Βρισκόμαστε στον 5ο χρόνο της κρίσης και οι εξοπλισμοί που είδα (ειδικά) φέτος το καλοκαίρι είτε Live, είτε μέσω post φίλων του χώρου στο fb, πραγματικά παρέπεμπαν σε άλλες δεκαετίες. Αν όλο αυτό ήταν ένα κουίζ με κεντρικό ερώτημα: «δες τον εξοπλισμό και βρες τη χρονολογία του δρώμενου» τότε πραγματικά οι περισσότερες απαντήσεις στοιχηματίζω ότι θα κυμαίνονταν χρονολογικά κάνα 25άρι χρόνια πίσω. Και βεβαίως δεν αναφέρομαι στο επίπεδο της τεχνολογίας, αφού μια πιο προσεκτική ματιά σε κεφαλές, ψηφιακές κονσόλες, ενισχυτές και line source array συστήματα κλπ θα ‘πρόδιδαν’ το σύγχρονο του πράγματος. Πρωτίστως αναφέρομαι στον όγκο του εξοπλισμού που ήταν πραγματικά απογοητευτικός σε μερικές περιπτώσεις για τα επίπεδο του venue και του καλλιτέχνη. Φέτος έβλεπες συναυλίες επώνυμων και ‘φιρμάτων’ με 5-6 κινούμενες κεφαλές και σπανίως με support συστήματα. Τα περισσότερα ground support (και δικαίως, λόγο των δεδομένων περικοπών σε budget) έμειναν στις αποθήκες και στις πλείστες των περιπτώσεων το σύστημα που παίχτηκε φέτος το καλοκαίρι στα ανοικτά θεατράκια και γηπεδάκια ήταν το παλιό και γνωστό ‘τράσα μπρός – τράσα πίσω με τριπόδια» (και το σταυρό μας να μη φυσήξει πολύ), ή το εξίσου δημοφιλές σύστημα «κάθετη τράσα στη σκηνή μ’ ένα κεφάλι στην κορυφή», ενώ βεβαίως χρησιμοποιήθηκε πολύ και το all time classic set-up της «κεφαλής ακουμπισμένης στο ρακ».
Από ήχο το πράγμα ήταν περίπου αντίστοιχο, αφού λιγόστεψαν και οι αναρτώμενες καμπίνες, όπου βεβαίως αναρτήθηκαν, ενώ ‘ξανάπαιξε’ από φέτος και το παλιό και δοκιμασμένο σύστημα του «διώροφου stack of speakers». Αντίστοιχα μίκρυναν και οι κονσόλες που στην πλειοψηφία τους πλέον είναι ψηφιακές μικρού φορμά, αφού με τις περικοπές που έχουν γίνει σε μουσικούς και γραμμές εισόδου, τα κανάλια ακόμα και του πιο compact μίξερ πλέον όχι μόνο φτάνουν, αλλά περισσεύουν κιόλας. Για περιφερειακά βεβαίως ούτε λόγος. Αν εξαιρέσουμε κάνα μερακλή ηχολήπτη που έφερνε μαζί του στο ρακάκι κάνα πρώτης γραμμής mic preamp ή compressor, κατά τα άλλα δεν ταλαιπωρήθηκαν οι insert εισοδο – έξοδοι των μίξερ. Παράλληλα οι διάφορες ταμπλέτες (βλέπε iPad) σε ρόλο remote χειριστηρίων ανέλαβαν όλο και πιο συχνά το ρόλο του monitor engineer εκτελεσμένου από τον foh ηχολήπτη ή κάποιον τεχνικό ή βοηθό, κι έτσι κόπηκε ευκολότερα και η θέση του ‘περιττού’ monitor ηχολήπτη που ‘βαραίνει’ το budget και πιάνει θέση σε van και αεροπλάνο (αφήστε που τρώει κιόλας).
Οι περισσότερες φετινές καλοκαιρινές παραγωγές λοιπόν έμοιαζαν από ‘μίνιμαλ’ ως ‘τσίπικες’, κυρίως γιατί ελαχιστοποιήθηκαν τα παρελκόμενα (σίδερα), ο φωτισμός, το visual κομμάτι που ήταν ακόμα πιο φτωχό, και ενίοτε η εξέδρα σε κάποιες περιπτώσεις. Και καλώς ή κακώς, αυτά είναι που ‘μεγαλώνουν’ μια παραγωγή, τα σίδερα, η σκηνή, τα φώτα, η μεγάλη εικόνα κλπ.
Θυμάμαι τι ζητούσαν και με τι ‘έπαιζαν’ οι ίδιοι καλλιτέχνες πριν από 6 – 7 χρόνια (και πίσω) και πραγματικά δεν ξέρω αν πρέπει να κλαίω ή να γελάω.
