Η DJ σκηνή στη χώρα μας έχει γνωρίσει μεγάλη ανάπτυξη την τελευταία 20ετία, όπως συνέβη άλλωστε και παγκοσμίως. Με τη διαφορά βεβαίως ότι το DJing στα μέρη μας είναι προσαρμοσμένο στη δική μας κουλτούρα και αισθητική και πάνω απ’ όλα στα δικά μας ήθη και έθιμα. Κι ενώ λοιπόν η DJing κοινότητα στον υπόλοιπο δυτικό κόσμο ήταν άμεσα συνυφασμένη με τη μουσική δημιουργία, τις πρωτοποριακές μίξεις, αλλά και όλες σχεδόν τις καινοτόμες μουσικές τάσεις που βιώσαμε και στην υπόλοιπη σύγχρονη μουσική σκηνή που αναπτυσσόταν τότε (θυμηθείτε την trip hop, την περίφημη σκηνή του Μπρίστολ με μπροστάρηδες τους Massive Atacck στις αρχές των 90s, τις αυθεντικές και διαφορετικές μεταξύ τους DJ σκηνές του Ντητρόϊτ, του Λονδίνου, του Άμστερνταμ κλπ), στα μέρη μας οι καλλιτέχνες, remixers, συνθέτες και παραγωγοί DJ’s ήταν και παραμένουν η εξαίρεση στον κανόνα, αν και το εγχώριο κοινό που πραγματικά αγάπησε αυτή τη dance (και όχι μόνο) μουσική κουλτούρα μόνο αμελητέο ως ποσότητα – και ποιότητα – δεν ήταν.
Παρά ταύτα, στην Ελλάδα, ο όρος DJ ήταν κυρίως συνυφασμένος και άρρηκτα συνδεδεμένος με το μπαράκι, το club και κυρίως με τους γάμους και τα παραδοσιακά γλέντια και τις συνάξεις γενικώς. Κάπως έτσι λοιπόν, απορροφήσαμε και προσαρμόσαμε επαγγελματικά την DJing κουλτούρα στα δικά μας δεδομένα δημιουργώντας μια μοναδική – παγκοσμίως – παραλλαγή της.
Ποιά είναι αυτή; Πολύ απλά αν θελήσει κάποιος να χαρτογραφήσει τη DJing αγορά στα μέρη μας θα διαπιστώσει ότι καταρχάς οι καλλιτέχνες – δημιουργοί DJs είναι και παραμένουν ελάχιστοι, ενώ αντίστοιχα λίγοι είναι και οι επαγγελματίες DJs. Από κει και πέρα αν εξαιρέσουμε τους χομπίστες πιτσιρικάδες, πραγματικά γίνεται ο κακός χαμός, καθώς στη ‘δουλειά’ έχει μπει κυριολεκτικά κάθε καρυδιάς καρύδι, κοινώς άνθρωποι που είχαν ως αυτοσκοπό το κέρδος και το εξτραδάκι από γάμους, βαφτίσεις και κάθε είδους κοινωνικές μαζώξεις στην Ελλάδα που γλεντάει (συγνώμη, που γλένταγε...).
Κάπως έτσι λοιπόν, στρεβλωμένα και ανορθόδοξα, δημιουργήθηκε και αναπτύχθηκε η DJ αγορά στα μέρη μας, πουλήθηκαν και πωλούνται μηχανήματα και DJ εξοπλισμός, το MP3 βοήθησε σημαντικά σε όλο αυτό καθώς ολόκληρες δισκοθήκες χωράνει πλέον σε μερικά stick- άκια, ενώ άνοιξαν και οι δουλειές εταιριών που νοικιάζουν, πουλάνε και εγκαθιστούν μουσικούς server σε καφέ, μπαρ, restaurant κλπ 'πακέτο' με δικαιώματα και υπηρεσίες υποστήριξης, ενώ το virtual DJing φαίνεται να κερδίζει συνεχώς έδαφος στερώντας μεροκάματα από τους DJ's.
