simon Taffe, συνιδρυτής του φεστιβάλ End of the Road, ο οποίος έχει πληγεί από 30% έως 40% αύξηση στο κόστος παραγωγής από το 2019 εώς σήμερα, αποφάσισε να μετακυλήσει δυναμικά το κόστος στους θεατές, αυξάνοντας τις τιμές των εισιτηρίων κατά 30%. O ίδιος παρατήρησε ότι με τον τρόπο αυτό προσέλκυσε περισσότερους μεσήλικες που ανήκουν σε ανώτερα στρώματα της μεσαίας τάξης και οι οποίοι ανταποκρίθηκαν θετικά με το 75% των εισιτηρίων να πωλούνται πριν από την ανακοίνωση της σύνθεσης και του line up του φεστιβάλ!
Ο Taffe ανέφερε με βάση αυτή του την εμπειρία ότι θα μπορούσαμε να δούμε μια αναπροσαρμογή, όπου δεν θα παραμείνουν μόνο τα μεγαλύτερα φεστιβάλ, αλλά και εκείνα τα μικρότερα ή μεσαίου μεγέθους event που είναι ‘κατά παραγγελία’ και προσεκτικά επιμελημένα. Το End of the Road προσφέρει ένα πιο ‘κινηματογραφικό πρόγραμμα΄, ενώ ο Taffe προσεγγίζει συγκροτήματα που δεν περιοδεύουν στα υπόλοιπα φεστιβάλ.
Η δυναμική των μεγαλύτερων και διαφορετικών φεστιβάλ
Φυσικά υπάρχουν και φεστιβάλ που ανθίζουν και ευδοκιμούν. Τέτοια είναι το Afro Nation, το οποίο εδρεύει στην Πορτογαλία, αλλά διευθύνεται από Βρετανούς promoters και στην πλειοψηφία του κοινό από τη Βρεττανία, καθώς το concept του είναι Μαύροι Βρετανοί. Το φημισμένο Live At Leeds πραγματοποιεί την τρίτη διοργάνωση του Live At Leeds In The Park, επιπλέον του ετήσιου φεστιβάλ της ομώνυμης πόλης, ενώ η επιτυχία του We Out Here απέδειξε την ελκυστική δύναμη της τζαζ. Αντίστοιχα, το Houghton ευδοκιμεί προσφέροντας ένα boutique φεστιβάλ χορευτικής μουσικής στο αγροτικό Norfolk, ενώ το Glastonbury πάει ‘τρένο’ αποδεικνύοντας για ακόμα μια χρονιά τη δυναμική του, καθώς τα διαθέσιμα εισιτήρια για το φετινό φεστιβάλ (2024) εξαντλήθηκαν σε λιγότερο από μία ώρα.
Ωστόσο, για τους διοργανωτές μικρότερων φεστιβάλ, το γεγονός ότι αυτά αποδυναμώνονται ή ‘εξαφανίζονται’ και μάλιστα με τόσο γοργό ρυθμό, έχει μακροπρόθεσμα αρνητικό αντίκτυπο στη βρετανική κουλτούρα, ειδικά όσον αφορά τη μουσική, για αυτό και τα μικρότερα φεστιβάλ και διοργανώσεις χρήζουν προστασίας.
Κρατική βοήθεια και μερικά καλά καλοκαίρια…
Η λύση που προτείνουν είναι η μείωση του ΦΠΑ στο 5% για τα εισιτήρια του φεστιβάλ, ένα μέτρο που εφαρμόστηκε κατά τη διάρκεια της πανδημίας, αλλά έκτοτε καταργήθηκε με το συντελεστή να επιστρέφει στο 20%.
Όπως και να χει το 2024 θα είναι μια χρονιά ορόσημο όχι μόνο για τα Βρεττανικά φεστιβάλ, αλλά για την ευρύτερη μουσική και touring βιομηχανία σε διεθνές και τοπικό επίπεδο, καθώς τα αυξημένα κόστη παραγωγής θα έρθουν αντιμέτωπα με το αυξημένο κόστος ζωής (άρα και εισιτηρίων κλπ), τις πληθωριστικές πιέσεις, αλλά και το ‘ξεμπούκωμα’ του κοινού που προηγήθηκε (και κορυφώθηκε ή όχι ακόμα?) τα δυο προηγούμενα covid free καλοκαίρια μετά την πανδημία.
Αν η δυναμική συνεχιστεί και με τι ρυθμό, αν καταλαγιάσει ή να τα πράγματα κινηθούν πτωτικά, είναι κάτι που θα το μάθουμε με σιγουριά το προσεχές φθινόπωρο – χειμώνα, που θα γίνει το ταμείο.
Εως τότε, τα υψηλά κόστη (και το γεγονός ότι πολλοί προσπαθούν να ρεφάρουν την περίοδο της πανδημίας) που προφανώς μετακυλίονται στον θεατή, αναμένεται να είναι το Νο 1 πρόβλημα του κλάδου και όχι η διάθεση του κοινού…