Να κλαίω γιατί έπαιζαν με συστήματα - υπερπαραγωγές για τα Ελληνικά δεδομένα (αλλά και για τα δικά τους ‘καλλιτεχνικά’ δεδομένα πολλές φορές) με πληρωμένο το 1/3 του κόστους του εξοπλισμού ή μήπως να γελάω για τον ίδιο ακριβώς λόγο;
Εύλογα θα μου πεί λοιπόν κάποιος ότι: «γιατί γκρινιάζεις τότε ρε μεγάλε, δεν σου αρέσει ο εξορθολογισμός που συνέβη έστω και αναγκαστικά λόγω κρίσης;». Δυστυχώς δεν μπορεί να ισχύσει μια τόσο υπερ-απλοποιημένη λογική, καθώς οι σημερινές περικοπές σε εξοπλισμό είναι και πάλι αναντίστοιχες των περικοπών στις αμοιβές. Επίσης, ακόμα και στις εποχές ευμάρειας που μνημονεύω, εγώ θυμάμαι το χώρο να βρίσκεται πάντα σε μια μόνιμη ‘κρίση’ (που δεν αφορούσε μόνο τον οικονομικό τομέα, αλλά σχεδόν το σύνολο των δομών αυτού του χώρου).
Κοινώς, ναι μεν στις μέρες μας ‘κόπηκε’ εξοπλισμός, αλλά και πάλι οι τιμές που ‘παίζουν’ στην αγορά είναι σαφώς κατώτερες από αυτές που θα έπρεπε να ισχύουν για τα έστω και ‘μίνιμαλ’ rental συστήματα που περιέγραψα παραπάνω. Αρα η αναντιστοιχία εξοπλισμού – τιμής συνεχίζεται, ενώ ας μην ξεχνάμε ότι η μείωση του εξοπλισμού συνεπάγεται λιγότερο προσωπικό. Αν συνυπολογιστούν λοιπόν και οι περικοπές που έχει υποστεί το υπάρχων ‘συναυλιακό’ προσωπικό (τεχνικοί, χειριστές, μουσικοί κλπ), τότε έχουμε ακριβώς το ίδιο πρόβλημα που είχαμε πάντα στα μέρη μας, αλλά με μικρότερο όγκο εξοπλισμού και ελαχιστοποιημένο μέγεθος παραγωγής αυτή τη φορά, κάτι που ανανακλάται στον τομέα του εμπορίου (άλλον έναν νευραλγικό τομέα του χώρου), καθώς ο καινούργιος εξοπλισμός που διατίθεται από τις αντιπροσωπείες είναι σαφώς περιορισμένος σε σχέση με το παρελθόν.
Και για να μην ξαναλέμε τα ίδια, συμφωνώ με τη γνώμη που έχουν εκφράσει πολλοί συνάδελφοι του χώρου, ότι: εφόσον όλος αυτός ο κλάδος δεν οριοθετήθηκε και δεν λειτούργησε σωστά στους καιρούς της ευμάρειας, τηρώντας τις βασικές αρχές της αγοράς και του επιχειρείν, τώρα είναι μάλλον απίθανο να εξυγιανθεί στο σύνολο των δομών του. Κάπως έτσι λοιπόν, τώρα βαφτίσαμε την ανάγκη «μίνιμαλ» και ως εκ του θαύματος όλοι όσοι πρό 6ετίας δεν έπαιζαν χωρίς 3 φορτηγά εξοπλισμό, πλέον παίζουν κυριολεκτικά με ότι βρούν και ευλογούν και τα γένια τους (του τύπου ο καλός ο μύλος όλα τα’ αλέθει κλπ). Φυσικά αναφέρομαι σε όλους τους εμπλεκόμενους ενός συναυλαικού δρωμένου (καλλιτέχνες, παραγωγούς και τεχνικούς), δεν εξαιρώ κανέναν και δεν κακολογώ και κανένα φυσικά, όχι για να κρατήσω τυχόν ισορροπίες, αλλά γιατί πραγματικά δεν έχει νόημα πια κάτι τέτοιο. Αλλωστε δεν προσσεγίζω το χώρο από τη συντεχνιακή λογική του σ’ αυτό το κείμενο αλλά από την αμιγώς ‘φωτογραφική’.
Αλλωστε, αφορμή για τις παραπάνω σκέψεις στάθηκε μια προσπάθεια αναδιοργάνωσης του παλαιού φωτογραφικού υλικού του aLive σ’ έναν εξωτερικό σκληρό και είχε πράγματι πολύ ενδιαφέρον να βλέπεις τον εξοπλισμό στις ίδιες παραγωγές «Τότε και Τώρα», καθώς η διαφορά μοιάζει να αντιστοιχεί σε δεκαετίες και όχι απλά σε 4-5 χρόνια.
Η ‘back to the future’ σουρεαλιστική λογική του χώρου μας σε όλο της το μεγαλείο…