Ολο αυτό τον πρόλογο όμως δεν τον κάνω για να αναλύσω τις πτυχές της εγχώριας DJing κοινότητας, αλλά για να αναπτύξω τη σχέση των DJ’s με τον ευρύτερο ηχητικό εξοπλισμό ενός χώρου. Μια σχέση που στις περισσότερες των περιπτώσεων είναι από ανύπαρκτη έως καταστροφική...
Ενα χαρακτηριστικό παράδειγμα που αναφέρω συχνά είναι το εξής: Oταν εργαζόμουν σαν τεχνικός συστημάτων στην Audio Sound του Στάθη Βουδαντά, στις αρχές της δεκαετίας του 90 (κρύβε χρόνια μεγάλε!), το σύστημα-καμάρι που είχαμε ήταν τα εξαιρετικά για την εποχή τους JBL 4770, ενώ ο Στάθης μόλις είχε επενδύσει στα ολοκαίνουργια τότε Meyer MSL-3 (μαζί με τα μπάσα DS2 και τα sub 650), όντας η πρώτη rental εταιρία με Meyer στην Ελλάδα εκείνη την εποχή. Τότε λοιπόν η Audio Sound είχε αναλάβει την εγκατάσταση του ηχητικού εξοπλισμού των Manowar που είχαν έρθει για συναυλίες στη χώρα μας. Είναι χαρακτηριστικό ότι εκείνη την περίοδο το συγκρότημα βρίσκονταν σε μεγάλα καλλιτεχνικά ντουζένια και θυμάμαι μάλιστα ότι είχαν και το ρεκόρ Γκίνες όσον αφορά το SPL των συναυλιών τους. Τέρμα γκάζια δηλαδή...
Θυμάμαι λοιπόν ότι ο Στάθης -δικαίως- δεν ήθελε επουδενί να εγκαταστήσουμε το νέο σύστημα των Meyer για να μην το ‘κάψουνε’ οι μεταλάδες Manowar. Ωστόσο, εγώ που μιλούσα μέσω fax τότε με τον τεχνικό και τον ηχολήπτη τους, είχα πεισθεί από τις διαβεβαιώσεις τους ότι δεν θα έχουμε καμία απώλεια σε ηχεία, καθώς όλα θα είναι κομπρεσαρισμένα με σωστά ρυθμισμένα κατώφλια σε όλους τους επεξεργαστές δυναμικής περιοχής (limiter και cliper...) ενώ δεν θα υπάρξει πουθενά υπεροδήγηση σήματος...
Θυμάμαι ότι είχα πει τότε στο Στάθη ότι το σύστημα των Μeyer, δεν θα πάθει τίποτα στους Manowar, αντίθετα είναι πιο πιθανό να έχουμε απώλειες στην αμέσως επόμενη δουλειά που ήταν ένα μεγάλο πάρτυ με DJ’s...
Στους Manowar λοιπόν τελικώς εγκαταστήσαμε το παλαιότερο σύστημα των JBL, το οποίο μετά από 4 συναυλίες στο club ‘Αγκάθι’ στην Αθήνα και μια ακόμα στο Ιβανώφειο στη Θεσσαλονίκη, επέστρεψε στην αποθήκη της Χαρίλαου Τρικούπη δίχως καμία απώλεια σε μεγαφωνικές μονάδες, παρότι το γκάζι ήταν κυριολεκτικά ατελείωτο. Θυμάμαι ότι πρώτη φορά ένιωσα τόσο πολύ ωστικό κύμα να με χτυπά από ένα stack ηχείων.
Τις αμέσως επόμενες ημέρες, ότι δεν έκαναν οι ‘παρεξηγημένοι’ Manowar στα Live τους, το έκαναν οι DJ’s, με προηχογραφημένο πρόγραμμα. Δηλαδή με CDs. Με θυμάμαι λοιπόν να τρέχω στο συγχωρεμένο τον Κακαδέλη στη Νοταρά, με κάμποσα 2226 υπό μάλης (τα 15ιντσα γούφερ των JBL) με προβλήματα στην ανάρτηση και στο πηνίο φωνής.
Από τότε έχει κυλήσει πολύ νερό στο αυλάκι και δυστυχώς έχω ξαναδεί το ίδιο έργο πολλές φορές, με πιο πρόσφατο το μικρό μπαράκι ενός φίλου μου με εγκατεστημένο ένα μικρό ηχητικό σύστημα, όπου που και που παίζουμε με διάφορα ενδιαφέροντα γκρουπάκια Live, φυσικά χωρίς καμία απώλεια. Ολα αυτά έως την προηγούμενη εβδομάδα βεβαίως, οπότε και ‘καθάρισε’ το σύστημα ένας επαγγελματίας DJ που όπως μου εξήγησε ήθελε κι άλλο γκάζι, κι ενώ άκουγε το σύστημα να 'τελειώνει', τις αναρτήσεις των γούφερ να τερματίζουν και το σύστημα υπεροδηγούμενο να 'ξερνάει' παραμόρφωση, αυτός έσπρωχνε κι άλλο το master του μίκτη, αφού προηγουμένως είχε εξαντλήσει το gain εισόδου της κονσόλας... Βεβαίως τη λυπητερή σε ανταλλακτικά την πλήρωσε ο φίλος, ενώ μετά από αυτό φρόντισα ώστε ο limiter στον controller να πιάνει δουλειά από πολύ νωρίς και να ‘σιδερώνει’ άκριτα τα πάντα πολύ πριν το όριο...
Ολα αυτά, δυστυχώς επιβεβαιώνουν διαχρονικά ότι οι περισσότεροι DJ’s δεν έχουν καμία σχέση και κυρίως κανένα συναισθηματικό δέσιμο με τον ηχητικό εξοπλισμό που ουσιαστικά αποτελεί το εργαλείο της δουλειάς τους, ενώ οι περισσότεροι αγνοούν και τις στοιχειώδης τεχνικές γνώσεις ενός αντικειμένου που όφειλαν να γνωρίζουν, καθώς αποτελεί αντικείμενο της εργασίας τους, ή έστω του έξτρα βραδυνού τους μεροκάματου. Αρκετοί είναι αυτοί που δεν γνωρίζουν καν ότι το κόκκινο χρώμα στα vu-μετρα του μίκτη τους σημαίνει υπεροδήγηση, ενώ φυσικά δεν έχουν ακουστά για τα επιτρεπτά και ανεκτά επίπεδα ηχητικής πίεσης τα οποία περιγράφονται σε διεθνείς και εγχώριους κανονισμούς και ‘νόρμες’...
Κι επειδή το να εντοπίζεις τα κακώς κείμενα δίχως να προτείνεις λύσεις δεν λέει κάτι από μόνο του, θεωρώ ότι δεν θα ήταν κακή ιδέα για τις εταιρίες που ειδικεύονται σε πωλήσεις και εγκαταστάσεις ηχητικού και DJ εξοπλισμού να διοργανώσουν μερικά στοχευμένα εκπαιδευτικά σεμινάρια DJing που δεν θα αφορούν μόνο τεχνικές μίξης και αντίστοιχα ‘κόλπα’, αλλά θα προσφέρουν τις βασικές γνώσεις και μια γενικότερη παιδεία σχετικά με το ηχητικό σύστημα – μεγάλο ή μικρό δεν έχει σημασία – που χειρίζονται από τα fader του μίκτη τους. Για δείτε το σαν ιδέα. Αλλωστε αν έχουν μια πραγματικά σοβαρή δικαιολογία οι DJ’s για όλα αυτά, είναι ότι ουδείς ποτέ στα μέρη μας έχει ασχοληθεί σοβαρά μαζί τους, εκπαιδεύοντάς τους γύρω από τα στοιχειώδη ενός συστήματος...